Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

imagine-imaging-photo

 

        Σκέψεις για τις σχέσεις φωτογραφίας – ζωγραφικής.



Η φωτογραφία δεν είναι κατ’ ανάγκη picture ή image, ούτε είναι εικόνα (λατρευτική), θα μπορούσε όμως να γίνει πίνακας με συγκεκριμένη διαδικασία.
Με δικά μου λόγια, πίνακας - picture paint, ζωγραφιά, ζωγραφικό έργο τέχνης είναι λέξεις, έννοιες για κάθε τι που έχει δημιουργηθεί δια της ψυχής, της νόησης και της χειρός.
Είχε γίνει αποδεκτό, μας είχανε πείσει, μέχρι την έλευση της φωτογραφίας, πως το εικαστικό έργο τέχνης δεν μπορεί να προκύψει αυτόματα με τη χρήση κάποιας μηχανής. Όμως και καμιά σημαντική φωτογραφία δεν είναι αποτέλεσμα που θα προκύψει απλά από το πάτημα ενός κουμπιού. Είναι επομένως αφορισμός και υπερβολή να θεωρούμε τη φωτογραφία υποδεέστερη της ζωγραφικής, και υπάρχουν πλέον πάρα πολλές θαυμάσιες φωτογραφίες που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει.
Η φωτογραφία είναι και αυτή τέχνη, ωστόσο διαφέρει σε αρκετά σημεία από τη ζωγραφική αλλά στο βάθος είναι στενός συγγενής πρώτου βαθμού.
Υπάρχουν αρκετά κοινά, όπως πχ το πλαίσιο-κάδρο, δυο διαστάσεις, «εικόνα» παράσταση, σύνθεση ή θέμα, ένα οπτικό αποτύπωμα, φόρμες, σκιές, χρώματα, μήνυμα ίσως κλπ.
Αν γενικεύσουμε το αποτέλεσμα, και οι δυο τέχνες παράγουν αποτυπώματα, κάποιοι χρησιμοποιούν τον όρο εικόνα – image γενικότερα, που έχουν γίνει μηχανικά από τη φωτογραφική μηχανή, ή δια χειρός οδηγούμενης από τη φαντασία του ζωγράφου.
Και οι δυο τέχνες αντλούν θέματα από την ορατή πραγματικότητα, αλλά όχι πάντα.
Η ζωγραφική ερμηνεύει το ορατό, αλλά η φωτογραφία το καταγράφει όπως φαίνεται από το φως που δέχεται.
Η φωτογραφία εξαρτάται άμεσα και περισσότερο από τη πραγματικότητα (δύναμη και αδυναμία), παρά η ζωγραφική.



Με τη πάροδο και τη πρόοδο και οι δυο τέχνες προσπαθούν να αυτονομηθούν από την ορατή πραγματικότητα κατά περίπτωση και δημιουργό ανάλογα και με τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής. Πχ ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος άλλαξε άρδην την κοινωνική δομή και την αισθητική του κόσμου. Επόμενο ήταν να αλλάξουν και οι ζωγράφοι και οι φωτογράφοι τη θεματολογία τους και το τρόπο δημιουργίας.
Εικόνα - image, ήτανε αρχικά το ομοίωμα ενός πράγματος (ζώα, κυνήγι κλπ), η οπτική του ερμηνεία, που έχει γίνει από τον άνθρωπο επάνω σε μια επιφάνεια.
Στην αρχή (ζωγραφική των σπηλαίων) ο άνθρωπος χρησιμοποίησε υλικά όπως το κάρβουνο, χρωστικές έτοιμες από τη φύση, ή ακόμη και το αίμα!
Μέσα από μια περίπλοκη διαδικασία, μυαλό και μάτι οδηγούν το χέρι να μετασχηματίσει στοιχεία από την ορατή πραγματικότητα, ή από ένα όραμα, σε μια εικόνα χρησιμοποιώντας μια επιφάνεια δυο διαστάσεων, αρχικά δίχως πλαίσιο και όρια πχ σε ένα βράχο της σπηλιάς που κατοικούσε.
Οι περιορισμοί του κάδρου (συγκεκριμένες διαστάσεις) προέκυψαν με τη πρόοδο των τεχνών από τα τυποποιημένα μεγέθη χαρτιού, καμβά, υλικών γενικότερα.




Η έννοια της εικόνας στη ζωγραφική παραπέμπει στη θρησκευτική κυρίως εικόνα και ξεκίνησε ως ανάγκη για θρησκευτική και λατρευτική εκδήλωση (ευχή για καλό κυνήγι, εξευμενισμό των ανεξήγητων φυσικών φαινόμενων και των θεών για παράδειγμα).
Η εικόνα διαφέρει από το ζωγραφικό πίνακα που είναι το επόμενο στάδιο της ζωγραφικής ως προς το ότι το εικονιζόμενο θέμα δεν προσεγγίζεται πλέον δογματικά και λατρευτικά, αλλά οπτικά και αισθητικά. Έχει δηλαδή απελευθερωθεί ο πίνακας από το λατρευτικό στόχο. Ένας ζωγραφικός πίνακας για παράδειγμα δεν έχει θέση σε ένα ιερό ναό. Μια εικόνα αγίου όμως βρίσκεται ακριβώς εκεί που πρέπει. Είναι άσχετο αν κάποιοι επιλέγουν να κρεμάσουν και εικόνες στο σπίτι τους από αγάπη στον άγιο ή την αγιογραφία.
Ο νεότερος ζωγραφικός πίνακας, είναι απελευθερωμένος και από την εικόνα-ομοίωμα ως προς κάτι υπαρκτό και αναγνωρίσιμο.



Όσο για τη πιστή καταγραφή της ορατής πραγματικότητας υπάρχει πλέον ο ειδικός που είναι η φωτογραφία από το 1830 και ειδικά μετά το 1900. Έτσι η ζωγραφική διάλεξε τους δικούς της δρόμους ειδικά μετά το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Στην ιστορία της ζωγραφικής έχουν καταγραφεί διάφορες κοινωνικές και αισθητικές τάσεις. Ωστόσο τα πρώτα χρόνια από το 1830 μέχρι το 1900, η φωτογραφία κατακτά το ευρύ κοινό αν και υπάρχει έντονος ανταγωνισμός καλλιτεχνικός, ιδεολογικός και οικονομικός στις ανώτερες τάξεις καθώς η ασχολία με τα εικαστικά (ζωγραφική, χαρακτική, φωτογραφία) παραμένει ακριβό σπορ.
Όσο για τη ζωγραφική, πάντα ήταν ακριβή, ήταν μόνο για τις ελίτ και ήταν υποταγμένη στον ακαδημαϊσμό με ικανότατους μεν τεχνίτες-ζωγράφους δημιουργούς, υπηρετούσε όμως την άρχουσα τάξη, τους βασιλείς και πλούσιους. Κανείς εργαζόμενος η μικροαστός δεν ήταν σε θέση να απολαύσει ένα πίνακα, πόσο μάλλον να τον αγοράσει. Αλλά και τα πρώτα χρόνια η ασχολία με τη φωτογραφία δεν ήταν ούτε εύκολη ούτε οικονομική διέξοδος για τους κοινούς θνητούς που ασφυκτιούσαν κάτω από την υπερ-εκμετάλλευση και τις άθλιες συνθήκες ζωής.



Οι ζωγράφοι, και οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι ήταν επόμενο να μη δουν με καλό μάτι αυτό το λαϊκό εκδημοκρατισμό της τέχνης μέσα από τη φωτογραφία. Αλλά είχαν απολέσει και την όποια επαφή με τον ευρύ κοινωνικό ιστό από την ώρα που δεν μπορούσε ο “ιστός” αυτός να αγοράσει ένα έργο τους. Για πρώτη φορά η φωτογραφική μηχανή προσφέρει τη δυνατότητα να μπορεί να δημιουργήσει ο καθένας φωτογραφίες που έστω να ομοιάζουν σε πίνακες, ή να ανοίγουν ένα καινούριο δρόμο στην εικονογράφηση, τη διαφήμιση, την ενημέρωση, τις εκδόσεις, τη μόρφωση, την έρευνα και τη προσωπική δημιουργία-καλλιτεχνία, γιατί όχι;
Αν αρχίσουμε να κρίνουμε τη φωτογραφία τότε και τώρα, αυτή η εχθρική και υπεροπτική στάση θα πρέπει να υπολογιστεί πολύ σοβαρά καθώς δεν έχει εξαφανισθεί.
Αλλά δεν ήταν μόνο η φωτογραφία που αντιμετώπιζε δυσκολίες. Ήταν και σημαντικοί νεωτεριστές ζωγράφοι όπως ο Van Gogh που έζησε μια ζωή κόλαση, πέθανε παρεξηγημένος και πτωχός. Πούλησε μονάχα ένα πίνακα όσο ζούσε και σήμερα οι πίνακές του έχουν ανυπολόγιστη αξία.
Αξίζει να αναρωτηθούμε στο σημείο αυτό: ποιο είναι το απώτερο νόημα της τέχνης; Ποιόν βοηθάει;, ποιόν εξυπηρετεί;
Από την ιστορία της ζωής του, προκύπτει πως η ζωγραφική ήταν η μοναδική του αγάπη και η διέξοδος για να νιώσει άνθρωπος πριν τρελαθεί εντελώς.
Παρακαλώ, κρατήστε το αυτό και να το θυμηθείτε όταν αναρωτηθείτε γιατί φωτογραφίζουμε.



Η αμεσότητα καταγραφής μιας φωτογραφίας ακολούθησε τους ρυθμούς της ζωής της βιομηχανικής επανάστασης, το κόστος της φωτογραφίας αν και υψηλό αρχικά (μέχρι και το 1930), ήταν καταφανώς μικρότερο του ζωγραφικού πίνακα, ακόμη και ενός χαρακτικού ανατύπου. Ο κόσμος άρχισε να αγοράζει φωτογραφικές μηχανές, χημικά, φιλμ, χαρτιά και να συλλέγει φωτογραφίες είτε ως αναμνηστικές είτε ως απόδειξη ότι υπήρξε, είτε ως καθαρά προσωπικές αισθητικές δημιουργίες, και να το απολαμβάνει.
Σήμερα (2020) το κόστος της φωτογραφίας είναι ελάχιστο, μόνο η αγορά της μηχανής και ενός καλού φακού κοστίζει σε σημείο που το κοινό να δυσκολεύεται να τα αποκτήσει. Εκατομμύρια φωτογραφικές μηχανές κάθε τύπου και κινητά τηλέφωνα στα χέρια του κοινού λειτουργούν ως εκατομμύρια μάτια που συλλέγουν και καταγράφουν πληροφορίες και δημιουργίες.
Ως έργο τέχνης ήταν αδιανόητο να δεχτούν οι μεγαλοαστοί, οι άρχοντες και οι πλούσιοι τη φωτογραφία, που είχαν ενοχληθεί τρομερά από τη δημιουργική της δύναμη και τη δημοκρατική εξάπλωσή της.



