Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

Υπεύθυνη δήλωση



Ό,τι δηλώσεις...

Πολλά μεγάλα λόγια δηλώνονται βαρύγδουπα σχετικά με διάφορα θέματα. 
Μιλάμε για δηλώσεις μεγάλων, ή μικρών, σημαντικών, ή ασήμαντων, σχετικών ή άσχετων που κάποια στιγμή αποκτούν αξία και καταγράφονται ως «δηλώσεις» (quotes).
Σχετικά με τη φωτογραφία, υπάρχουν πάρα πολλές διάσημες και γνωστές ίσως δηλώσεις-ατάκες, που υποτίθεται βοηθάνε τους κοινούς θνητούς να καταλάβουν τι σημαίνει «φωτογραφία», ως αντικείμενο, θέμα, ιδέα τεχνική, διαδικασία, θεωρεία, πράξη, και πάει λέγοντας. 
Όμως, η φωτογραφία είναι κάτι σχετικά νέο , ακόμη εξελίσσεται, είναι τεράστιο θέμα και δεν ξεμπλέκει ποτέ κανείς κάνοντας μια δήλωση.
Μερικές δηλώσεις έρχονται σε πλήρη και ολοκληρωτική αντίθεση με κάποιες άλλες, γιατί ο καθένας που δηλώνει κάτι έχει και τη δική του άποψη. Κι αυτό συμβαίνει πολύ απλά γιατί άλλαξαν τα δεδομένα και οι αντιλήψεις της κοινωνίας και των δημιουργών-στοχαστών φωτογράφων.
Έτσι αντί να ξεκαθαρίζει το τοπίο γύρω από τη «φωτογραφία», αντίθετα θολώνει και δημιουργεί θέματα προς συζήτηση που συχνά καταλήγουν σε καυγάδες.
Όπως σε καυγάδες καταλήγουν συζητήσεις γύρω από ποδόσφαιρο, θρησκεία, τέχνη, πολιτική κλπ.



Να λοιπόν μερικά φωτογραφικά θέματα που έχουν συνοδευτεί από σχετικές δηλώσεις κια προκαλούν σκέψεις και συζητήσεις.

1) Για μια φωτογραφία: "αυτή η φωτογραφία είναι ωραία"!
Ή μήπως είναι άσχημη;  Αν μας αρέσει, πως μπορεί να είναι άσχημη; Αν στον άλλο δεν αρέσει, πως μπορεί να είναι όμορφη; Ή μήπως μπορεί να είναι και τα δυο;

2)"Είτε αρέσει μια φωτογραφία, είτε δεν αρέσει, αν ο θεατής δεν μπορεί να το εξηγήσει, τι σημαίνει; Πως είναι όμορφη; Ή μήπως άσχημη; Μέση κατάσταση δεν υπάρχει; Και μήπως είναι θέμα ευχέρειας λόγου, πλειοψηφικής αποδοχής, ή απόρριψης το που θα τη κατατάξουμε";
Αυτή η δήλωση απλά μας κάνει να σκεφτούμε το ρόλο της πλειοψηφίας στη διαμόρφωση αισθητικής... και στην απόδοση ταμπελών.

3) «Μια φωτογραφία γίνεται αποδεκτή ως μια ψυχρή και πιστή αποτύπωση της πραγματικότητας, που έχει καταγραφεί σε δυο διαστάσεις με μηχανικό τρόπο». 
Είναι δηλαδή μια επαλήθευση* ενός γεγονότος που συνέβη στο χώρο και το χρόνο.
*Σήμερα όμως, αυτό δεν ισχύει πάντα από όσο γνωρίζω, από τις άπειρες φωτογραφίες που έχω δει.

4) "Αυτή η φωτογραφία δεν είναι ωραία, είναι φωτογραφία ντοκουμέντου". 
Αλλά αυτό δεν είναι δήλωση, είναι ένας προσδιορισμός θεματικής κατηγορίας της φωτογραφίας.
Οι οπαδοί της φωτογραφίας-ντοκουμέντου έχουν κάνει πάρα πολλές σημαντικές δηλώσεις προσπαθώντας να στηρίξουν αυτή τους την επιλογή. Έχουν φτάσει στο σημείο να απορρίπτουν κάθε απόπειρα διαφορετικής προσέγγισης της φωτογραφίας, αισθητικής, συναισθηματικής, ζωγραφικής ή καλλιτεχνικής.
Υπήρξε όμως πριν σχολή που αποδεχότανε τη φωτογραφία μόνο ως υψηλής αισθητικής απεικόνιση, κάτι που ελάχιστα απείχε από τη ζωγραφική. Η σχολή αυτή γρήγορα εξάντλησε τις δυνατότητες της φωτογραφίας καθώς άλλαξε και η τεχνολογία προσφέροντας φορητές μηχανές με φωτεινούς φακούς, γρήγορα φιλμ και πάγωμα του χρόνου.
Έτσι γίνεται κατανοητή αυτή η θέση που απόρριπτε κάθε σχέση της φωτογραφίας με τη ζωγραφική και την σκόπιμη υψηλή αισθητική.

5) «Η όποια ομορφιά της φωτογραφίας, είναι η αυθεντικότητά της, δίχως παρεμβάσεις ή καλούδια, και δίχως συναισθήματα».
 

Δεν μπορούμε πάντα να πάρουμε θέση, ή μπορούμε καμιά φορά. Άλλες φορές πάλι, αποδεχόμαστε τις θέσεις, τις απορρίπτουμε, η προσθέτουμε δικές παραλλαγές.
Μπορούμε δηλαδή να βαδίσουμε ανάμεσα αν ακολουθήσουμε τις δημιουργικές-καλλιτεχνικές δυνατότητες της φωτογραφίας.
Όμως υπάρχει πάντα ένας κρυφός, ύπουλος κίνδυνος. Όσο ποιο ελεύθεροι είμαστε να δημιουργήσουμε, τόσο ποιο πολύ χανόμαστε.

6) "Η πιστή καταγραφή της πραγματικότητας, μπορεί να είναι βασική αρχή της φωτογραφίας, δεν είναι όμως και μοναδική της δυνατότητα".

7) Αρχικά οι φωτογραφίες ήταν άσπρες-μαύρες. Λογικά και φυσικά, τίποτα εμείς δεν το βλέπουμε ως άσπρο –μαύρο. Εκτός κι αν εκπαιδευτούμε να οραματιζόμαστε έτσι, όπως ο μεγάλος δάσκαλος Α. Άνταμς διδάσκει.
Άρα, "όλες οι πρώτες ασπρόμαυρες φωτογραφίες, συνολικά και καθολικά είναι έργα τέχνης". 
Μήπως είναι και οι σημερινές;
 Όχι ασφαλώς.
Πάντα υπήρχαν, θα υπάρχουν και οι μπούρδες. Διαφορετικά, πως θα διακρίνουμε το αξιόλογο;
Ωστόσο, μια ασπρόμαυρη φωτογραφία είναι πολύ ποιο κοντά σε αυτό που δημιουργικά ονομάζουμε αφαίρεση εφόσον αγνοεί το χρώμα που εμείς βλέπουμε. 
Επομένως, μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, με μεγαλύτερο, ή χαμηλότερο κοντράστ (αντίθεση), μεγαλύτερη δηλαδή αφαίρεση, ίσως μας προκαλεί περισσότερη αισθητική απόλαυση.
Τέχνη, λένε πως είναι η υπέρβαση, και το ασπρόμαυρο είναι.
 