Να θυμηθούμε πρέπει επίσης πότε δόθηκε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες μας. Μιλάμε δηλαδή για άλλοθι δημοκρατίας και σε δόσεις. Όσο για τη δυσκολίες στη δημιουργία ενός ζωγραφικού πίνακα παρατηρούμε μια ολοένα μεγαλύτερη δεινότητα που συνοδεύεται όμως από ένα προσεταιρισμό της ζωγραφικής από την άρχουσα τάξη που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τη κομματική τέχνη των Ναζί και των Σοβιετικών. Όλα διαθέσιμα στην υπηρεσία του θέματος, του σκοπού, της μεγάλης ιδέας.
Με τη πάροδο του χρόνου η ζωγραφική έγινε μουσειακή, απόμακρο είδος, αλλά εμπορεύσιμο, ευκαιρία για επένδυση, επίδειξη και κέρδος. Δεν άργησε να ακολουθήσει και η φωτογραφία με τις χαμηλές τιμές , που ωστόσο δεν συμβαδίζουν με την ευκολία αναπαραγωγής και την ευρεία της διάδοση στο κοινό.
Ήταν επόμενο ορισμένοι ανήσυχοι ζωγράφοι να θελήσουν να ξεφύγουν από αυτό το βρόγχο του θανάτου, να δημιουργήσουν κάτι που η φωτογραφία δεν μπορούσε. Έτσι την περίοδο που κυριαρχεί η καθαρή, κλασσική, πραγματική φωτογραφία (1955-1980), δηλαδή η χρυσή εποχή της φωτογραφίας και των μεγάλων φωτογράφων, καταγράφονται και οι παρουσίες ζωγράφων που αφήνουν στην άκρη όλα όσα είχαν καταξιωθεί, καταργούν το “θέμα” που αντιγράφει κάτι γνωστό, κατανοητό, αναμενόμενο, μουσειακό, ακαδημαϊκό, λάδι η πορτρέτο, τοπίο, κλπ. Στρέφονται προς μια τέχνη καθαρά προσωπική, ανθρωποκεντρική, που συχνά αδιαφορεί εντελώς για τα κοινωνικά προβλήματα εφόσον και η κοινωνία αδιαφορεί για μια τέχνη που δεν κατανοεί και δεν μπορεί να αγοράσει.



Εδώ και πολλά χρόνια μόνο οι έχοντες μπορούν να αγοράσουν πίνακες και έργα τέχνης. Όλοι αυτοί θεωρούν τη φωτογραφία άνευ ενδιαφέροντος, μέχρι που κάποιοι επενδυτές αποφάσισαν πως και οι φωτογραφίες ειδικά των φωτογράφων που έφυγαν από τη ζωή, μπορεί να γίνουν εμπόρευμα! Αυτό ήτανε!
Αν κάποιος σήμερα μπορεί να αγοράσει ένα πίνακα, ή μια φωτογραφία μόνο και μόνο επειδή πραγματικά του αρέσει, θα είναι ο απόλυτος φιλότεχνος!
Θα αναφέρω μόνο ζωγράφους που αγάπησα, το Van Gogh, Γκωγκέν, Τζάκσον Πόλλοκ, Πωλ Κλεε, Καντίνσκυ για να γίνει κατανοητό πως βλέπω τη ζωγραφική. Δεν αναφέρω τους χαράκτες γιατί είναι ακόμη ποιο προσωπική και δυνατή η απόλαυση των έργων τους, πράγμα που δεν είναι αποδεκτό ευθέως από τους κλασσικούς ζωγράφους και φιλότεχνους.



Κατά πόσο ομοιάζει στο πραγματικό το εικονιζόμενο θέμα της ζωγραφιάς τους δεν είναι περιοριστικό ή αισθητικό πρόβλημα για τους πίνακές τους που μερικοί είναι απαλλαγμένοι από κάτι αναγνωρίσιμο από τον ορατό κόσμο μας. Χρώματα ακόμη και αδιάλυτα (όπως βγαίνουν από το σωληνάριο), γραμμές, “μουτζούρες” επάνω σε μια επιφάνεια κατά προτίμηση μεγάλη, εκρηκτικά χρώματα η χρώματα που αναπτύσσονται αρμονικά, ή χαοτικά, σχέδια που δεν παραπέμπουν σε κάτι γνωστό κλπ. Βασανισμένα έργα αλλά και γεμάτα φρεσκάδα, ωστόσο θέλανε το χρόνο τους. Ακόμη ο Van Gogh παρουσιάζει ένα σχέδιο και χρώματα που κανείς σώφρων δεν μπορεί να δεχτεί ότι ομοιάζουν με τη πραγματικότητα.
Όλους τους πολέμησε το κατεστημένο που δεν ανέχεται εύκολα ανατρεπτικούς νεωτερισμούς αν δεν αποκτήσουν πρώτα μουσειακές αξίες προς επένδυση!
Η φωτογραφία αντίθετα με τη ζωγραφική κάθε είδους, είναι μια πολύ σύντομης διάρκειας (1/125 του δευτερολέπτου αρκεί) μηχανική καταγραφή του ειδώλου (φωτός) που ανακλά ένα αντικείμενο, μια φόρμα, ή μια επιφάνεια προς το μάτι-φακό της μηχανής. Μια φωτογραφία λαμβάνεται με τη βοήθεια της φωτογραφικής μηχανής επάνω σε μια ευαίσθητη επιφάνεια στο φως (φιλμ/αισθητήρας). Η μηχανή που παρεμβάλλεται ανάμεσα στο μάτι του παρατηρητή και το αντικείμενο ελέγχεται πλήρως από το φωτογράφο ως προς την επιλογή της θέσης του φακού της μηχανής στο χώρο, το χρόνο έκθεσης, τις ειδικές ρυθμίσεις και τον προγραμματισμό της.
Σε γενικές γραμμές η φωτογραφία, ειδικά η έγχρωμη, υπό προϋποθέσεις φυσικά, προσφέρει τη ποιο πιστή και αντικειμενική καταγραφή της ορατής πραγματικότητας σε σχέση με την εικόνα, η τον πίνακα και αποκτάται πολύ ποιο άμεσα, μηχανικά και εύκολα συγκριτικά.
Είναι επομένως λογικό η θαυμάσια αλλά απόμακρη ζωγραφική που προσπάθησε να καταγράψει το ορατό με οποιοδήποτε τεχνική να κάνει στην άκρη και να δώσει τόπο στη φωτογραφία αφού κανείς πλέον δεν μπορούσε να την αγοράσει.
Ωστόσο, ακόμη και η φωτογραφία είναι η εικόνα του αντικειμένου κι όχι το ίδιο το αντικείμενο. Αυτό είναι κοινό γνώρισμα της εικόνας, του πίνακα και της φωτογραφίας και μερικές φορές περιπλέκει τα πράγματα όταν χρειαστεί να κρίνουμε το εικαστικό έργο τέχνης ως προς το είδος του.
φωτογραφία με φίλτρο υπερυθρο, μηχανή sony S85

Πως θα κρίνουμε επομένως αυτό που βλέπουμε; Ως φωτογραφία ; Η ως ζωγραφιά; Η μήπως ως κάτι καινούριο; Όπως ψηφιακή εικόνα;- digital image - imaging.
Από αυτή την άποψη μπορούμε να μιλάμε γενικότερα για την έννοια image – και τη διευρυμένη σήμερα βιομηχανία του imaging που περιλαμβάνει και τη ψηφιακή φωτογραφία.
Υπάρχει αρκετή σύγχυση εννοιών γύρω από θέματα τέχνης και θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι και οι φωτογραφίες, ειδικά οι αξιόλογες, λειτουργούν αυτόνομα.
Οι φωτογραφίες ούτε εικόνες είναι, ούτε πίνακες, αλλά βασικά είναι ένα νέο αυτόνομο είδος. Είναι φωτογραφίες και αυτό θα έπρεπε να αρκεί καθώς είναι αρκούντως ξεχωριστές και διαφορετικές στην όψη από κάθε έργο που έχει δημιουργηθεί «δια χειρός».
Ισοπεδωτικά και γενικόλογα μπορούμε να ονομάσουμε τις φωτογραφίες και “εικόνες” ή “πίνακες”, ωστόσο οι έννοιες αυτές παραπέμπουν σε άλλα εικαστικά προϊόντα αν θελήσουμε να είμαστε ακριβείς και να σεβόμαστε τη γλώσσα μας.
Οι ξένοι όμως με ευκολία και πολύ συχνά ονομάζουν τις φωτογραφίες τους «pictures», αντί να τις πουν photos / photographs που είναι πολύ ποιο εύστοχο. Εμείς παπαγαλίζουμε ξεχνώντας πως φωτογραφία=γραφή φωτός, δηλαδή καθαρά ελληνική έκφραση.



Μπορεί η φωτογραφία στο σύνολό της να θεωρηθεί υπό-κατηγορία της εικόνας με τη λογική του πίνακα (image, picture) εφόσον είναι πιθανό να τη κρεμάσουμε σε ένα τοίχο. Ωστόσο ως αυτόνομο είδος διαθέτει σημαντικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, για τα οποία έγινε αποδεκτή από το ευρύ κοινό.

Τα βασικότερα είναι:

α) η εύκολη αμεσότητα λήψης χωρίς πολλές γνώσεις (θεωρητικά),

β) το «αντικειμενικό» πάγωμα του χώρου-χρόνου,

γ) η σχεδόν εντελώς πιστή καταγραφή της ορατής πραγματικότητας, αλλά υπό όρους,

δ) η ευκολία μαζικής αναπαραγωγής.

Αυτές είναι μοναδικές δυνατότητες

η πλάτη της κοπελιάς μου










για τις οποίες καθιερώθηκε η φωτογραφία ευρέως στο κόσμο και ανταγωνίσθηκε εξ αρχής τη ζωγραφική.
Ειδικά σε θέματα οικονομικής, γρήγορης και πιστής καταγραφής της πραγματικότητας φάνηκαν οι όποιες «αδυναμίες» και ιδιαιτερότητες της ζωγραφικής. Η φωτογραφία έγινε μια νέα παγκόσμια οπτική γλώσσα καθώς απλά και μόνο δείχνει δίχως να ομιλεί, δεν κραυγάζει, δεν καθοδηγεί το θεατή που μπορεί μόνος του να ερμηνεύσει αυτό που βλέπει.
Για να έρθουμε τώρα στη κοινωνική σημασία της φωτογραφίας και της ζωγραφικής, και οι δυο τέχνες κάτω από την ονομασία imaging, έχουν υποταχθεί πλήρως στο σύστημα εκμετάλλευσης και χειραγώγησης του κοινού δια των οικονομικών εφαρμογών όπως: διαφήμιση, ρεπορτάζ, ενημέρωση, ΜΜΕ, μόδα, εκπαίδευση, τηλεόραση κυρίως, περιοδικά εφημερίδες, gallery, βιομηχανικό σχέδιο, δημοσιότητα, κλπ.
Δηλαδή δεν άλλαξε τίποτα από την εποχή της ακαδημαϊκής τέχνης των ολίγων πέρα από το ότι ο καθένας νέος, η ώριμος, ή μεσήλικας μπορεί πλέον να τραβάει φωτογραφίες, ή να ζωγραφίζει αν θέλει εύκολα, με το φακό του τηλεφώνου η της μηχανής, η με ένα πινέλο η κάρβουνο η μελάνι (έστω και μουντζούρες) δίχως σπουδές που κοστίζουν τραβάνε σε πολλά χρόνια. Και φυσικά δεν χρειάζεται κανενός την έγκριση.
Αυτό είναι μια πραγματική αλλαγή άσχετα αν παράγει αποτελέσματα αμφίβολης αισθητικής (κατά τους φιλόλογους και ακαδημαϊκούς της τέχνης). Αυτή θα έρθει με την εμπειρία, αν βοηθήσει και η εκπαίδευση (υποχρέωση του κράτους).



Ένα από τα αισθητικά προβλήματα που ταλανίζει τους φωτογράφους, είναι το κατα πόσον είναι δυνατό να είναι τέχνη κάτι που αντιγράφει τη φύση και την ορατή πραγματικότητα.
Να λοιπόν κάτι που έγραψε ο Van Gogh:
-Είσαι πολύ μικρός άνθρωπε να νομίζεις ότι ο εξωτερικός κόσμος δεν έχει καμιά ζωγραφική αξία αυτός καθαυτός και ότι παίρνει καλλιτεχνικό νόημα από τη στιγμή που τον βλέπεις εσύ.
Αν κοιτάξεις με περισσότερη προσοχή τη γύρω πραγματικότητα, θα βρεις ότι έχει μια δική της 
υπόσταση και ζωή το ίδιο αξιόλογη με τη δική σου!



Αυτή η σκέψη, παρατήρηση αν θέλετε, αφορά και τη φωτογραφία και τους φωτογράφους.
Ναι είναι τέχνη να βλέπεις και να ανακαλύπτεις την ομορφιά που σε περιβάλλει, γιατί ζεις στο παράδεισο και συνεχώς σε κάθε ευκαιρία το μετατρέπεις σε κόλαση ανθρωπάκο!
Αλλά κάποιοι δεν θέλουνε οι άνθρωποι να ζουν ανθρώπινα. Έτσι οι δημιουργοί αντιδρούν δημιουργώντας ο καθένας με τα όπλα του.
Μπορεί να γίνει η να μοιάσει σε ζωγραφικό πίνακα, ή σε μια εικόνα, η φωτογραφία αλλά πρέπει να χάσει αρκετά από τα ειδικά χαρακτηριστικά της με βασικότερο την πιστή, ψυχρή και αντικειμενική (όσο γίνεται) ομοιότητα ως προς την ορατή πραγματικότητα. Από κάθε φωτογραφία, σε γενικές γραμμές ο κόσμος περιμένει καταγραφή, κι όχι ερμηνεία του πραγματικού.
Αρχικά οι πρώτοι φωτογράφοι ασχολήθηκαν με τις εικονογραφικές-ζωγραφικές δυνατότητες της φωτογραφικής μηχανής και της φωτογραφίας, έτσι προσπάθησαν με σχετική ευκολία (ατέλεια φακού και υλικών) να αποδώσουν ατμόσφαιρα και αισθητική σε διαβαθμίσεις του γκρίζου ως το θέμα να είχε αποδοθεί από ζωγράφο. Οι πρώτες φωτογραφίες ομοίαζαν περισσότερο σε ασπρόμαυρες χαράξεις-ζωγραφιές-σχέδια. Μη ξεχνάμε πως αρκετοί από τους πρώτους φωτογράφους αλλά και μετά, ήταν αρχικά ζωγράφοι.



Σήμερα έχουμε ακόμη μια μεγάλη διαφωνία και ένταση ανάμεσα σε ζωγράφους και φωτογράφους καθώς ζωγράφοι χρησιμοποιούν, φωτογραφικές μηχανές και φωτογραφίες ως σημεία αναφοράς για να δημιουργήσουν πίνακες. Αλλά έχουμε και φωτογράφους που χρησιμοποιούν τη φωτογραφική μηχανή και τα ενσωματωμένα έτοιμα ειδικά προγράμματα (αλγόριθμοι) προκειμένου να βγάλουν άμεσα, μηχανικά και γρήγορα φωτογραφίες που να ομοιάζουν περισσότερο σε ζωγραφικούς πίνακες παρά σε πιστές φωτογραφίες της ορατής πραγματικότητας.
Έχουμε δηλαδή πλήρη ελευθερία χρήσης του μέσου για δημιουργικούς σκοπούς. Όμως τόσοι οι οπαδοί της «πραγματικής» φωτογραφίας, όσο και οι ζωγράφοι κάθε σχολής και αντίληψης βάλλουν κατά παντός νεωτεριστή, ειδικά αν είναι φωτογράφος και τολμήσει να μιμηθεί τη ζωγραφική.
Είμαι αυτοδίδακτος φωτογράφος, έχοντας κάνει επί τρία έτη ελεύθερο σχέδιο, χρώμα, ζωγραφική, σκίτσο και χαρακτική δεν κατανοώ το γιατί θα έπρεπε σήμερα να φωτογραφίζω μονάχα ως φωτογράφος οπαδός της πραγματικής φωτογραφίας της εποχής του 1960-1980.

Γιάννης Γλυνός




Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2020

Εισαγωγή σε ένα πολυθέαμα του 2006

 

Το κείμενο αυτό, το έγραψα και το διάβασα στο κοινό για τη συγκεκριμένη παρουσίαση στο τέλος των μαθημάτων 2005-2006 στο σύλλογό μας στα Σπάτα, τον Ιούνιο του 2006.

Καλησπέρα.

Είμαι ο Γιάννης Γλυνός, ο δάσκαλος της φωτογραφίας.

Θα πούμε λίγα πράγματα για να κατανοήσετε ευκολότερα το θέαμα που θα ακολουθήσει και στη συνέχεια θα σας δείξουμε τις φωτογραφίες.

Η φωτογραφία ως εφεύρεση ανακοινώθηκε επίσημα από την Γαλλική ακαδημία στο κοινό το 1829.

Έχουνε περάσει 177 χρόνια φωτογραφικής πορείας μέσα από τεράστιες ανακαλύψεις, κοινωνικές ανακατατάξεις, δυο παγκόσμιους πολέμους και αμέτρητους μικρότερους, δυο βιομηχανικές επαναστάσεις, καλλιτεχνικές και πολιτικές θεωρίες και αμφισβητήσεις.

Η πλησιέστερη τέχνη στη φωτογραφία είναι η ζωγραφική, δεν πρέπει όμως να  την συγκρίνουμε με αυτή γιατί διαφέρουν στον τρόπο δημιουργίας του αποτελέσματος.

Η βασικότερη διαφορά είναι πως οι ζωγράφοι αρχίζουν από μια άδεια επιφάνεια (κάδρο-τελάρο),  προσθέτουν θέματα  και τα συνθέτουν οδηγώντας το χέρι με το μυαλό και την φαντασία.

Αντίθετα, οι φωτογράφοι αρχίζουν από κάτι έτοιμο. Επιλέγουν ένα υπάρχον, ορατό θέμα από τον χώρο και προσπαθούν με το μάτι και το αισθητικό τους κριτήριο (μάτι γερακιού και ψυχή αγγέλλου) να συνθέσουν μέσα από ένα παράθυρο στο κόσμο (κάδρο και οπτική γωνία) αφήνοντας  απ’ έξω ότι απορρίπτουν αισθητικά. Επιλέγουν τέλος το φωτισμό αν είναι εφικτό, και τον χρόνο  που θα φωτογραφήσουν για να μετατρέψουν σε μια στιγμή (από 1/60-1/250 του δευτερολέπτου) την φύση σε προσωπική άποψη και από αυτό προκύπτει η τέχνη τους.

 Η φωτογραφία εντάσσεται σήμερα στην τέχνη της ακίνητης εικόνας και δεν έχει να αντιπαλέψει μόνο με την πραγματικότητα και τους θεατές. Πρέπει η φωτογραφία να πείσει και τον ίδιο τον φωτογράφο για την αξία της καθώς για να φωτογραφηθεί κάτι, πρέπει πρώτα να υπάρξει και όχι μόνο αυτό, αλλά πρέπει και να φωτισθεί. Αλλά και αυτό δεν αρκεί, πρέπει ο φωτογράφος να είναι έτοιμος να αναγνωρίσει άμεσα αν ένα θέμα αξίζει να φωτογραφηθεί και πως θα πρέπει να γίνει αυτό τεχνικά, δημιουργικά και εκ του ασφαλούς για να μην χάνει πολύτιμες στιγμές-θέματα. Και πως θα γίνουν όλα αυτά; Απλά φωτογραφίζοντας όσο γίνεται περισσότερο.

Σήμερα, 177 χρόνια μετά την ανακοίνωση της εφεύρεσης της φωτογραφίας, η φωτογραφία έχει πάρα πολλές εφαρμογές, οι περισσότερες φωτογραφικές μηχανές έχουν γίνει αυτόματες, είναι μικρές και έχουν τεράστιες δυνατότητες. Μια από τις εφαρμογές της φωτογραφίας, είναι αυτό το πολύ-θέαμα που θα δούμε απόψε.

Το πολύ-θέαμα μπορεί να έχει ταυτόχρονη προβολή μίας, η περισσότερων φωτογραφιών με συνοδεία μουσικής, με ένα προβολέα, ή περισσότερους. 

Όμως ο σωστός τρόπος για να δούμε φωτογραφίες, είναι μια προς μια είτε τυπωμένη σε φωτογραφικό χαρτί (ένα λεύκωμα ίσως), είτε σε ικανοποιητικό μέγεθος σε ψηφιακή μορφή. Η συνοδεία της μουσικής δεν προσθέτει κάτι.

Σήμερα, οι άνθρωποι φωτογραφίζουν ερασιτεχνικά για να έχουν τις αναμνήσεις τους, φωτογραφίζουν και επαγγελματικά για να ζήσουν , ή απλά φωτογραφίζουν για την χαρά της δημιουργίας.

Η φωτογραφία διδάσκεται, οι σχολές φωτογραφίας και οι φωτογραφικοί σύλλογοι έχουν πληθύνει, πραγματοποιούνται ταχύρρυθμα σεμινάρια και υπάρχει διαθέσιμη τεράστια βιβλιογραφία.  

Φωτογραφίζω από τα 18 και πλησιάζω τα 60. Είμαι διευθυντής φωτογραφίας σε ένα από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οργανισμούς της χώρας και συντάκτης για θέματα σχετικά με την φωτογραφία. Έχω οργανώσει σεμινάρια ψηφιακής φωτογραφίας για φωτογράφους σε πανελλήνια κλίμακα  και πιστεύω ότι όπως βλέπουμε μπορούμε και να φωτογραφίζουμε, αρκεί κάποιος να μας δείξει τα βασικά και στην συνέχεια να μας βοηθήσει δείχνοντας πώς να βλέπουμε φωτογραφικά.

Τη χρονιά αυτή, 2006, εκτός από τις τυπωμένες φωτογραφίες που εκθέτουμε στην είσοδο, αποφασίσαμε να σας δείξουμε και ένα σύντομο μικρό πολύ-θέαμα με φωτογραφίες του καθενός και καθεμιάς που είναι ίσως περισσότερο εύπεπτο και εντυπωσιακό για το κοινό μας χάρη και στη μουσική συνοδεία.

Οι φωτογράφοι είμαστε λίγοι αναλογικά σε σχέση με το σύνολο. Συνήθως θα μας δείτε με μια μηχανή στο χέρι να ζούμε στον κόσμο μας φωτογραφίζοντας. Γιατί όμως φωτογραφίζουμε; Τι φωτογραφίζουμε;

Όταν ο φωτογράφος μας δείχνει μια καλλιτεχνική φωτογραφία δεν ζητάει ανταλλάγματα, αυτό που θέλει να μας πει είναι «δείτε τι είδα». Εμείς με τη σειρά μας αν έχουμε ασκηθεί να βλέπουμε θα καταλάβουμε μέσα από μια φωτογραφία τον άνθρωπο και έτσι πετυχαίνουμε μια μορφή επικοινωνίας. Φωτογραφίζουμε λοιπόν για να δημιουργήσουμε και δείχνουμε τις φωτογραφίες μας για να επικοινωνήσουμε αυτό που αισθανόμαστε.

Η καλλιτεχνική φωτογραφία είναι κάτι εντελώς προσωπικό. Ο φωτογράφος που εκθέτει μια φωτογραφία πρώτα εκτίθεται ο ίδιος σε εμάς. Κάνει λάθος όμως όποιος προσπαθεί να προσεγγίσει την όποια μορφή καλής τέχνης μόνο με την λογική.