Επί πλέον, υπάρχει πάντα η πρώτη εντύπωση. Οι πρώτες φωτογραφίες ήταν πάντα ποιο ελκυστικές, γίνανε εύκολα αποδεκτές ως έργα τέχνης παρά τις αντιδράσεις των ζωγράφων, τη στιγμή που και η παγκόσμια παραγωγή καλλιτεχνικών φωτογραφιών ήταν μικρή.
Οι πρώτοι μεγάλοι φωτογράφοι, έγιναν οι δάσκαλοι για τις επόμενες γενιές φωτογράφων, και οι περισσότεροι από αυτούς εργάστηκαν με ασπρόμαυρο φιλμ και χαρτί. Μετράει πάντα η «πρώτη εκτέλεση», η «πρώτη εντύπωση», ο «πρώτος δάσκαλος», η «πρώτη αγάπη», κλπ.

8) «Η δυνατότητα να καταγράφουμε τη πραγματικότητα πιστά και ως έχει δεν είναι τέχνη, είναι τεχνική». Έτσι λένε σήμερα όλοι σχεδόν οι μεγάλοι δάσκαλοι της φωτογραφίας. Όμως είναι απόλυτα έτσι;

9) «Η τέχνη είναι αφαίρεση». Ας προσδιορίσει όμως κάποιος τη σχέση της με την αφηρημένη τέχνη γιατί ο κόσμος τα έχει μπλέξει, λιγάκι...
Το θέμα είναι πόση αφαίρεση, σε τι, πότε, πού και πως μπορεί να γίνει αποδεκτή και κατανοητή και τελικά από ποιούς;
 Έτσι λοιπόν η φωτογραφία μπορεί να είναι τεχνική, μπορεί να είναι και τέχνη αν ο φωτογράφος αδιαφορεί πλήρως για την αντικειμενικότητα και αφιερώνεται στη ερμηνεία της. Βλέπει δηλαδή την ορατή πραγματικότητα μόνο ως αφορμή (μοντέλο) για δημιουργία, έχει προετοιμαστεί για αυτή, έχει εκπαιδευτεί και ασκηθεί, γνωρίζει την τεχνική πλήρως και την αισθητική σε βάθος.

10) Υπήρξαν εποχές όπου οι φωτογράφοι έκαναν δηλώσεις υπέρ της αντικειμενικότητας  της φωτογραφίας, ή υπέρ της καλλιτεχνικής δυνατότητας να ερμηνεύει δημιουργικά και αφαιρετικά τη πραγματικότητα.

11) Σήμερα οι δηλώσεις έχουν περιοριστεί, οι ορίζοντες έχουν διευρυνθεί. Η φωτογραφία έχει γίνει θεωρητικά κτήμα του καθενός στη κυριολεξία που κρατάει μια φωτογραφική μηχανή, περιφέρεται και κοιτάζει τον κόσμο μέσα από ένα φακό.
Οι «μπούρδες» περίσσεψαν, οι μεγάλες φωτογραφίες υψηλής αισθητικής απόλαυσης έχουν λιγοστέψει γιατί «τα έχουμε δει όλα», ή σχεδόν όλα. Τίποτα δεν μας εντυπωσιάζει πλέον όπως με τις παλιές φωτογραφίες.
Οι υπερβολές των ψηφιακών παρεμβάσεων κατάστρεψαν την αντικειμενική αξία της φωτογραφίας που δεν πείθει πλέον κανένα. Αλλοίωσαν όμως αναπόφευκτα και την αισθητική της φρεσκάδα και αυθεντικότητα.
Σπάνια θα βρεθεί αναρτημένη φωτογραφία δίχως κραυγαλέα «ψηφιακή βελτίωση», ή έστω αφύσικη. Όλα όσα είχαμε μάθει για το φως, τους τόνους, το γκρίζου, τις φόρμες, την αυθεντικότητα, την αφαίρεση, το ασπρόμαυρο και τις χρωματικές ιδιότητες της ποιότητας του φωτός, τα κατάπιε η τεχνολογία και ο εύκολος εντυπωσιασμός των ψηφιακών εφέ. Ζωγραφιές βγαλμένες από τη «φωτοσούπα», φωτογραφίες δεν είναι, είναι ψηφιακές ζωγραφιές. Σε αυτό δεν δέχομαι καμιά ένσταση.
Επιμένω, άλλο χρήστης, άλλο φωτογράφος. Άλλο imaging, άλλο φωτογραφία.

12) Μια δήλωση θα αποτολμήσω λοιπόν και εγώ σήμερα, 25 Νοεμβρίου 2013. «φωτογραφία και οι φωτογράφοι φεύγουν, το ασπρόμαυρο όμως θα μείνει».
Με αυτή τη δήλωση, μπορεί ο κόσμος της φωτογραφίας λίγα χρόνια μετά να γελάει, ή να κλαίει!
Η φωτογραφία σήμερα είναι τεχνική ενταγμένη στην οικονομία και τη παραγωγή, ή είναι καλλιτεχνική. Ότι και να είναι, είναι πλέον ψηφιακή.
Ολοένα λιγότεροι φωτογράφοι μπορούν να ζήσουν από τη τεχνική φωτογραφία, όσο για τη καλλιτεχνική; είναι για λίγους και «βαρεμένους».
Λίγοι και βαρεμένοι δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη πως θα είναι αξιόλογοι φωτογράφοι, πως θα έχουν να επιδείξουν έστω μια ντουζίνα καλές φωτογραφίες υψηλής αισθητικής, ή πως θα είναι μόνο κάποιοι ανόητοι που βαδίζουν στα σύγνεφα φωτογραφίζοντας δίχως δεύτερη σκέψη, ή ματιά το κάθε τι. Μπούρδες δηλαδή.
Και σίγουρα πάλι, μια ντουζίνα καλές και αξιόλογες από αισθητικής πλευράς φωτογραφίες δεν σημαίνει πως ο φωτογράφος είναι γνωστός και αποδεκτός από το σύστημα.
«Η τεχνική της φωτογραφίας, είναι θέμα ποσότητας».
«Η τέχνη της φωτογραφίας είναι θέμα ποιότητας». 
Και, γιατί οι άριστες φωτογραφίες είναι τόσες λίγες;
Γιατί δεν μας αρέσει το εύκολα, γρήγορα κι ό,τι κάτσει. Γιατί ποτέ  σαν δημιουργοί δεν φοβόμαστε την αποτυχία.
Εγώ, άρχισα με ασπρόμαυρο, το αγάπησα, πορεύτηκα με αυτό, κι απότυχα πολλάκις. Κατάφερα όμως να κρίνω και να μαθαίνω από τα λάθη μου, τίποτα να μη πάει χαμένο!
Αποδέχομαι αναγκαστικά, δεν απορρίπτω τα 24bit, αλλά για να αλλάξω γνώμη, είναι πολύ αργά…
Ωραία όλα αυτά; 
Ωραία!
Και ξαφνικά, έρχεται μια δήλωση κεραυνός!
-"Οι ποιό καλές φωτογραφίες, είναι αυτές που δεν εχω βγάλει"!
Τι του λες τώρα αυτουνού; 
Φωτογράφος σου λέει ο άλλος!
Κι όμως φίλοι ήταν μεγάλη μορφή και του βγάζω το καπέλο γιατί πολύ απλά μας λέει: "τραβάτε φωτογραφίες όσο είσαστε ζωντανοί, γιατί πάντα ο δημιουργός περιμένει μέσα μας να βγει κάτι προς τα έξω, να πάρει ανάσα, για να μη σκάσουμε".