Όσο για την τέχνη της φωτογραφίας, η ιδιαίτερη γοητεία της βρίσκεται στο ότι είναι ταπεινή, άχρηστη, φθηνή, εφήμερη, εύκολη και προσιτή σχεδόν σε όλους. Αυτή η ευκολία εκ πρώτης φαίνεται ότι αναιρεί την αξία της, έτσι η φωτογραφία αποκτά την σημασία που της δίνει ο καθένας και αυτό είναι ιδιαίτερα προκλητικό και ταυτόχρονα δημιουργικό.  Πρέπει να γνωρίζουμε πως κάθε αξιόλογη φωτογραφία είναι άπαξ και δια παντός,  και έτσι ξεπερνά το εφήμερο.

 Λίγα λόγια για την εκδήλωση που αρχίζει αμέσως.

Οι φωτογραφίες που θα δείτε τώρα είναι όλες ψηφιακές, η παρουσίαση θα γίνει από ένα ψηφιακό προβολέα με όλα τα υπέρ και τα κατά για την ποιότητα της εικόνας.

Οι  φωτογράφοι έχουν επιλέξει τη μουσική που συνοδεύει τις φωτογραφίες τους και θα παρατηρήσετε πόσο η μια τέχνη βοηθάει την άλλη. Κάθε φωτογραφία θα παραμένει στην οθόνη έως 4 δευτερόλεπτα. Θα σας δείξουμε έτσι τι μας άρεσε να φωτογραφήσουμε.  

 Αν βλέποντας κάποια φωτογραφία σας έρθει στο μυαλό η κλασσική ατάκα «μια φωτογραφία =1000 λέξεις» να γνωρίζετε ότι η φωτογραφία δεν έχει στόμα, δεν φωνάζει, δεν μιλάει, δεν λέει τίποτα. Ίσως μια λεζάντα για το τι είναι αυτό που βλέπετε να βοηθούσε τη λογική, αλλά θα σας περιόριζε την αισθητική απόλαυση και τη φαντασία.

Εμείς αντί λεζάντας επιλέξαμε τη μουσική για να σας φτιάξουμε λίγο το κέφι καθώς οι φωτογραφίες μόνες τους είναι αισθαντικές, μοναχικές και μελαγχολικές.  

 Ίσως μερικές φωτογραφίες να σας αρέσουν περισσότερο από κάποιες άλλες, και έτσι πρέπει να είναι γιατί κάθε τι αξιολογείται πάντα σε σχέση με άλλα απρόβλεπτα πράγματα και εμπειρίες.

Με άλλα λόγια το ωραίο δεν υπάρχει χωρίς το άσχημο, και ανάποδα. 

Και τώρα χαλαρώσετε για να δείτε τις φωτογραφίες.

Γιάννης Γλυνός

Ιούνιος 2006

Σπάτα

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020

Ευχή; ή μήπως κατάρα;



Να αυξάνεστε, και να πληθύνεστε, και να κατακυριεύσετε τη γη!

Ναι, αλλά μέχρι πότε;

ΓΗ: Εμβαδόν επιφάνειας 510.072.000 χλμ.2.

από αυτά τα 148.940.000 χλμ.2 είναι ξηρά (βουνά, ζούγκλες, έρημοι, πυκνά δάση, κλπ).

Επάνω στη γη είμαστε 7.500.000.000 άνθρωποι, και βλέπουμε...

Αλλά ακόμη κι αν όλα αυτά τετραγωνικά χιλιόμετρα ήταν ικανά να δώσουν τροφή και στέγη στους ανθρώπους που τη κατοικούν το 2020, η διαίρεση δίνει ένα αριθμό τρομακτικό ως προς το χώρο που αναλογεί σε κάθε ένα από, εμάς.

Δηλαδή, έχουμε 148.940.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η 148.940.000.000 μ.

Είναι τετραγωνικά, για να τα μοιράσουμε σε 7,5 δις. που μας δίνει 19,85866 τετραγωνικά μέτρα για κάθε ένα αν είναι τυχερός και δεν του πέσει βουνοκορφή, παγετός, έρημος κλπ.

Αν βγάλουμε τα βουνά, τα ποτάμια, τις ζούγκλες, τα πυκνά δάση απομένουν λιγότερα μέτρα.

Το μόνο που αλλάζει λίγο τη κατάσταση είναι οι μεγάλες πυκνοκατοικημένες πόλεις με τη τραγική ζωή που απολαμβάνουν αναγκαστικά οι άνθρωποι εκεί.

Αν όμως απλώσουμε όλα αυτά τα εκατομμύρια κατοίκων που ζουν σε πολυώροφα κτήρια, δεν απομένει χώρος ούτε για καλλιέργειες και διατροφή.

Να είμαστε λοιπόν καλά να “γεννοβολάμε” ; η μήπως είναι ώρα να το σκεφτούμε πάλι;

Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

το στραβό κλίμα




Ήτανε στραβό το κλίμα, το έφαγε κι ο γάιδαρος, κι απόγινε! 

Οι πρώτες αξιόλογες ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές βγήκαν στην αγορά μετά το 1999. Αξιόλογες θεωρούσα τότε όσες πρόσφεραν ποιότητα φωτογραφίας περίπου σαν αυτή του φιλμ για μέγεθος εκτύπωσης 13Χ18 έως και 18Χ24 (300 dpi). Δηλαδή ελάχιστη ανάλυση αισθητήρα 3 Mpixel. Ο μεγαλύτερος σε διαστάσεις οικονομικός αισθητήρας ήταν τότε μεγέθους DX. Σήμερα, με πλήρους μεγέθους αισθητήρες και αναλύσεις ασύλληπτες για την τότε εποχή, τα αποτελέσματα είναι σαφώς ποιο κοντά στη ποιότητα του φιλμ για ακόμη ποιο καλές ψηφιακές φωτογραφίες και μεγαλύτερες διαστάσεις εκτύπωσης.

Ακόμη, δεν αποδέχομαι φωτογραφική μηχανή ως αξιόλογη αν η σκόπευση δεν είναι dSLR, δηλαδή οπτικό σκόπευτρο, μέσα από το φακό, δια μέσου καθρέφτη. Είναι η μόνη σκόπευση ακριβείας που δίνει το μέγιστο έλεγχο και οικονομία λειτουργίας, δηλαδή μπορείς να κοιτάς μέσα από το φακό όσο θέλεις δίχως να εξαντλείς τη μπαταρία.

Μέχρι και το 2010 η φωτογραφική βιομηχανία, imaging καθώς μας επιβλήθηκε, είχε βγάλει στα ράφια πάρα πολλές αξιόλογες μηχανές με κόστος από 500 € και άνω...

Αγόραζα μηχανές μέχρι το 2010.

Το 2011 πήρα σύνταξη, σταμάτησα να αγοράζω μηχανές, αλλά δεν σταμάτησα να παίρνω φωτογραφίες. Συχνά χρησιμοποιώ παλιότερες μηχανές για να έχω μια αίσθηση της προόδου.

Όμως, υπάρχει πάντα ένα μεγάλο “όμως”, και είναι αυτό που ανατρέπει την τεχνολογία, την καθιστά άχρηστη και όλα όσα έχουμε σχεδιάσει και επενδύσει καταλήγουν σε μια θέση στα μουσεία. Αν βρεθεί θέση.

Με την έλευση της ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής και μετά το 1998-99, πάρα πολλές φωτογραφικές που “καίγανε” φιλμ πήγαν προοδευτικά στα αζήτητα.

Προβλήματα. 

Πρόσφατα , το 2019, ξέθαψα μια ξεχασμένη Pentax ΜΧ σε άριστη κατάσταση, αλλά δεν βρήκα μπαταρία για το φωτόμετρο. Με μεγάλη δυσκολία βρήκα μερικά φιλμάκια. Έτσι τράβηξα χωρίς φωτομέτρηση, εμπειρικά και θυμήθηκα τα παλιά.

Όμως, μετά δεν υπήρχε κάποιος να τα εμφανίσει! Ευτυχώς είχα σκόνες χημικά. Έτσι έστησα και πάλι σκοτεινό θάλαμο, κι όλα “σχεδόν” καλά.

Ξανά πρόβλημα, που να βρεθεί σαρωτής (scanner) συμβατός με τα καινούρια laptop; Έτσι χρειάστηκα μια ψηφιακή Sony a100 με φακό Minolta macro 1:1 που ευτυχώς είχε μπαταρία που δεν είχε πεθάνει! Κατασκεύασα και ένα ειδικό φωτιστικό κουτί με μάσκα-οδηγό 24Χ36.

Τα τρία φιλμάκια πέρασαν σαν ψηφιακά αρχεία στην αθανασία μετά πολλών βασάνων.

Το μέγεθος της καταστροφής. 

Δεν έχει υπολογιστεί πλήρως πόσες μηχανές για φιλμ διαφόρων διαστάσεων αχρηστεύτηκαν οριστικά. Αλλά αυτά έχει η “πρόοδος” πέρα από τα όποια κοινωνικά, αισθητικά, προβλήματα.

Μέχρι εδώ δεν έχουμε κανένα στραβό κλίμα, αλλά έχουμε ένα κλίμα που σχεδόν ξεράθηκε, τελεία και παύλα. Πόσοι απόμειναν για να τραβήξουν φιλμ;

Και ερχόμαστε τώρα στα ζωντανά, αλλά στραβά κλίματα που βαδίζουν ολοταχώς και αυτά στο χαμό.

Βαβυλωνία. 

Σήμερα όλες οι ψηφιακές φωτογραφικές γράφουν το φως επάνω σε ένα αισθητήρα που αργά, ή γρήγορα είναι δεδομένο πως θα “πεθάνει”. Το κόστος των φωτογραφήσεων έχει μειωθεί δραματικά σε αναλώσιμα, αλλά όχι και σε εξοπλισμό (μηχανή, φακοί, φωτιστικά, μνήμες, μπαταρίες, λογισμικό κλπ).

Η αντοχή του κλείστρου (δεδομένο κατασκευαστικά) επηρεάζει άμεσα το κόστος της κάθε φωτογραφικής μηχανής. Ένα οικονομικό κλείστρο μπορεί να δώσει 30.000 έως 100.000 κύκλους. Ένα καλό μπορεί να είναι εγγυημένο για 200.000 έως 1.000.000 κύκλους.

Και ένα κορυφαίο κλείστρο, μπορεί να αντέξει άγνωστο για πόσους κύκλους πάνω από 1.000.000!Ίσως η μηχανή να παρουσιάσει άλλο πρόβλημα πριν το τέλος του κλείστρου αυτού.

Όμως δεν έχω υπερβεί με καμιά μηχανή το όριο των 100.000 κύκλων και επομένως δεν έχω εντοπίσει πρόβλημα.

Η σκόνη επάνω στον αισθητήρα ήταν πολύ μεγάλο πρόβλημα.

Έχω δυο φωτογραφικές μηχανές dSLR της δεκαετίας 2000-2010 με καταστραμμένους αισθητήρες στη προσπάθεια καθαρισμού από τη σκόνη. Οι νεώτερες μηχανές μάλλον έχουν ξεπεράσει το πρόβλημα με την υπέρ-υψηλή δόνηση του αισθητήρα.

Όλες οι ψηφιακές ρουφάνε το ρεύμα σαν σφουγγάρια και κάθε καινούριο μοντέλο (σχεδόν) θέλει καινούρια ειδική μπαταρία ιόντων λιθίου επαναφορτιζόμενη (σχήμα, επαφές βολτ,αμπέρ).