 Για περισσότερες δηλώσεις, κάντε το κόπο να πάτε στο:

 http://www.goodreads.com/quotes/tag/photography   και ξεσκονείστε τα Αγγλικά σας

Γιάννης Γλυνός

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Η ηθική της πινέζας




 Ποιός θα μας σώσει από τους φύλακες;

Πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε που η βασική διασκέδαση για τους σινεφίλ, αλλά και για ολόκληρη την οικογένεια ήταν ο κινηματογράφος της γειτονιάς.
Υπήρχαν εποχές (1966) και αιθουσάρχες όπου νωρίς τη Κυριακή, 2-4, με ένα συμβολικό εισιτήριο, 3-7 δραχμές, έδειχναν δυο έργα. Πχ, κινηματογράφος Ορφέας του κυρίου Σκλάβου στην Δάφνη. Το βασικό, και ένα ακόμη που συχνά ήταν «ακατάλληλο» για ανήλικους. Η «μαρίδα», έμπαινε μετά, στο κατάλληλο, ή αντίθετα έβγαινε στο ακατάλληλο.
Οι ζόρικες-ακατάλληλες ταινίες κυριαρχούσαν από Δευτέρα, έως και Τετάρτη, συνήθως.
Θυμάμαι πως ακόμη και οι ταινίες του Μπέργκμαν, ήταν στη κατηγορία των «αυστηρώς ακατάλληλων». 
Για να καταλάβετε το πνεύμα της εποχής, αρκούσε και η υπόνοια ερωτικής σκηνής για να χαρακτηριστεί «ακατάλληλο» το έργο.
ΠΧ κανονική ταινία για όλη την οικογένεια ήταν: «το σημάδι του Ζορό», ή «ο Μασίστας», και η ταινία-κράχτης ήταν: «ο κόσμος τη νύχτα» (οδοιπορικό στα night club με στριπτίζ κλπ) , ή «το σοφεράκι με τη σιδερένια γροθιά» με ατέλειωτη κλοτσοπατινάδα αλλά και μια σκηνή με στριπτίζ σε κάποιο night club. Σημασία έχει πως δεν έπεφτε καρφίτσα για να δούμε και τα δυο έργα με ένα εισιτήριο. Μετά ίσως να έβρισκες θέση πολύ μπροστά. Ταυτότητα θυμάμαι, βγάζαμε για να μπαίνουμε στα ακατάλληλα έργα!
Στις προθήκες των κινηματογράφων τότε, κρεμούσαν, καρφίτσωναν, φωτογραφίες –κράχτες για να προσελκύσουν τους θεατές.
Όλα τα σημεία των φωτογραφιών που πιθανόν να έθιγαν τα «χρηστά μας ήθη» ήταν επιμελώς προστατευμένα από τα βλέμματα μικρών και μεγάλων με ένα χαρτάκι που το κρατούσε μια πινέζα, ή μόνο μια πινέζα καρφωμένη επάνω στη φωτογραφία.
Απίστευτη προστασία!
Αυτή η καημένη, η διάσημη εκτίζιαστ για την εποχή της, η Ρίτα Κάντιλακ, είχε φάει τόσες πινέζες στο φωτογραφημένο κορμί της που συντηρούσε τη βιοτεχνία που τις έφτιαχνε!
Ήτανε λοιπόν αυτή η περιβόητη «ηθική της πινέζας».
Συχνά, στη τελευταία παράσταση, οι φωτογραφίες έκαναν φτερά από τους πίνακες ανάρτησης, και συχνά, λίγο αργότερα, κάποιες τις έβρισκες στα κουτιά στο μοναστηράκι. ‘Άλλες πάλι καταλήγανε στα σπίτια συλλεκτών που αδιαφορούσαν για την ηθική αλλά στενοχωριόντουσαν για τις τρύπες από τις πινέζες και μάζευαν τις φωτογραφίες. Γιατί και τότε, η φωτογραφία ασκούσε τη δική της γοητεία ως ταπεινό έργο τέχνης.
Η ηθική της πινέζας ήταν εξαρτημένη από το νόμο προστασίας της δημόσιας αιδούς και των θεαμάτων.
Τα περισσότερα θύματα-φωτογραφίες τα βρίσκαμε στις βιτρίνες των night club, στη Τρούμπα αλλά και σε άλλες περιοχές όπου αν και χίλιο- τρυπημένες, σαν σουρωτήρια, έκαναν την δουλειά τους… αυτή της πληροφόρησης ντε για το τι περίπου θα δει ο θεατής μέσα, στο σκοτάδι. 
Εξ ου και night club!
Σήμερα τηλεόραση και τύπος δεν έχουν που να τρυπήσουν με τις πινέζες, δεν βρίσκεις καν πινέζες. Τα ΜΜΕ αναπαράγονται ψηφιακά.
Τα ήθη μας έχουν χαλαρώσει είναι αλήθεια.
Καρφί δεν μας καίγεται για τα στρινγκ και τα καυτά οπίσθια.
Έχουμε πήξει στο μάτι στις παραλίες, στους δρόμους, και στη πορνογραφία μέσα από τις ιστοσελίδες του διαδικτύου. Το γυναικείο σώμα δεν κρύβει πλέον «μυστικά και ντοκουμέντα», είναι όλα στη φόρα. Που πρωτοβάζεις πινέζα σήμερα;
Πινέζες, βάζανε και στα σημεία που οι φωτογραφίες είχαν όπλο. Αυτό πάει, το ξεπεράσαμε.
Όμως ένα άλλος πονοκέφαλος μας βρήκε με τη φωτογραφία και το βίντεο. Τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα!
Αντί πινέζας, κυριαρχεί σε όλα τα πιθανά και απίθανα πλάνα, κοντινά, ή απομακρυσμένα, το φλουτάρισμα της φωτοσούπας. Για να μη μπλέξει κανείς με το νόμο, κάνει ότι του κατέβει. Ακόμη και παλιές, Ελληνικές ταινίες τύπου "Β", έχουν υποστεί βάρβαρη λογοκρισία προκειμένου να βγουν στη τηλεόραση.
Σβησμένα πρόσωπα, θολά ευαίσθητα σημεία που προεξέχουν, "σκοτεινές δασώδεις περιοχές", όλα χαμένα.
Έτσι υποτίθεται ότι η πληροφόρηση δεν προκαλεί αναταράξεις στο γενετήσιο σύστημα, αλλά και τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα προστατεύονται.
Χάθηκαν και τα ονόματα μαζί με τις μπρούτζινες πινέζες. Όνομα καθενός τώρα έγινε η ηλικία του! Πχ, η τριανταδιάχρονη.
Όλα κι όλα, ζούμε «σε ένα κόσμο όμορφο, ηθικό, αγγελικά πλασμένο»!
Τελικά, η ηθική της πινέζας, είναι σαν…τη γραφειοκρατία. Ποτέ δεν πεθαίνει!
Ευχαριστώ για την υπομονή σας.
Γιάννης Γλυνός

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Το γιατί, και, το διότι



*γιατί φωτογραφίζουμε;

Κατά καιρούς, μόνος, ή και με φίλους, αναρωτιέμαι/αναρωτιόμαστε τι είναι αυτό που πραγματικά μας σπρώχνει να φωτογραφήσουμε (διάθεση-σκέψη), τι να φωτογραφήσουμε (θέμα), πότε και πως (τεχνική).
Είναι σοβαρός προβληματισμός για κάθε φωτογράφο που έχει πάρει το ζήτημα στα σοβαρά, νομίζω.
Η «ασθένεια» αυτή, η αμφιβολία, θα τον βρει κάποια στιγμή, δεν θα τη γλυτώσει
Σήμερα, λέω πως, οι απαντήσεις, έχουν να κάνουν και με τη φωτογραφική μας εμπειρία και την εποχή που ζούμε, και τα διαθέσιμα μέσα (τεχνολογία). Δηλαδή, διαφορετικά απάντησα (εγγράφως) πριν από δέκα περίπου χρόνια, και διαφορετικά σήμερα.
Άλλα μέσα και άλλα κίνητρα είχα τότε. 
Αλλιώς βγαίνανε οι φωτογραφίες στο χαρτί το 1975, διαφορετικά στην οθόνη το 2008.
Κάποια στιγμή, έγραψα θυμάμαι, πως φωτογραφίζω, για να μη τρελαθώ (είναι δημοσιευμένο). Ήταν όμως πρόχειρη και εύκολη απάντηση, στο γόνατο βγαλμένη καθώς λένε, γιατί τότε έτρεχα να προλάβω τις ανάγκες της πελατείας μου, από όσα θυμάμαι. Πελατείας, που σήμερα δεν υπάρχει, ωστόσο ο χρόνος για σκέψη περισσή περισσεύει σε αντιστάθμισμα.
Αρχικά, πολλά πράγματα για τη τεχνική της φωτογραφίας δεν ήξερα (στα 18 μου έτη), ούτε φυσικά και για την αισθητική της, αυτοδίδακτος γάρ.
Μου άρεσε να βλέπω φωτογραφίες γενικά, δίχως να γνωρίζω το γιατί. Και η μουσική όμως μου άρεσε, κι ο κινηματόγραφος.
Φωτογράφιζα από το 1966 με μια απλή τηλεμετρική 35 χιλιοστών και "έκαψα" πάρα πολλά μέτρα ασπρόμαυρο φιλμ.
Ελάχιστες φωτογραφίες από όλες αυτές έχουν σωθεί. Σήμερα θα έλεγα πως δεν έχουν ενδιαφέρον πέρα από την ιστορία του πως ήταν τότε η χώρα μου, ειδικά η Αθήνα και ο Πειραιάς.
Θυμάμαι, πως αρχικά φωτογράφιζα για να έχω φιλμ να εμφανίσω, να δω μαγεμένος πως καταγράφουν την ορατή πραγματικότητα ο φακός, το φιλμ και το χαρτί. 
Μου άρεσε να δω πως λειτουργούν τα χημικά, πως βλέπει ο σταθερός φακός αυτό που εγώ βλέπω. 
Οι τεχνικές μου ελλείψεις κυριαρχούσαν, δεν είχα ούτε φωτόμετρο, ούτε καλή μηχανή. Ωστόσο συνέχιζα με πάθος να τραβάω φωτογραφίες μέχρι να καταλάβω πως, με ποιο τρόπο, μόνο από το φως  και τη σκιά μπορούσε να γίνει μια φωτογραφία.
Η μαγεία αυτή της μετουσίωσης της πραγματικότητας που έβλεπα, ήταν το πρώτο που θυμάμαι ως εξαιρετικά σοβαρό κίνητρο για όσα ακολούθησαν. 
Η μετουσίωση, αφορά την απόριψη των χρωμάτων αφού τραβούσα ασπρόμαυρο, τη μετατροπή των τριών διαστάσεων σε δυο, το πάγωμα του χώρου και του χρόνου, τη γωνία λήψης.
Το θέμα, ερχόταν πάντα δεύτερο. Δεν είχε ιδιαίτερη σημασία τότε, ούτε και τώρα. 
Κυνηγούσα μόνο το φως και τη σκιά, τις τονικές διαβαθμίσεις, και βαστάτε ποδαράκια μου.
Να γιατί φωτογράφιζα αρχικά και να γιατί πίστεψα πως η φωτογραφία δρόμου είναι το είδος που μου ταίριαζε και το οποίο θα με απασχολούσε, ίσως και επαγγελματικά.
Η μεγάλη ανατροπή ήρθε με τη πρώτη μόνο-οπτική μου των 35 χιλιοστών.
Πάρα πολλά πράγματα άλλαξαν σε πολύ λίγο διάστημα.
Το ασαφές κάδρο και η περίπου εστίαση της φθηνής τηλεμετρικής έγιναν παρελθόν.
Η ακρίβεια σκόπευσης και εστίασης, η σχέση 2 προς 3, ή 1 προς 1,5 που έδινε η πρώτη μου minolta sr1s, ήταν και η πρώτη σοβαρή εμπλοκή με τη φωτογραφία και το γενικότερο προβληματισμό για το τι πραγματικά είναι η φωτογραφία.
Αυτή η απορία ήταν και είναι ίσως το πρώτο, πλέον σοβαρό κίνητρο  για να τραβώ ακόμη και σήμερα φωτογραφίες.
Πολύ σύντομα, η χαρά και η ικανοποίηση που ένοιωθα κάθε φορά που έβλεπα μέσα από το σκόπευτρο κάτι όμορφο γινότανε μέσα από τη δημιουργία, κάτι που ανάτρεψε πολλές απόψεις μου σχετικά με τον άνθρωπο, τη δημιουργία, το θείο, τη φύση, τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους.
Η φωτογραφία τοπίου, έγινε πάθος μου μεγάλο.

Ένοιωσα τεράστιο προβληματισμό γιατί πραγματικά φωτογραφίζω, πως το κάνω, τι άλλα θέματα με ενδιαφέρουν, τι νόημα έχουν όλα αυτά. Αμφέβαλα για όλα και για όλους. Οι φωτογραφίες μου, ήταν συχνά άδειες, κενά τοπία, ορίζοντες, βουνά, σύννεφα, abstract.
Σπάνια είχαν ανθρώπους, και δεν άρεσαν στους ανθρώπους.
Στράφηκα στην επαγγελματική φωτογραφία και τα πήγα καλά με τη διαφήμιση για πολλά χρόνια. Αρκεί να μη με ανάγκαζαν να δείξω πράγματα ψεύτικα.
Ταυτόχρονα έψαχνα να βρω το μυστικό της φωτογραφίας, να βεβαιωθώ πως σωστά βαδίζω, μα τίποτα δεν κόλλαγε με τις φωτογραφίες που τραβούσα και μου άρεσαν.
Άρχισα το 1975 να βλέπω τι φωτογραφίες τραβάνε οι άλλοι.
Μετά το 1980, έψαξα και στην ιστορία της φωτογραφίας, έμαθα και γνώρισα για τους μεγάλους δάσκαλους. Κάποιοι μου άρεσαν, θα ήθελα να έχω κάνει μερικές φωτογραφίες σαν τις δικές τους, αλλά τι κρίμα; Τις είχαν κάνει αυτοί πρώτοι και δεν μου άρεσε ποτέ η σκόπιμη αντιγραφή.
Μετά το 1995, η ψηφιακή φωτογραφία με έβαλε σε ένα νέο κύκλο αναζήτησης. Αλλά τώρα ήξερα πολύ καλά ότι φωτογραφίζω για να δω αν η ψηφιακή φωτογραφία θα μοιάσει με αυτή του φιλμ, αυτή που έμαθα και εμπιστεύτηκα. 
Και πάλι η θεματολογία δεν είχε σημασία καμιά, αλλά όπως πάντα προτιμούσα το τοπίο και τις όμορφες φωτοσκιάσεις.
Μετά το 1998, έπεσα με τα μούτρα στο διαδίκτυο (μεγάλο σχολείο), έμαθα πολλά παρατηρώντας και φωτογραφίες άλλων.
Διάβασα και αρκετά βιβλία, δεν φωτίστηκα ολοκληρωτικά, αλλά ένοιωσα πως κι άλλοι προβληματίζονται.
Έτσι είπα μια ημέρα.
-Μέχρι εδώ. Είμαι εγώ, είμαι αυτό που μου αρέσει, και αυτό θα κάνω. Αρκεί να υπάρχει μια μηχανή, φως, σκιά, όγκοι, ατμόσφαιρα, χώρος, κάτι που να μου αρέσει, ή να με ενοχλεί.
Αν υπάρχει και κανένας άνθρωπος; Πάει καλά.
Αν δεν υπάρχει; Δεν πειράζει.
Έτσι κι αλλιώς η μαγεία του χώρου και του χρόνου παραμένει και δίχως εμάς. 
Σκιές είμαστε στο θέατρο του παράλογου της ζωής.