Οι κατασκευαστές μπαταριών και η πείρα λένε μια καινούρια μπαταρία κάθε τρία το πολύ χρόνια. Ναι;

Όμως πολύ δύσκολα θα βρεθούν οι ειδικές αυτές μπαταρίες για παλιά μοντέλα πέντε ετών και πέρα, και αν δεν βρεθούν; η μηχανή θα είναι άχρηστη. Ασχέτως κόστους αγοράς, ποιότητας κατασκευής και φωτογραφικής απόδοσης, δίχως ρεύμα η μηχανή είναι πεθαμένη. Θα έπρεπε λογικά οι μπαταρίες να έχουν τυποποιηθεί ως προς την ειδική κατασκευή και να είναι όσο γίνεται ποιο συμβατές. Γιατί είναι άδικο, παράλογο, ληστρικό, μια ψηφιακή μηχανή των 2.000 έως 10.000€ να αχρηστεύεται επειδή δεν υπάρχει μπαταρία!

Άλλο ένα στραβό κλίμα. 

Όλες οι ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές που είναι φορητές, σχεδιασμένες για εξωτερική φωτογράφηση, χρειάζονται κάρτες μνήμης. Όμως κάποιες μνήμες έχουν εξαφανισθεί από την αγορά.. Μια κάρτα μνήμης έχει υπολογισθεί πως μπορεί να γράψει μέχρι 30.000-33.000 φορές αρχεία, πριν “πεθάνει”. Και ποιος μέτρησε ποτέ πόσες φορές χρησιμοποίησε μια κάρτα; Έτσι αν η μηχανή σας αναζητά μόνο μια κάρτα πχ Memory Stick Pro, ή μια XD που δεν υπάρχει, τότε ξεχάστε τη. 

Αλλά ακόμη κι αν δέχεται μια CF μόνο 1-2 GB, και πάλι πολύ δύσκολα θα βρεθεί τόσο μικρή καινούρια. Οι παλιότερες μηχανές δεν αναγνωρίζουν μεγάλες , ή γρήγορες κάρτες.

Το πρόβλημα ασυμβατότητας με το λογισμικό της μηχανής καραδοκεί στα σκοτεινά… 

Άλλο στραβό; κάποιες μηχανές του 1999-2010 επικοινωνούν με τον υπολογιστή μόνο με ειδικό καλώδιο και πρωτόκολλο 1394. Τρέξε να βρεις υπολογιστή με 1394, η καλώδιο, η βύσμα.

Για έναν ερασιτέχνη φωτογράφο, ακόμη κι αν τραβάει 20.000 λήψεις το χρόνο, μια καλή μηχανή θα αντέξει αρκετά χρόνια, σίγουρα πάνω από πέντε η έξι. Ένας επαγγελματίας συνήθως τραβάει 50.000 λήψεις , και άνω με μια μηχανή σε ένα χρόνο.

Έτσι μια πρώτη λογική υπαγορεύει την αγορά μιας καλής, έως πολύ καλής φωτογραφικής μηχανής, με κόστος στα όρια της αντοχής της τσέπης του φωτογράφου.

Η άλλη λογική, υπαγορεύει την αγορά μιας οικονομικής dSLR μηχανής με τη πρόβλεψη να υπάρχουν μπαταρίες και κάρτες μνήμης το πολύ για 5-6 χρόνια (το λιγότερο δυο αλλαγές μπαταρίας, μία ανά δυο έτη για σιγουριά στην αυτονομία). Και για μεν τις κάρτες δεν υπάρχει όριο ηλικίας αν δεν χρησιμοποιηθούν, αλλά για τις μπαταρίες το όριο είναι 2-3 έτη, το πολύ, ακόμη και αν δεν φορτιστούν για πρώτη φορά.

Οι μπαταρίες γερνάνε έτσι κι αλλιώς από την επόμενη της ημέρας κατασκευής. 

Έτσι, αν σκεφτούμε τα οικονομικά προβλήματα και τους εντατικούς ρυθμούς που εργάζονται οι επαγγελματίες φωτογράφοι, που τις λιώνουν τις μηχανές, τότε πραγματικά το πρόβλημα της ψηφιακής φωτογραφίας είναι πολύ ποιο μεγάλο από όσο είχαμε λογαριάσει.

Το φιλμ δεν πέθανε ακόμη, μπορεί κανείς να βρει φιλμ, αλλά το κόστος του και η επεξεργασία, βάρυναν πολύ.

Παραδείγματα μηχανών για φλμ:

Asahi Pentax 6X7, δεν υπάρχει μπαταρία, τα φιλμ νο 120 ποιος θα τα εμφανίσει; που θα ψηφιοποιηθούνε;

Asahi Pentax MX, και Spotmatic, δεν υπάρχει μπαταρία για το φωτόμετρο.

Canon EOS 1 Ν rs, με 10 καρέ/δευτερόλεπτο σε 5 δεύτερα έχει τραβήξει μια κασέτα 36 στάσεων, και έχει ειστρέψει το φιλμ στη κασέτα! Κόστος φωτογράφησης; κάντε το λογαριασμό εσείς.

Παραδείγματα ψηφιακών μηχανών:

Leica Digilux 3, κόστος με φακό Leica πάνω από 2.500 € την ημέρα αγοράς, και δεν υπάρχει καινούρια μπαταρία.

Sony R1, δεν υπάρχει Memory Stick pro, αλλά ευτυχώς δέχεται και CF

Nikon D1 και D1X, α) επικοινωνία με υπολογιστή μέσα από 1394, β) κάρτες CF με λίγα GB, γ) ειδικές μπαταρίες NiMh.

Olympus E1, E3, E5, διατηρήθηκε ο αισθητήρας 4/3 όμως άλλαξε το πρότυπο και έγιναν mirrorless. Οι φακοί μόνο με ειδικό -ακριβό εξάρτημα ίσως ταιριάξουν.

Συχνά έχω εντοπίσει ασυμβατότητες μηχανών με διάφορες μνήμες γνωστών κατασκευαστών είτε σε χωρητικότητα, είτε σε ταχύτητα, είτε σε πρωτόκολλα.

Αυτά είναι μόνο όσα ξέρω από πρώτο χέρι.

Και ο μεν τυπικός ερασιτέχνης μπορεί να καταλήξει με μια κόμπακτ ασύλληπτης ανάλυσης (πχ 12-24 MPixel) με υπέρ-ζουμ, αλλά ο απαιτητικός φωτογράφος και ο επαγγελματίας είναι καταδικασμένοι σκλάβοι, φόρου υποτελείς της βιομηχανίας του imaging και της τεχνολογίας. Εφόσον κάθε 5-10 χρόνια πρέπει να αλλάζουν μηχανές, σώματα, φακούς, μπαταρίες κλπ. Πέρα από τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης, του περιορισμού των φωτογραφήσεων, των κακοπληρωτών, και όλων των άλλων δυσκολιών, έχουν να αντιμετωπίσουν και το ξαφνικό θάνατο του εξοπλισμού τους από την έλλειψη τροφοδοσίας και τις ασυμβατότητες. Ας αφήσουμε που αρκετά εργοστάσια σταμάτησαν να παράγουν μηχανές.

Να πούμε και για τους φακούς; Ας μη ταραχτώ άλλο…

Και να ακόμη ένα στραβό κλίμα, που έπεσε, όπως ο Όλυμπος.

Μετά από μια επική πορεία με καταπληκτικές μηχανές, και ίσως ιστορικά λάθος αποφάσεις, που οδήγησαν στη δραματική πτώση πωλήσεων, η Olympus διακόπτει το σχεδιασμό και τη παραγωγή φωτογραφικών μηχανών (Ιούνιος 2020). Ακούστηκε η δικαιολογία πως βασικός λόγος πτώσης πωλήσεων που οδήγησε στο κλείσιμο, ήταν τα κινητά τηλέφωνα! Ως κάτοχος μηχανών του εργοστασίου μπορώ να πω σήμερα οτι το φόρμά 4/3 ποτέ δεν βόλεψε στη σύνθεση και έκανε δύσπιστους τους φωτογράφους. Αλλά η ιδέα να πέφτει το φως στον αισθητήρα με παράλληλες ακτίνες ήταν συναρπαστική. Το ίδιο και η απόδοση των μηχανών και η ποιότητα των οπτικών ήταν αυτή που έκανε τους φωτογράφους να αγαπήσουν και να αποκτήσουν αρχικά μια Olympus SLR και μετά μια dSLR .

Εγώ θα θυμίσω πως οι φωτογραφικές μηχανές δεν είναι φριτέζες και οι φωτογράφοι δεν είναι “χρήστες”! Έτσι μπας και ξυπνήσουν μερικοί.

Αυτό σημαίνει πολύ απλά, πως: η Olympus εγκαταλείπει το σκάφος και τους “ναύτες” της.

Αργά, η γρήγορα, όσοι έχουν μηχανές Olympus και φακούς, θα πρέπει να τα αντικαταστήσουν με κάτι άλλο (σε λίγο τέρμα ανταλλακτικά, service, μπαταρίες, ειδικά εξαρτήματα κλπ). Ωστόσο, όταν αργότερα δούμε στο δρόμο κάποιο με μια Olympus που ακόμη εργάζεται, θα μείνουμε κάγκελο!
Ζωή μετά θάνατο! 


Γιάννης Γλυνός

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

εδω ρωτάτε για φωτογραφία και απαντώ


Βοήθεια, συμβουλές, για όποιο θέλει να ασχοληθεί με τη φωτογραφία, από την αρχή, από τη μέση, η από το τέλος.


Προϋπoθέσεις- απαιτούμενα είναι: υπολογιστής, σύνδεση στο internet, φωτογραφική μηχανή, χρόνος διαθέσιμος, υπομονή, διάθεση.
Πληροφορίες στο e-mail glynosj@yahoo.com.
Σας περιμένω...

Κυριακή 7 Ιουνίου 2020

Τα βιβλία που αγάπησα

Κουράστηκα να τα αποκτήσω...


Εκτός από φωτογραφικές μνήμες, έχω και μνήμες ανάγνωσης κάποιων βιβλίων που θεωρώ άξια να αναγνώσει ο καθένας.

Δεν έχει καμιά σημασία η σειρά που τα αναφέρω.

1984
η φάρμα των ζώων
οι επικυρίαρχοι
τα μυστικά του βάλτου
παραμύθι χωρίς όνομα
ασκητική
Καινή Διαθήκη
ο πεταλούδας
μιλώντας στη κόρη μου για οικονομία
Ιστορία του 2ου αιώνα (5 τόμοι)
το μυστήριο της τέχνης
Αποκάλυψη (του Ιωάννη)
η αισθητική της φωτογραφίας (Α. Ξανθάκη)
μονόλογος για τη φωτογραφία (Π Ριβέλη)
γράμματα από τη γη (Μαρκ Τουαίν)
το εμπόριο της τέχνης
ο Χριστός ξανασταυρώνεται
άκου ανθρωπάκο (Β. Ράιχ)
η δολοφονία του Χριστού
η τέχνη του πολέμου (Σουν Τζου)
οι άθλιοι
Οι περιπέτειες του θεού
οι εργάτες της θάλασσας
τα σταφύλια της οργής
το μαργαριτάρι
για ποιο κτυπά η καμπάνα
σε έναν άγνωστο θεό
ο δρόμος με τις φάμπρικες
ο ζητιάνος
τρόμος και αθλιότητα του Γ΄Ράιχ
Σιντάρτα
η πανούκλα
ουδέν νεώτερο από το δυτικό μέτωπο
αποχαιρετισμός στα όπλα
ο ντρεσαρισμένος άντρας (Εστέρ Βιλάρ)
εισαγωγή στη ψυχανάλυση (Φρόιντ)
θεωρεία του χρώματος
τέχνη και οπτική αντίληψη
η γλώσσα του σώματος
κουρέλια (Μάικλ Χερ)
E. Weston