Θεματολογία της φωτογραφίας. 
Μεγάλη φασαρία για το τίποτα!
Τι σχέση έχει το δυνατό, το "πιασάδικο" θέμα με τη φωτογραφία;
Το θέμα καταπίνει την φωτογραφία, όπως και η λεζάντα ποδηγετεί το θεατή. 
Τραβώ φωτογραφίες, και το «μεγάλο θέμα», αν είναι νάρθει, θε ναρθεί.
Αλλά μέχρι τότε εγώ θα φωτογραφίζω ότι μου αρέσει καθώς το βλέπω μέσα από το φακό και το σκόπευτρο, απλά γιατί ζω και βλέπω και θέλω να νιώσω λιγάκι σαν το δημιουργό μου.
Μπας και καταλάβω δηλαδή γιατί υπάρχω.
Αυτά έως το 2010.
Γιατί φωτογράφιζα από το 2011, μέχρι το φθινόπωρο 2013 είναι άλλο πράγμα.
Βασικά για να μη πάθω κατάθλιψη.
Αλλά παράλληλα, έκανα κι άλλα πράγματα το ίδιο δημιουργικά, όπως πχ έκανα μονοτυπίες, με τυπογραφικό μελάνι και χαρτί και μπόλικη καλή διάθεση. Έκανα και πολλά blog, για να μη τη πάθω τη κατάθλιψη.
Όμως η φωτογραφία πάντα ήταν εκεί και βοηθούσε, μόνο που τώρα πλέον η διάθεση, μετά την άνοιξη του 2013 άλλαξε.
Η διάθεση για φωτογραφίες έχει καταλαγιάσει αρκετά, δεν υπάρχει πλέον το παιδικό βλέμμα για το θάμα της φύσης και της ζωής. 
Η κρίση και η σκέψη βάρυναν επάνω στο γιατί φωτογραφίζω.
Μετράω τα βήματα και τη σκέψη, κι αυτό δεν βοηθάει τη φωτογραφία.
Το βλέμμα του «γερακιού» παραμένει, μα τη ψυχή του αγγέλου την απώλεσα βλέποντας το χάλι της κοινωνίας και τη βία της φτώχειας.
Φωτογράφιζα, γιατί μέχρι χτες αυτά τα προσπερνούσα δίνοντας προτεραιότητα στην ομορφιά, την αισθητική, τη ποίηση, το φως και τη σκιά, τη δημιουργία. 
Ζητούσα λιγάκι παράδεισο στη γη, μέσα από το φακό. Και μερικές φορές το βρήκα!
Βάδιζα στα σύγνεφα όμως.
Τώρα η παράλογη ζωή και δόσεις των φόρων που πνίγουν το καθένα, δεν αφήνουν χώρο για σκέψη φωτογραφική.
Από την ασχήμια και τη βία πάντα προσπαθούσα να ξεφύγω με τη δημιουργία φωτογραφιών.
Να λοιπόν γιατί φωτογράφιζα σχεδόν τα πάντα, σαν να ήμουν πρώτη θέση θεωρείο και ίσως πάλι να φωτογραφίσω με την ίδια διάθεση.
Αυτό που με πικραίνει όμως αφάνταστα είναι πως  η Ελλάδα αγρίεψε…
Δεν είναι λίγες οι φορές τα τελευταία χρόνια που τα «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα» μου δημιούργησαν φασαρίες στη μέση του πουθενά.
Δεν είναι λίγες οι φορές που με πρόσβαλλαν δίχως αφορμή.
Βρήκα το μπελά μου, επειδή απλά κοίταξα μέσα από το σκόπευτρο δίχως να φωτογραφίσω. 
Τι διάθεση να μείνει για φωτογραφίες μετά; Παρά μόνο για φωτογραφίες οργής και αγανάκτησης ίσως.
Ο κόσμος μας, αγρίεψε, χάθηκε αυτό που φωτογράφιζα, το κατάπιε το χρέος.
Τι φωτογραφίζουμε και γιατί;
Φωτογραφίζουμε λοιπόν ότι μας αρέσει, και το κάνουμε αυτό επειδή η μηχανή είναι δική μας, η ζωή αυτή είναι δική μας, η δημιουργία τρόπος επιβίωσης.
Ο χώρος και ο χρόνος δεν επανέρχονται και η πλέον απλή, τίμια, αυθόρμητη, ειλικρινής απάντηση στο "γιατί φωτογραφίζουμε" είναι:
Μα, για να δούμε πως θα βγει στη φωτογραφία αυτό που βλέπουμε, και να μας αφήσουν ύσηχους.
Τελικά, πως θα πιστέψουμε στο θείο αν δεν νοιώσουμε μέσα από τη τέχνη πως αισθάνεται ο δημιουργός όταν δημιουργεί κάτι μοναδικό;
Αυτό μάλλον ενοχλεί αφάνταστα μερικούς.

*Μερική αναθεώρηση 18 Σεπτέμβρη 2013

Γιάννης Γλυνός

αρκετές φωτογραφίες μου θα βρείτε εδώ:  http://if-photo-then-go-to.blogspot.gr/

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Αγορά φωτογραφικής μηχανής 2013


Φωτογραφική 2013
Έκδοση νεότερη, σύγχρονη, βελτιωμένη (το 2013, τώρα? ξεπερασμένη σίγουρα)


Τα δεδομένα σχετικά με τη ψηφιακή τεχνολογία αλλάζουν συνεχώς, με αποτέλεσμα δυο χρόνια μετά την αποχώρησή μου από το τεχνικό περιοδικό στο οποίο εργαζόμουν, να βλέπω «πράματα και θάματα».
Αλλαγές και κόλπα που όμως με βρίσκουν και πάλι να διαφωνώ ως προς τη χρησιμότητά τους. Χρησιμότητα που έχει πάντα να κάνει με το βαθύτερο και απώτερο νόημα της φωτογραφίας, του έλεγχου της μηχανής, της τελικής ποιότητας της φωτογραφίας, της ευχρηστίας και της αντοχής της μηχανής μας στο χρόνο.

Η φωτογραφική μηχανή, είναι πάντα ένα εργαλείο. 
Είναι ένα έξυπνο εργαλείο που τοποθετούμε μπροστά στο μάτι μας, για να δούμε και να καταγράψουμε μέσα από αυτό, το «κόσμο», δηλαδή το κόσμημα που μας περιβάλλει. Ακόμη κι όταν αισθητικά ο κόσμος είναι άσχημος, παραμένει στο βάθος «κόσμος» και η φωτογραφία στα χέρια του δημιουργικού ανθρώπου, τα καταφέρνει να βγάζει ομορφιά κι από την ασχήμια.
Όσοι προτρέχουν για τις καταναλωτικές εξελίξεις, λένε πως οι κόμπακτ φωτογραφικές μηχανές, ίσως και να μην συνεχίσουν να προσφέρονται προς αγορά αφού τα smart phones τα κάνουν όλα.
Αν πιστέψουμε κάποιον άσχετο νεαρό δημοσιογράφο, «θα είναι ένα από τα τεχνολογικά πράγματα που δεν θα υπάρχουν στα επόμενα 10 χρόνια! Μόνο οι φευγάτοι φωτογράφοι θα τις χρησιμοποιούν». 
Ίσως ναι, ίσως όχι. Οι νεκρολογίες όμως σε τι χρειάζονται;
Να υποθέσουμε πως εννοεί ότι θα συμβεί με τις κόμπακτ ότι και με τους μουσικούς δίσκους CD, τις κασέτες Video, τις συσκευές αναπαραγωγής/εγγραφής Video, τα φιλμ, τους δίσκους 33 τροφών, κλπ.
Όμως ποτέ δεν είχαμε την απαίτηση να καταλάβει ο κάθε άσχετος τι ακριβώς είναι η φωτογραφία και γιατί οι φωτογράφοι παθιάζονται τόσο με το ασπρόμαυρο, το παλιό, το έρημο, τον άνθρωπο, τη ζωή, το τοπίο, τις τεχνικές, το ντοκουμέντο και τη καλλιτεχνική φωτογραφία.

Έτσι, όσο υπάρχει ενδιαφέρον για τη φωτογραφία, θα υπάρχουν και οι φωτογραφικές μηχανές.
Τι χαρακτηριστικά θέλουμε όμως να έχει μια καλή φωτογραφική μηχανή;
Εγώ, πάντα φώναζα πως κάθε μηχανή πρέπει να έχει και οπτικό σκόπευτρο για να βλέπουμε όση ώρα θέλουμε δίχως να καταναλώνει η μηχανή ρεύμα για το LCD
Για το λόγο αυτό, βαθμολογούσα και την ευκολία αυτή περισσότερο. 
Έτσι για πλάκα, δοκιμάστε μια φορά να σκοπεύσετε για σιλουέτα, κόντρα στον ήλιο με μια φωτογραφική που έχει μόνο έγχρωμη οθόνη. 
Άμα καταφέρετε να δείτε το θέμα σας, ελάτε να τα πούμε. 
Η βασικότερη χρησιμότητα της έγχρωμης οθόνης είναι η πρόσβαση στις πολλαπλές ρυθμίσεις, κι ο έλεγχος των φωτογραφιών που έχουμε λάβει. 
Δεν είναι η ευκολία σκόπευσης.

Αυτό που βλέπουμε σήμερα τι είναι;
Οι μεγάλες έγχρωμες οθόνες κυριαρχούν, και από τη στιγμή που τα smart phones και τα tablets διαθέτουν τεράστιες οθόνες είναι λογικό οι καταναλωτές που δεν καταλαβαίνουν πολλά από φωτογραφία, να επιλέγουν να φωτογραφίζουν ακόμη και μέσα από οθόνες 7 ιντσών! 
Δεν είναι αστείο, αλλά μόνο μια φτηνή-προσιτή κόμπακτ έχει οπτικό σκόπευτρο σήμερα.
Πάντα φώναζα πως η ποιότητα της ψηφιακής φωτογραφίας δεν είναι μόνο θέμα ανάλυσης, αλλά η σχέση του μεγέθους του αισθητήρα με τον αριθμό των εικονοστοιχείων που φιλοξενεί. 
Δηλαδή, ακόμη μια φορά, το μέγεθος των εικονοστοιχείων και ο αριθμός τους βάζει όρια και αυτά τα έχουμε δει, τα έχουμε μετρήσει, τα γνωρίζουμε πλέον πολύ καλά. Με απλά λόγια, η ποιότητα φωτογραφίας από ένα μικρό σε διαστάσεις αισθητήρα των 14 και 16 Mpixels μιας κόμπακτ, ή ενός smart phones είναι απαράδεκτη αν τη συγκρίνουμε με μια ανάλογη φωτογραφία που έχει τραβηχτεί με DSLR που "φοράει" μεγάλο αισθητήρα.
Το όριο που έχει καταγραφεί είναι 6-8 Mpixels για τις κόμπακτ.
Θα πείτε πως υπάρχουν και οι mirror less. Ναι μεν αλλά, έχουν ποιο μεγάλο αισθητήρα αλλά δεν έχουν καθαρό οπτικό σκόπευτρο και επομένως η σκόπευση γίνεται κρατώντας τες και κοιτάζοντας από μακριά.
Είναι σαν να κρατάμε ένα μωράκι που μόλις έχει λερωθεί πλήρως, για να μη μας πάρει η μπόχα.
Ποτέ δεν κατάλαβα αυτή τη λογική του ηλεκτρονικού σκοπεύτρου όταν το άλλο, έστω και το τύπου Γαλιλαίου μας δίνει τσάμπα σκόπευση. Η σχετική ανακρίβεια του σκοπεύτρου αυτού, στη φωτογραφία ντοκουμέντο που τραβάμε από κάποια απόσταση δεν είναι τρομερό πρόβλημα.

Και τώρα η αυτονομία.
Πρώτο θέμα οι μπαταρίες. Έχουμε δυο πράγματα να σκεφτούμε.
Πρώτο, εγώ θέλω αυτονομία για τουλάχιστον 500 λήψεις, και δεύτερο, από το πρωί , μέχρι το βράδυ, να μπορώ να κάνω συνεχόμενη φωτογράφηση με μικρά διαλύματα. Χωρίς άγχος για τη κατανάλωση. 
Μια, ή δυο κάρτες αποθήκευσης δεν κοστίζουν πλέον μια περιουσία.
Άρα θέλουμε είτε 2-3 ειδικές επαναφορτιζόμενες μπαταρίες λιθίου, ή αρκετές αλκαλικές ΑΑ. Μια κόμπακτ, με σκόπευση από το οπτικό σκόπευτρο, άνετα θα δώσει πάνω από 550 λήψεις δίχως φλας, δίχως ενεργό το LCD, παρά μόνο για σποραδικό έλεγχο και κάποιες ίσως ειδικές ρυθμίσεις.
Η λογική του smart phone, ή της ταμπλέτας, δεν νομίζω ότι βολεύει ούτε ότι θα αφήσει ενέργεια στο τέλος της ημερήσιας φωτογραφικής εξόρμησης για κάποια βασικά τηλεφωνήματα, ή άλλες απαραίτητες λειτουργίες, απλά γιατί δεν έχουν σχεδιαστεί ειδικά για αυτή τη χρήση.
Βασικό πρόβλημα επίσης είναι πως οι ειδικές μπαταρίες αντέχουν στην αρχή, είναι δύσκολο όμως να βρεθούν 2-3 χρόνια μετά την αρχική κυκλοφορία. Και, καμιά μπαταρία δεν θα αντέξει για 4 χρόνια.
Ακολουθεί έτσι ολοένα μικρότερη αυτονομία φωτογράφησης, παρά τις πολλές ώρες φόρτησης.

Κατά τα άλλα, τα πολλά αυτόματα ειδικά προγράμματα δεν βοηθάνε. 
Διότι, ή ξέρεις φωτογραφία, ή δεν ξέρεις.
Αν δεν ξέρεις, μη περιμένεις ποτέ οι αυτοματισμοί να σου λύσουν το ειδικό πρόβλημα, όσο ειδικό πρόγραμμα κι αν έχουν σχεδιαστεί για να αντιμετωπίσουν. 
Κι αν πάλι ξέρεις δεν σου χρειάζονται γιατί μόνος θα αντιμετωπίσεις ποιο σίγουρα και γρήγορα το ειδικό τεχνικό πρόβλημα.
Τα πολλά αυτόματα ειδικά προγράμματα είναι μόνο για τους κατέχοντες λίγα από όλα, και τελικώς τίποτα.
Ας αφήσουμε που μέχρι να βρεις το κατάλληλο ειδικό πρόγραμμα για το πουλάκι, αυτό θα έχει πετάξει!
Δεν αρκεί όμως να διαθέτει λίγα αλλά σωστά προγράμματα η μηχανή, πρέπει να είναι και άμεσα διαθέσιμα, προσβάσιμα.