Σάββατο 9 Μαΐου 2020

εργάτες της τέχνης




Πρωτομαγιά 2020 και καραντίνα


Ας αρχίσουμε από μια εθνική κοινωνία, όπως είναι η Ελληνική, από το δικό μας κράτος δηλαδή.
Είμαστε μια κοινωνία με γραπτή ιστορία, πολιτισμό και δημοκρατία που άρχισε σίγουρα πριν από το 500 πΧ.
Κοινωνία, είμαστε όλοι εμείς που ζούμε αρχικά σε μια περιοχή όπως είναι ο ελληνικός χώρος, με ίδια γλώσσα (ίσως με κάποιους ιδιωματισμούς), κοινή ιστορία, πολιτισμό, ήθη, έθιμα, θρησκεία, διοίκηση, εκλεγμένους αντιπρόσωπους, δικό μας πρωθυπουργό και πρόεδρο δημοκρατίας κλπ.
Με ευρύτερη έννοια, κοινωνία είναι η Βαλκανική χερσόνησος, το Αιγαίο, η Μεσόγειος, Ευρώπη, και ακόμη ποιο πέρα όλη γη, γιατί όχι αν οι λαοί και οι ηγέτες τους τα βρουν μεταξύ τους.
Ωστόσο, ως εθνική κοινωνία – έθνος, ας αρχίσουμε με τα δικά μας προβλήματα.
Δίχως συνοχή, κοινωνία μπορεί να υπάρξει; Και αν ναι πως θα είναι; και αν μιλήσουμε για έθνος τι είδος έθνους θα είναι;
Συνοχή σημαίνει αποδοχή, σεβασμός, συμμετοχή, δικαιώματα στην ιδιοκτησία και την ιδιαιτερότητα, με ίσους όρους σε όλα τα πολιτικά επίπεδα, διοίκησης και διοικούμενων. Ο καθένας στο πόστο και την ειδικότητά του εννοείται. Δεν μπορώ εγώ για παράδειγμα να παρέμβω στο έργο του νομικού, του ιατρού, ή του διευθυντή μιας έκδοσης.


Δίχως ειδίκευση, αλλά και γενική μόρφωση ώστε να είναι κατανοητά τα προβλήματα, οι νόμοι, η δημοκρατία, οι υποχρεώσεις αλλά και τα δικαιώματα κάθε ειδικότητας, είναι τραγικά δύσκολο να υπάρξει συνοχή. Το χάος θα ήταν προφανές.

Μια μορφή αναγκαστικής συνοχής με αποκλεισμούς και εξοστρακισμούς υπήρξε η ναζιστική κοινωνία του Χίτλερ. Η ιστορία έχει καταγράψει τη πορεία και τα καταστροφικά αποτελέσματα αυτής της, παρά φύση ελεγχόμενης, αυστηρής και κατευθυνόμενης “συνοχής”.
Κατά καιρούς έχουν υπάρξει και άλλες προσπάθειες επιλεκτικής συνοχής σε άλλες χώρες, δίχως καλά αποτελέσματα. Αργά η γρήγορα η φυσική συνοχή που πηγάζει από μια ζωή σύμφωνη με τις ανθρώπινες ανάγκες, θα αναγκάσει κάθε κοινωνία να εργαστεί συλλογικά για το κοινό καλό, πρόοδο και ευημερία με στόχο τη ποιότητα της ανθρώπινης ζωής. Δείτε μια κοινωνία μελισσών, η μερμηγκιών για παράδειγμα που τα καταφέρνουν αν και δεν διαθέτουν τη λογική μας, την ευαισθησία μας και τη φαντασία μας.


Ελευθερία και δημοκρατία, αποδοχή της ιδιαιτερότητας καθενός, σεβασμό των νόμων, ισονομία και αποδοχή της πολυμορφίας των ανθρώπινων δεξιοτήτων είναι βασικά προαπαιτούμενα μιας καλά οργανωμένης κοινωνίας. Το ιδανικό θα ήταν ίσως μια κοινωνία με άναρχη δομή και "οργάνωση" όπου ο καθένας θα έκανε το σωστό και ιδανικό σε κάθε περίπτωση, δίχως να χρειάζεται η διαρκής παρουσία του αστυνόμου και του δικαστή. 

Σήμερα ο καθένας πρέπει να αναλαμβάνει έργο που μπορεί να φέρει σε πέρας σύμφωνα με τις φυσικές δεξιότητές του σεβόμενος τους υπόλοιπους. Αυτό έχουμε, με αυτό παλεύουμε.
Δηλαδή, μια κοινωνία αποκλειστικά από εργάτες, ή επιστήμονες, ή καλλιτέχνες, ή ιερείς, ή φιλόσοφους, ή τεχνικούς, ή οικονομολόγους, ή στρατιώτες, ή αγρότες, ή κτηνοτρόφους, μόνο άντρες, μόνο γυναίκες, μόνον ομόφυλους κλπ, δεν θα είχε ελπίδες επιβίωσης. Όλοι χρειάζονται όλους. Κανείς δεν είναι ικανός για όλα, ευτυχώς.
Όλες οι σύγχρονες κοινωνίες απολαμβάνουμε τα υπέρ μιας προσφοράς-ζήτησης (ποιο πολλά, ποιο καλά και φτηνά υποτίθεται προϊόντα). Θα υποστούμε όμως και τα κατά του υπέρ – καταναλωτισμού (σκουπίδια -σκράπ) που προσφέρει η ολοένα μεγαλύτερη ειδίκευση στα μέσα παραγωγής. Γεγονός είναι πως ο άνθρωπος καταστρέφει το πλανήτη με αυτά που καταναλώνει για να ζήσει και το μοντέλο που έχουμε δεν φαίνεται να αντέχει για πολύ καιρό ακόμη.


Παράγουμε προϊόντα καθημερινής χρήσης, τρόφιμα, φάρμακα, ρούχα, μηχανές, ενέργεια αλλά και προϊόντα τέχνης.
Σχετικά με τα προϊόντα τέχνης που παράγουμε, το βασικότερο πρόβλημα είναι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες τα παράγουμε. Για κάθε είδος προϊόντος γνωρίζουμε κανόνες και διαδικασίες και μπορούμε να έχουμε κάποιο έλεγχο.
Τα προϊόντα του πνεύματος απαιτούν κάποια μορφής ενέργεια, αλλά σπάνια αφήνουν σκουπίδια πίσω τους. 


Κάποια από τα έργα τέχνης ίσως χαρακτηριστούν σκουπίδια όπως έγινε με την "εκφυλισμένη τέχνη" κατά την άποψη των ναζί. 

Αν η τέχνη των εξπρεσιονιστών εκλαμβάνεται ως σκουπίδι, η δείχνει σκουπίδια, είναι γιατί η κοινωνία έγινε ένα απέραντο σκουπίδι. Όμως πραγματικά σκουπίδια όπως αυτά στις χωματερές, η τέχνη δεν παράγει. Ίσως ο χρόνος, ή μια απρόβλεπτη φυσική καταστροφή να οδηγήσουν ένα έργο στη καταστροφή, αλλά αυτό είναι άλλο πράγμα. Η δημιουργία του έργου τέχνης είναι πραγματικά δίχως καθολική λογική και εξήγηση, επηρεάζεται από αμέτρητους παράγοντες.
Ο ψυχικός κόσμος του καθενός, οι στερήσεις, η ελευθερία, η αισθητική, η μόρφωση, φαντασία, η κοινωνική ευαισθησία, η ηλικία, ο τόπος, ο αέρας, ο ήλιος, η τροφή, η ιστορία, τα άλλα μέλη της κοινωνίας, είναι μερικοί μόνο από τους σημαντικούς παράγοντες που επηρεάζουν την καλλιτεχνική παραγωγή μιας χώρας.
Οι εργάτες του πνεύματος, οι εργάτες της τέχνης, πρέπει και αυτοί να ζήσουν ως μέρος ενός συνόλου που έχει ανάγκες πέρα από τη τροφή και τον ύπνο.
Το ερώτημα είναι: μπορεί μια κοινωνία για λόγους μεγαλύτερης οικονομίας ή κάποιας άλλης απειλής (ιός) ίσως, να αποστερηθεί και για πόσο χρόνο από τα έργα τέχνης και πνεύματος;


Θα κάνω ένα σημαντικό διαχωρισμό ανάμεσα στο έργο πνεύματος, πχ το “μανιφέστο ντανταϊσμού” το “εμπόριο της τέχνης”, ή αυτό το κείμενο που διαβάζετε τώρα, και σε ένα έργο τέχνης όπως το “παραμύθι χωρίς όνομα”, το “1984”, το “άξιον εστί”, “οι εργάτες της θάλασσας”, "ουδέν νεώτερο από το δυτικό μέτωπο"κλπ .

Επίσης θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι είναι δημιουργία και τι ερμηνεία, καθώς ένας μεγάλος συνθέτης μουσικής σπανίως θα ερμηνεύσει ο ίδιος ένα έργο του διευθύνοντας μιαν ορχήστρα, πράγμα που θα κάνουν ο μαέστρος, οι μουσικοί και οι αρχιμουσικοί. Ειδικά τα μουσικά έργα αποκτούν μια διαχρονικότητα απρόβλεπτη, και τα τραγούδια ακόμη περισσότερο.
Προκύπτει το ερώτημα αν ένα τραγούδι που τραγούδησε στο δρόμο ο σκελετωμένος αμούστακος νεαρός της Αθήνας του 1944, ανήκε σε αυτόν (ερμηνευτής), στον λαό μας (δημιουργός), ή στον Ιταλό που τον συλλαμβάνει στη γωνία γιατί προσβάλλει το κατακτητή φασίστα Μουσολίνι. 
Θα έπρεπε να πληρώσει και πνευματικά δικαιώματα ίσως για την αντιγραφή και παρερμηνεία των στοίχων ;
-“Κορόιδο Μουσολίνι, κανείς σας δεν θα μείνει” κλπ, κλπ.
Ο εργάτης της τέχνης, κατέχει (αλλά δεν ελέγχει απόλυτα) το έργο του όσο εργάζεται για να το ολοκληρώσει. Από τη στιγμή που θα αποφασίσει πως αυτή είναι η μορφή που θέλει να οριστικοποιήσει (που μπορεί και να μη θέλει να είναι ξεκάθαρη και οριστική), από τη στιγμή που θα αποφασίσει πως το έργο του μπορεί να πάρει το δρόμο της ελεύθερης πορείας προς την αποδοχή, η απόρριψη, οριστική, ή προσωρινή από τους αποδέκτες. 


Από τη στιγμή αυτή, που το έργο αυτονομείται, η ερμηνεία του συχνά αποτελεί έκπληξη και για το δημιουργό του. Η όποια δυνατότητα χρηματικής αμοιβής είτε θα τηρηθεί βάση συμφωνίας, είτε θα ακολουθηθεί η τυπική μορφή της όποιας εμπορικής εκμετάλλευσης (δίσκος, έντυπο, συναυλία, πνευματικά δικαιώματα επί των ανατύπων ή εκτελέσεων, όταν γίνουν). Άλλα έσοδα δεν είναι εφικτό να προβλεφθούν εκ του ασφαλούς. Υπάρχουν αμέτρητα έργα τέχνης που παραμένουν πάρα πολλά χρόνια άγνωστα στο κοινό καθώς τόσο οι εργάτες τέχνης -δημιουργοί τους, όσο και τα ίδια έμειναν θαμμένα, δίχως καμιά φροντίδα σαν τη καλαμιά στο κάμπο! Φωτοτυπίες και μέτρια ανάτυπα μπορεί κανείς να βρει σήμερα στο διαδίκτυο, ωστόσο αν θελήσω να σας δείξω ποια ήταν τα έργα και οι δημιουργοί της “εκφυλισμένης τέχνης” κατά την άποψη των ναζί, θα πρέπει να καταχραστώ των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών. Αυτό είναι ένα από πάμπολλα προβλήματα επιβίωσης των εργατών της τέχνης και των έργων τους.


Πέρα από αυτό, υπάρχουν και οι εφαρμοσμένες τέχνες, όπου πραγματικά εκεί έχουμε εργάτες της τέχνης. Ενδεικτικά αναφέρομαι στους φώτο-ρεπόρτερ, τους δημοσιογράφους, γραφίστες, μουσικούς εκτελεστές, κειμενογράφους, διακοσμητές, σκηνογράφους, ενδυματολόγους, ταχυδακτυλουργούς και κλπ που μου διαφεύγουν ίσως.

Το εμπόριο της τέχνης, δεν αφορά την όποια μεμονωμένη αγορά από εσάς και εμένα που είμαστε μικροί και ταπεινοί καταναλωτές, αλλά τις μεγάλες οργανωμένες πωλήσεις (παραγωγούς και διανομείς), και τους συλλέκτες που αγοράζουν με σκοπό την μελλοντική υπέρ-αξία του έργου σαν τοποθέτηση χρημάτων δηλαδή.


Όπως και να έχει, αποτελεί μυστήριο η δημιουργία του έργου και η αποδοχή του από το κοινό είναι θέμα μόρφωσης, δυνατότητας αγοράς ή απόλαυσης, ποιότητας ζωής και κοινωνικής συνοχής. Η αναγκαιότητα για το έργο τέχνης, πρώτα και κύρια επηρεάζει τη ζωή και τη ψυχή των ίδιων των δημιουργών και λιγότερο το κοινό, που μπορεί να επιβιώσει για ένα απροσδιόριστο διάστημα και δίχως τέχνη, αρκεί να έχει τροφή εργασία και ύπνο. Για το δημιουργό η αγωνία, η βία, το χάος, και το ποιο είναι το νόημα της ζωής, δίχως τη δυνατότητα δημιουργίας, είναι ότι χειρότερο μπορεί να του συμβεί. Αυτό προκύπτει από τις μονογραφίες την ιστορία και τις συνεντεύξεις των εργατών της τέχνης. Μπορεί ο εργάτης της βαριάς βιομηχανίας, ο αγρότης, ο υπάλληλος, ο πωλητής, ο επιστήμονας, ο τεχνικός, να μην αποδέχονται τον όρο “εργάτης της τέχνης” , η να έχουν μπόλικες επιφυλάξεις, ωστόσο η πραγματικότητα είναι πως όλοι όσοι συμμετέχουν στην κοινωνική οργάνωση ανταλλάσσουν ώρες, ημέρες, μήνες και χρόνια της ζωής τους με τα ψίχουλα ενός μισθού προκειμένου οι υπηρεσίες και τα προϊόντα να είναι προσβάσιμα σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους.


Το σύστημα προβολής των προϊόντων της τέχνης και του πνεύματος μόνο σκοπό έχει την αύξηση των πωλήσεων, έτσι συχνά προβάλει τις ιδιαιτερότητες των δημιουργών που φαινομενικά δεν ζουν όλοι ως εργάτες (της τέχνης), αλλά προκαλούν με το παρουσιαστικό τους και ζωή τους το κοινό αίσθημα της εργατικής τάξης. Αν αναλογιστεί κανείς πως ανάλογη είναι η συμπεριφορά όλων των αδρώς αμειβομένων, η γενίκευση για τους δημιουργούς που συνήθως πεθαίνουν κυριολεκτικά στη ψάθα, είναι το λιγότερο άδικη και ανιστόρητη. Το ότι στη κυριολεξία κατακλέβουμε το έργο τους τόσο εν ζωή, όσο και μετά θάνατο, δεν φαίνεται να προβληματίζει ούτε άρχοντες, ούτε αρχόμενους.


Ως κοινωνία θα πρέπει να αναθεωρήσουμε τη στάση μας απέναντι στους “εργάτες της τέχνης” καθώς και αυτοί, όπως όλοι οι άλλοι οι χειρώνακτες εργάτες παράγουν υπεραξία.

Ως εργάτες της τέχνης δεν πρέπει να δεχόμαστε και να προστατεύουμε μόνο τους γνωστούς και καταξιωμένους με υπέρ-παραγωγή έργου, αλλά και όλους όσους έχουν έστω και μια φορά δημιουργήσει κάτι ανεπανάληπτο και μοναδικό. Πχ ο Μωρίς Ραβέλ και το θαυμάσιο “μπολερό”, ο Ανρί Σαριέ και “ο πεταλούδας”. Το αν κάποιος έχει περισσότερο, η λιγότερο δημιουργικό έργο, απλά σημαίνει ότι το σύστημα δεν τον εκμεταλλεύτηκε αρκετά!

Με έκπληξη διάβασα πρόσφατα, πως η μουσική του συνθέτη Μάλερ, είχε απαγορευτεί από τους Ναζί γιατί ήταν Εβραίος! Το ίδιο ο Φρόιντ, ο Τόμας μαν, ο Εριχ Μαρία Ρεμάρκ, ο Κάφκα (για αυτούς είχα γνώση). Αντίστοιχα είχαν απαγορεύσει τη “εκφυλισμένη τέχνη” και τους εξπρεσιονιστές, ένας εκπρόσωπος ήταν και ο ζωγράφος Γκογκέν! Το έμαθα πρόσφατα κι αν είναι δυνατόν! Είναι και από τους αγαπητούς μου ζωγράφους!
Ωστόσο δείτε πόσο ελλιπής μπορεί είναι η ενημέρωση και η εκπαίδευση, ειδικά αν γίνονται με ειδικό κριτήριο την αποσιώπηση.
Σήμερα στην Ελλάδα που προσπαθεί να επιζήσει με το τουρισμό και το πολιτισμό (και τη παραοικονομία), οι ανένταχτοι και ατίθασοι εργάτες της τέχνης (συνθέτες, στιχουργοί, ζωγράφοι, ηθοποιοί, κινηματογραφιστές, φωτογράφοι, συγγραφείς, δημοσιογράφοι, μουσικοί, τραγουδιστές, γλύπτες, αρχιτέκτονες, ποιητές, κλπ) ζητάνε τη προσοχή και τη κοινωνική μας βοήθεια για να μη πεθάνουν της πείνας. Γιατί πέρα από τη κρίση και τα μνημόνια (2008 και μετά), τους χτύπησε το 2020 και η καραντίνα! 'Έτσι κι αλλιώς οι νέοι μας σήμερα δύσκολα μπορούν να κάνουν οικογένειες και πιτσιρίκια, πόσο μάλλον να απολαύσουν η να αποκτήσουν ένα έργο τέχνης. Η μόνη διέξοδος είναι η chip-art, αλλά και εδώ η κατάσταση είναι τραγική. Το μερίδιο από την οικονομική πίτα διαρκώς περιορίζεται για κάθε εργάτη ασχέτως ειδικότητας.


Πρέπει με βιάση να αποφασίσουμε τη κοινωνία θέλουμε, διαφορετικά κάθε αναπαραγωγή έργου τέχνης από τα ΜΜΕ και κάθε επανέκδοση, με κάθε τρόπο, θα πρέπει να μπει σε αναστολή και καραντίνα. Και αυτά τα ψίχουλα που έδιναν οι πυραμίδες στα λίγα γνωστά μέλη τους
 έχουν σχεδόν εξαφανισθεί! 
Όσο για τις δημιουργίες και τους δημιουργούς, αν ισχύσει το δίκαιο του ισχυρότερου και η φυσική επιλογή, θα είναι το ανάλογο της επιστροφής στο δάσος και στη ζούγκλα, δηλαδή πριν βγούμε στο φως της σαβάνας και σταθούμε όρθιοι!
Αυτό το κόσμο θέλουμε;

 ένας αγιογράφος επέζησε κάποιους μήνες για να κοσμήσει αυτό το τέμπλο στη Σίφνο

 ένας σχεδιαστής, δημιούργησε την Olympus Pen F, ήταν ο κύριος Μαϊτάνι

 κλασσικό γλυπτό μπροστά στη σκάλα της βιβλιοθήκης

πραγματικά καταναλωτικά σκουπίδια

Γιάννης Γλυνός
9 Μαίου 2020

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020

φωτογραφία, χώρος, χρόνος, σύμπαν

Φιλοσοφούμε άνευ …...