Η ποιότητα κατασκευής που κάποτε μάθαμε, πάει. 
Το συμπιεσμένο κόστος τα «πάτησε» όλα. Μόνο οι πολύ ακριβές κόμπακτ έχουν καλή – σχεδόν άριστη ποιότητα κατασκευής. 
Ωστόσο πάντα μια πολύ ακριβή κόμπακτ θα είναι υποδεέστερη επιλογή συγκριτικά με μια DSLR, αν μας ενδιαφέρει η απόδοση και η ποιότητα, που πρέπει να είναι πάντα η πρώτη επιλογή μας.
Έτσι σήμερα τα πράγματα ίσως δείχνουν πως οι κόμπακτ βαίνουν προς εξαφάνιση.
Ίσως να μην είναι η πρώτη σκέψη και επιλογή του καταναλωτή, ίσως και ποτέ ο καταναλωτής να μην καταλάβει τι τον «κτύπησε» από τη πρώτη του επαφή με τη φωτογραφία.
Ίσως και οι περισσότεροι φωτογράφοι να μη συλλάβουν ποτέ το απώτερο νόημα της τέχνης αυτής. 
Όμως προγνώσεις αυτού του τύπου της νεκρολογίας 10 χρόνια πριν για το θα συμβεί ίσως 10 χρόνια μετά, δεν βοηθάνε και δεν προσφέρουν τίποτα απολύτως και σε κανένα.
Υπάρχει ασφαλώς και η πιθανότητα μετά από 10 χρόνια το επάγγελμα του φωτογράφου να μην υπάρχει, αν αυτό εννοεί η «Κασσάνδρα». Θα δούμε.
Εγώ πάντα θα λέω πως καλό είναι να έχουμε και μια καλή-φθηνή κόμπακτ, ή και μια ακριβή, αν αντέχουμε την αγορά. Αλλά σίγουρα η κόμπακτ έχει ακόμη πολλά να προσφέρει.

Λίγα λόγια ακόμη και κλείνω.
Μια μικρή, φθηνή κόμπακτ, με οπτικό σκόπευτρο, φωτεινό φακό f:2,8, 3-5 φορές ζουμ, ανάλυση άντε και 8 Mpixel, και με μπαταρίες ΑΑ αλκαλικές είναι μια χαρά επιλογή για τα επόμενα χρόνια, κι ας είμαστε καλά να τη χαρούμε.
Αν δεν μπορείτε να βρείτε μια, πάρτε τη φθηνότερη κόμπακτ αγνοώντας την ανάλυση πάνω από τα 10 Mpixel και μια DSLR και πάλι αδιαφορώντας για τα πολλά και άχρηστα Mpixel (10-12 αρκούν) και δεν θα μετανιώσετε.


Γιάννης Γλυνός

Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

τεχνολογία για τα μπάζα;

Έχουμε πάθει μια, τεχνολογία.


Με κομμένη σχεδόν την ανάσα ο κόσμος βλέπει το δημιούργημά μας να καταρρέει.
Ο "κόσμος" μας, από κόσμημα μετατρέπεται σε ένα έκτρωμα.
Μιλάμε για τόνους και βουνά από σκουπίδια και σκραπ, άχρηστα ίσως και μη ανακυκλώσιμα προϊόντα που κόστισαν περιουσίες.
Μιλάμε για λαούς που υποφέρουν από τη πείνα και τις αρρώστιες, απλά γιατί δεν κατάφεραν να ενσωματώσουν τις καινούριες τεχνολογίες.
Αυτ'η είναι μια αίσθηση όμως που κάποιοι αντιλαμβάνονται, κάποιοι όχι.
Οι αισιόδοξοι πχ, νομίζουν, πιστεύουν πως όλα καλά βαίνουν.
Οι αδιάφοροι, φυσικά αδιαφορούν.
Και οι απαισιόδοξοι και σκεπτικιστές, λένε πως οι αισιόδοξοι, δεν μπορεί παρά να είναι ηλίθιοι, τυφλοί, ή τρελοί για να μη αντιλαμβάνονται που πάει το "κόσμημά" μας.
Εγώ, σήμερα, βλέποντας το ημερολόγιο να πλησιάζει στο τέλος του Αυγούστου του 2013, και με βάση τα δεδομένα που έχω, πήρα "μολύβι και χαρτί", δηλαδή το πληκτρολόγιο, για να καταγράψω μερικά πράγματα που μας ταλανίζουν μα δεν παίρνουμε κάβο.
Όλα κι όλα, η τεχνολογία τρέχει και όλα τα ψηφιακά είναι άριστα και μονόδρομος, καθώς μας λένε οι τεχνοκράτες "παν τι ψηφιακόν = άριστον".
Προσέξτε κάτι, αυτή είναι μια άποψη διατυπωμένη από κάποιο "σοβαρό" τεχνοκράτη, δεν είναι δική μου.
Με τίποτα.
Ωραία λοιπόν, έτσι είναι αν έτσι νομίζετε.
Πάρτε όμως ένα σημερινό έξυπνο, και ένα ηλίθιο κινητό από τα πρώτα που κυκλοφόρησαν με μπαταρίες ιόντων λιθίου, ένα στο κάθε χέρι.
Πρώτη παρατήρηση, το κόστος είναι σημαντικά μεγαλύτερο, οι δυνατότητες τεράστιες πλην άχρηστες, κάνουν πολλά περισσότερα, αλλά ποτέ δεν είναι απλά και εύχρηστα, παίρνουν μόνα τους πρωτοβουλίες, ανοίγουν, μπαίνουν στο ιντερνέτ, καλούν, κλειδώνουν, ψάχνουν το πιν, "αρρωσταίνουν", κλπ.
Είναι τόσο καλά, που σας δίνουν και ένα κάθε χρόνο σε αντικατάσταση του παλιού. Απλά, ο χρόνος ζωής είναι 12 μήνες!
Τα παλιά τηλέφωνα τώρα. Ο κάτοχος είχε μόνο αυτός τη δυνατότητα χειρισμού. Λίγες σχετικά εφαρμογές και απλές.
Και στο κάτω -κάτω, ένα τηλεφώνημα θέλω να κάνω βασικά.
Ίσως εγώ να είμαι old fashion, αλλά εγώ είμαι ο αγοραστής και χειριστής.
Τελικά τα πέταξα όλα τα smartphone και πήρα ένα απλό που διπλώνει και έτσι ανοίγει και κλείνει μόνο όταν εγώ θελήσω. Απλά πράγματα.







Πάρτε τις φωτογραφικές μηχανές.
Λύσσαξαν να καταργηθεί το φιλμ, "θάνατος στο φιλμ" κραύγαζαν και έσκουζαν ήδη από την εποχή των 640Χ480 ιχνοστοιχείων.
Δε λέω κόστος και δυσκολίες στην εμφάνιση και επεξεργασία, όμως όπλιζες τη μηχανή, και περίμενες, και τραβούσες μόνο όταν ήθελες, και το φωτόμετρο μόνο ήθελε μια φορά το χρόνο μια μικρή μπαταρία.
Πήραμε πλήρως αυτόματες μηχανές, με 4, ή 8 μπαταρίες ΑΑ, μετά αλλάξαμε σε ειδικές λιθίου. Θυμάμαι κάποιους που πούλησαν σε εξευτελιστική τιμή θαυμάσιες φωτογραφικές για φιλμ για να αποκτήσουν μια από τις πρώτες ψηφιακές των 2 Mpixel!
Μετά, περάσαμε στις ψηφιακές κόμπακτ 3 Mpixel.
Η αυτονομία τους μόνο με ειδικές μπαταρίες μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν υποφερτή. Ας αφήσουμε την απόδοση απέξω.
Σήμερα, μια πολύ καλή ψηφιακή φωτογραφική των 4 εκατομμυρίων εικονοστοιχείων, που κόστιζε κάποτε 400€, χρειάζεται και μια ειδική μπαταρία που κοστίζει 100€ η αυθεντική.
Όμως, με 100€ ο καταναλωτής αγοράζει σήμερα μια σύγχρονη ψηφιακή κόμπακτ με τρομακτική ανάλυση 16 Mpixel, με δυνατότητα για λήψη βίντεο, σταθεροποιητή εικόνας, υψηλή ευαισθησία 3200 ISO , πάρα πολλά αλλά σχεδόν άχρηστα προγράμματα (για όσους γνωρίζουν), πλαστική και με τεράστια οθόνη σκόπευσης, δίχως όμως οπτικό σκόπευτρο, που είναι και το βασικό, νομίζω.
Και πάμε τώρα να βρούμε σήμερα μια ειδική μπαταρία για τη παλιά, καλή μας ψηφιακή κόμπακτ, με το μεταλλικό σκάφος και το οπτικό σκόπευτρο, την εξαιρετική ποιότητα κατασκευής και πολύ καλή ποιότητα φωτογραφίας με αισθητήρα μόλις 4 Mpixel.
Προβλήματα: υψηλό κόστος αγοράς αυθεντικής μπαταρίας.
Αναγκαστικά θα πάμε στη μαϊμού. Θέλουμε πάντα 2 μπαταρίες, έτσι δεν είναι; Όμως οι μπαταρίες πρέπει να είναι φρέσκιες, δεν μπορούν να αποθηκευτούν για πάνω από 3-4 μήνες, έστω κι αν δεν έχουν φορτιστεί ποτέ.
Συχνά θα χρειαστεί να περιμένουμε μέχρι να έρθει καινούργιο φορτίο. Η αυτονομία σε ηλεκτρική ενέργεια παραμένει πονοκέφαλος με τις ψηφιακές συσκευές, παρά τη τεχνολογία.
Βάλαμε δηλαδή στο κεφάλι μας μεγάλο μπελά. Παλιά αγοράζαμε ένα ή δυο φιλμ, τραβάγαμε λίγες και καλές, προσεγμένες φωτογραφίες και τώρα θέλουμε μερικές κάρτες με κάμποσα GBytes, και φυσικά μπαταρίες για πολλαπλάσιες όμως ανόητες φωτογραφίες.
Θα πει κάποιος ότι εγώ μπορώ να μείνω πίσω τεχνολογικά. Μα εγώ πάντα περίμενα να "ωριμάσει " η τεχνολογία, οι επεξεργαστές, το λογισμικό, κλπ.
Αλλά πάντα το πρόβλημα ήταν εκεί, όταν η τεχνολογία ήταν πλέον ώριμη, ήταν και παρωχημένη! Σήμερα βλέπουμε πως κάτι πάει να γίνει με τις μπαταρίες, αλλά σε όλα τα άλλα ο κίνδυνος τα αρχεία να μην είναι αναγνώσιμα από τις μελλοντικές συσκευές είναι πάντα προ των πυλών.
Και έχω πολλές τέτοιες ώριμες τεχνολογικά συσκευές που δεν ξέρω που να τις πετάξω. Και ποιός πλήρωσε όλη αυτή τη τεχνολογία;
Η απάντηση είναι πάντα μια: Σιγή ασυρμάτου.
Σήμερα όχι μόνο δεν βρίσκεις εύκολα φιλμ, όχι μόνο δεν βρίσκεις κάποιον να τα εμφανίσει, αλλά δεν υπάρχουν ούτε αξιόλογοι σαρωτές αν θελήσει κάποιος να γεφυρώσει το χάσμα των τεχνολογικών γενεών που μας ταλανίζει.
Ψηφιακές μηχανές σαν τη Canon G3 δεν υπάρχουν πλέον, οι μπαταρίες είναι ακριβές και δύσκολα βρίσκεις (εκτός από μαϊμούδες).
Η Olympus C5050, που λειτουργεί με 4 ΑΑ αλκαλικές, είναι πάντα μάχιμη. Ωστόσο τα 4 Mpixel μας φαίνονται πολύ λίγα και μόνο οι απίστευτοι φακοί τους με f/1,8 και f/2 και τα οπτικά σκόπευτρα μας κάνουν να καταλαβαίνουμε πως χάσαμε την αθωότητά μας.
Και να που φτάσαμε στα θαυμάσια μηχανάκια αναπαραγωγής ήχου MP3 με τις ενσωματωμένες ειδικές μπαταρίες τύπου i-pod.
 Όλα καλά, όλα ανθηρά, μόνο που κάποια στιγμή οι μπαταρίες που έχουν κολλημένες στα σωθικά τους,  τα "φτύνουν" ολοσχερώς. Οι συσκευές αυτές δεν ανοίγουν για να αλλαχθεί η μπαταρία, όπως όλες οι άλλες πχ κινητά τηλέφωνα. Κι αν ανοίξουν, είναι τόσο "περίτεχνα" μικρές και με κλωτσημένες μικρές βίδες, που δεν θα κλείσουν ποτέ ξανά.
Άρα, σε κάθε περίπτωση μιλάμε για ψηφιακή τεχνολογία με ημερομηνία λήξης.
Λήξης που έζησα πολλάκις περιχαρής όσο δεν περιγράφεται και σχεδόν πάντα, ένα απίστευτα μικρό διάστημα μετά την λήξη εγγύησης. Πχ δίσκος, μάνα, κάρτα γραφικών, 3 ημέρες μετά τη λήξη. Κι όχι μια συσκευή, αλλά πολλές.
Λες και έχουν φυτέψει κάποιο κύκλωμα αυτοκαταστροφής, πέρα από τις ειδικές μπαταρίες.
Μπορείτε να γελάσετε όσο θέλετε, να σκεφθείτε ό,τι θέλετε, όμως οι ζημιές έχουν πάντα να κάνουν με τη χρήση και σας εύχομαι να μη σας τύχουν. Τουλάχιστον να μη τύχουν μέχρι να περάσει η κρίση αυτή, που έχω ακούσει μερικούς να λένε:
-Μα, για ποια κρίση μιλάτε;
Ναι, πάντα υπάρχουν κάποιοι που δεν παίρνουν κάβο.

Αυτά.

Γιάννης Γλυνός

Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

Αγιον Όρος 49 χρόνια πριν.

All photos by John Glynos
you may copy only for personal use

φωτογραφική: minolta SR-T101
film HP4, HP5, developer ID48,
print paper AGFA Record Rapid
Σκαναρισμένες φωτογραφίες 18Χ24

















































































































Όλες οι φωτογραφίες έχουν τραβηχτεί με μια Minolta SR 1s, 
με 3 βασικούς φακούς, σε φιλμ Ilford HP5.
Υπολογισμός έκθεσης γινόετανε στο περίπου, με το μάτι.
Δεν υπήρχε χρόνος για φωτομέτρηση με προσπίπτον, 
η μηχανή δεν είχε φωτόμετρο, αλλά γενικά δεν πήγε κι άσχημα.
"Καύσιμα": νερό, καρβέλι ψωμί, το γλυκό που ήταν για το πάτερ Εφραίμ.
Ήταν νεαρός τότε που είχε πάει στο Όρος λίγους μήνες πριν.