Με το πέρασμα του χρόνου (αναφέρομαι στο διάστημα που ζει ο καθένας μας, στο χώρο που του έλαχε, στη γη μας, στο σύμπαν), σκέφτομαι ανάμεσα σε άλλα πως η φωτογραφία μου δίδαξε κάποιες αλήθειες. Αλήθειες που είναι τόσο αυτονόητες ίσως, όπως ότι το μήλο, από μόνο του, όταν έρθει η ώρα του και ωριμάσει, θα πέσει που αλλού; κάτω από τη μηλιά.
Φιλοσοφία της παλιάς μας της δραχμής θα πείτε.
Η συχνή ασχολία με τη φωτογραφία μας οδηγεί να βλέπουμε πράγματα και να σκεφτούμε, (αν σκεφτόμαστε που και που), πως κάθε στιγμή που απαιτείται για κάθε λήψη ενός στιγμιότυπου είναι μοναδική.
Κάθε στιγμή που ζούμε πραγματικά κι όχι εικονικά, είναι ανεκτίμητη, δεν επιστρέφει. Κι αν κάτι επαναληφθεί ως συμβάν, ποτέ δεν θα είναι ίδιο το φως, ο χώρος, ο χρόνος, η γωνία παρατήρησης, η διάθεση, η κρίση μας.
Όλα θα έχουν αλλάξει, ακόμη και το μέσο και ο τρόπος καταγραφής ίσως έχουν αλλάξει.
Αυτό που συμβαίνει μπροστά μας, αυτό το ορατό-πραγματικό, μόνο μια φωτογραφία ίσως καταφέρει να συλλάβει-καταγράψει ως είδωλο με τις όποιες ιδιαιτερότητες του μέσου (φακός, υλικό, στοιχεία έκθεσης, γωνία λήψης). 
Όσες φωτογραφίες κι αν κοιτάξουμε, μας δείχνουν μια ψευδαίσθηση πραγματικότητας δυο διαστάσεων. Το βάθος στη φωτογραφία, το υποθέτουμε από τη προοπτική των γραμμών και την μείωση του φωτισμού, ίσως γιατί υπάρχουν και οπτικά τρυκ.
Κάθε φωτογραφία που τραβάμε, ειδικά η ασπρόμαυρη που αγνοεί-αφαιρεί τα χρώματα, αλλάζει το ορατό πραγματικό σε ένα γκρίζο φωτογραφημένο παρελθόν.
Κάθε φωτογραφία που τραβάμε μέσα από ένα φακό καταγράφει το ορατό, αλλά σε δυο διαστάσεις. Αντί για αυτό που βλέπουνε τα δυο μας μάτια (στερεοσκοπική όραση), αντί για τα 16 εκατομμύρια διακριτά χρώματα, εμείς τολμάμε την επιλογή και την αφαίρεση, την σύνθεση και την ανασύνθεση σχημάτων και φόρμας. Υπάρχει για κάθε ασπρόμαυρη φωτογραφία που θα πάρουμε πλήρης ελευθερία επιλογής και η δημιουργία είναι η ανταμοιβή μας, αν πετύχει κάτι αξιόλογο φυσικά η λήψη. Μα και αποτυχία να έχουμε, αν αναλύσουμε τι πήγε στραβά, θα έχουμε ένα μικρό κέρδος από το μάθημα.
Επιλέγουμε τις δυο διαστάσεις του κάδρου της φωτογραφίας απορρίπτοντας όλα τα άλλα από το περιβάλλοντα χώρο και ορισμένες διαβαθμίσεις του άσπρου-μαύρου (από άσπρο-μαύρο δυο μόνο τόνων, μέχρι 256 διαβαθμίσεις του γκρίζου). 
Αυτά σημαίνουν ερμηνεία, δημιουργία, επιλογή, και όχι αντιγραφή της πραγματικότητας. Ειδικά αν από πριν τη ρύθμιση και λήψη γνωρίζουμε το αποτέλεσμα που θα βγει στη φωτογραφία, μπορούμε να πούμε πως βλέπουμε διαφορετικά, βλέπουμε φωτογραφικά. Ίσως και να βλέπουμε το αόρατο στους πολλούς και αμύητους περί τη φωτογραφική τέχνη και τεχνική.
Η αποτύπωση - φωτογραφία δεν είναι το ίδιο το γεγονός και ας μη τη συγχέουμε με τη πραγματικότητα. Η φωτογραφία έχει πλέον τη δική της πραγματικότητα. Μπορεί να ζήσει μόνη της, δίχως εμάς και δίχως το ορατό και πραγματικό από το οποίο προήλθε με δική μας απόφαση.
Το ορατό γεγονός λογικά θα σβήσει ποιο γρήγορα από τη φωτογραφία του, ίσως και με τη δύση του ήλιου. Θα μείνει μόνο ο χώρος, ο τόπος, η ύλη, ένα μικρό κατάλοιπο σε μια γωνιά του σύμπαντος. Η φωτογραφία θα έχει αξία μόνο εφόσον θα βρεθεί κάποιος θεατής που θα τη πάρει στα χέρια του, θα τη κοιτάξει, θα την "διαβάσει" και θα ονειρευτεί - οραματιστεί κατά κάποιο τρόπο αυτό που υπήρξε. Ο καλός θεατής, θα είναι κάτι σαν το φωτογράφο που οραματίστηκε το φωτογραφικό αποτέλεσμα πριν αυτό βγει από τη μηχανή!
Η κινούμενη φωτογραφία-κινηματογράφος, μπορεί επί πλέον να καταγράψει και το διάστημα του χρόνου που πέρασε μπροστά από το χώρο του φακού. Εδώ ο κινηματογράφος υπερέχει της ακίνητης φωτογραφίας, ακόμη κι όταν μας δείχνει ένα στατικό πλάνο καταγράφει το χρόνο της στατικότητας, όσο διαρκεί η διαδοχή των καρέ.
Πίσω από κάθε λήψη, κάθε φακό , κάθε στιγμή, στο χώρο αυτό που μας περιβάλλει, θα βρίσκεται ένα μικρό μυαλό που αντιλαμβάνεται το σύμπαν με όσες γνώσεις κατέχει το ίδιο και με βοηθό τις όσες δυνατότητες και μέσα έχει η ανθρωπότητα στο χρόνο αναφοράς.
Ο χώρος μας, είναι ένα μικρό, ελάχιστο μόνο μέρος του σύμπαντος. Η φωτογραφία μας προσφέρει σήμερα πάρα πολλές οπτικές πληροφορίες για το χώρο και τη γη μας, για περιοχές που δεν μπορούμε να πάμε. Μας δείχνουν οι φωτογραφίες πως αυτό που λέμε "διάστημα" κοιτάζοντας προς τον νυχτερινό ουρανό, κάθε άλλο από κενό είναι, ακόμη κι αν δεν υπάρχει αέρας, ή βαρύτητα.
Εμείς παραμένουμε καθηλωμένοι και δέσμιοι των αισθήσεων, της λογικής μας, της αριθμητικής, της γεωμετρίας και του χάους του σύμπαντος. Μόνο η σκέψη μπορεί να πάει άμεσα σχεδόν από τη μια θέση στην άλλη, γιατί στα άκρα του σύμπαντος δεν είναι εφικτό να πάει κανείς καθώς κανείς δεν ξέρει, ευτυχώς, κατά που πέφτουν αυτά τα άκρα, που δεν υπάρχουν φυσικά. Ίσως η μαθηματική θεωρεία του χάους με τις υπέροχες γραφικές παραστάσεις να κάνει ποιο κατανοητό το χαοτικό σύμπαν.
Ο χώρος μας και ο χρόνος μας υπολογίζονται εδώ και πολλά χρόνια με βάση τις γνώσεις μας και τις ανάγκες μας κατοχής και διαχείρισης των όσων μας προσφέρει πλουσιοπάροχα η γη, στη μικρή μας άκρη ενός αχανούς σύμπαντος. Η αριθμητική και η γεωμετρία μας, οι ορισμοί για το χρόνο, το χώρο, το φως κλπ προήλθαν από τις ανάγκες μας να ορίσουμε τα άκρα και τα όρια επί της γης αρχικά. Όταν αργότερα πατήσανε κάποιοι πόδι στη Σελήνη, έκαναν όπως και οι ισπανοί και πορτογάλοι κονκισταδόρες, δηλαδή τοποθέτησαν σημαίες και σύμβολα κατοχής. Σαν να μην υπάρχουν πουθενά στο σύμπαν άλλοι πιθανοί διεκδικητές!

Ο καθένας μας είναι ένα μικρό κέντρο του σύμπαντος, έτσι το αντιλαμβάνεται, ανθρωποκεντρικά. Και ο καθένας αν του δοθεί η δυνατότητα και η ευκαιρία θα θελήσει να κάνει κατοχή σε όλα...για πάντα. Αναρωτιέται άραγε κανείς μήπως κάπου, υπάρχουν άλλοι ποιό έξυπνοι και περισσότερο ισχυροί από εμάς τους μικρούς ανόητους;
Αλλά αν υπάρχουν και είναι ατυχώς ποιο αδύναμοι, το τέλος τους θα είναι σίγουρο, όπως ήταν το τέλος των ινδιάνων του Αμαζόνιου, ή των ερυθρόδερμων.
Όπως και να έχει είμαστε προσωρινά φιλοξενούμενοι στη γη.
Κι αν ένας φύγει από τη ζωή, το σύμπαν θα παραμένει στη θέση του. Αλλά κι όλα τα άλλα μικρά ανθρωπάκια αν χαθούν για κάποιο λόγο, πάλι το σύμπαν εκεί θα είναι απέραντο και αχανές και χρονικά απέθαντο.
Το σύμπαν, ο ορισμός που έχουμε δώσει δηλαδή σε αυτό το χάος, είναι τα πάντα. Έξω από ¨τα πάντα¨, δεν υπάρχει, δεν πρέπει να υπάρχει τίποτα. Διαφορετικά αναζητούμε καινούριο ορισμό, νέα λέξη.
Το σύμπαν επεκτείνεται διαρκώς, τις διαστάσεις του ακόμη κι αν οριστούν, είναι σχεδόν αδύνατο να τις ενσωματώσουμε στα δικά μας δεδομένα χώρου και διαστάσεων.
Και πως να μετρήσεις διαστάσεις για κάτι που διαστέλλεται, κάτι που ξεχειλώνει;
Και πως να ορίσεις διαστάσεις σε κάτι που δεν έχει αρχή και τέλος, σε κάτι που τα χοράει όλα, που διαστέλλεται συνεχώς, που εφόσον δεν έχει αρχή και τέλος δεν έχει και δυο σημεία σαφή και ορισμένα για να υπολογιστεί η απόσταση ανάμεσά τους.
Γιατί, αν υποθέσουμε πως εκτίνεται το σύμπαν από το α (βάλτε όποιο αριθμό θέλετε) έως το ω (κάποιο νούμερο), τότε πριν το α και μετά το ω δεν μπορεί να υπάρχει κάτι που να ορίζει ότι εδώ είναι και όχι ποιο πέρα! Ασύλληπτο; Μόνο αποστάσεις ανάμεσα στα περιεχόμενα σώματα του σύμπαντος μπορούμε να υπολογίσουμε, και είναι συντριπτικά μεγάλα τα νούμερα αυτά για τα μέτρα μας.
Η γεωμετρία μας χρησιμεύει για να μετρά όρια. Μετά από τα όρια τα δικά μας, είναι τα όρια του γείτονα, κλπ. Στο σύμπαν, πως να μετρήσει κανείς και πως να κατανοήσει πως δεν υπάρχουν όρια αρχής και τέλους μιας επιφάνειας ή ενός χώρου; Πως να προσεγγίσει στη γνώση πως μπορούμε να υπολογίσουμε μόνο αποστάσεις ανάμεσα σε σώματα που "κολυμπάνε" μέσα σε αυτό;
Και πως να κατανοήσουμε απλά και εύκολα πως αυτό που παρατηρούμε με το τηλεσκόπιο έχει σβήσει προ πολλού;

Και πως να κατανοήσουμε πως όπου κι αν στρέψουμε το φακό μας στον "άδειο" και "σκοτεινό" ουρανό θα ανακαλύψουμε και ένα γαλαξία ή ένα χάος από μικρά άστρα, σώματα, πλανήτες, ήλιους, δορυφόρους, ηλιακά συστήματα;
Τι καλά να μπορούσαμε να βάλουμε χέρι σε όλα αυτά!
Η απληστία στο αποκορύφωμά της!
Ευτυχώς για τους πιθανούς κατοίκους του σύμπαντος δεν φτάνουμε κοντά τους, για την ώρα.
Το σύμπαν δημιουργήθηκε σε βάθος χρόνου που ακόμη κι αν οριστεί αριθμητικά ως υπόθεση, θα είναι τρομακτικό το νούμερο σε σχέση με τη δική μας ζωή με το προσδόκιμο 100 ετών (βαριά-βαριά). Πόσο μάλλον μπορεί να γίνει κατανοητός ο χρόνος δημιουργίας σε σχέση με το βασικό χρόνο έκθεσης 1/125 του δευτερολέπτου που χρειάζεται μια τυπική λήψη φωτογραφίας. Ακόμη κι αν πούμε πως εκατό χρόνια ζωής του ανθρώπου φαντάζουν ως ένα δευτερόλεπτο στη ζωή του σύμπαντος, και πάλι μεγάλη, τεράστια εκτίμηση δίνουμε στη ζωή μας.
Παρά το ότι η λέξη σύμπαν έγινε αποδεκτή για να συμπεριλάβει τα πάντα, χώρο και ουράνια σώματα και το μεταξύ τους άχρηστο "κενό", την εποχή που δόθηκε ο ορισμός υπέθεταν τα μυαλά μας τα μικρά πως ένα σύμπαν υπήρχε. Το καινό, λέγαμε πως πραγματικά δεν , περιέχει τίποτα! Δεν βλέπαμε, δεν ακούγαμε, δεν μπορούσαμε να πιάσουμε, άρα είναι άδειο!
Όμως πρόσφατα λένε πως υπάρχουν κι άλλα σύμπαντα!
Μας λένε ακόμη και σήμερα μερικοί πως η γη είναι επίπεδη! Μιλάμε για μέγιστη ανοησία όμως.
Αλλά, τι σημασία έχει πλέον όταν τα νούμερα που αφορούν το σύμπαν, έστω το παλιό "γνωστό" το δικό μας, είναι τόσο τεράστια που συνθλίβουν τις δυνατότητες σύγκρισης και κατανόησης των μεγεθών του φτωχού μας μυαλού; Τι να σου κάνει ένα χιλιόμετρο μπροστά σε ένα εκατομμύριο έτη φωτός;
Κατανοούμε διαστάσεις όπως: ένα μέτρο, ένα εκατοστό, ένα χιλιοστό, δέκα μέτρα, άντε 500 μέτρα, άντε χίλια μέτρα, άντε Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Αλλά μια τυπική για το σύμπαν απόσταση είναι ένα έτος φωτός *.
Ο γύρος της γης στη ποιό μεγάλη του διάσταση είναι πραγματικά ένα τίποτα σε σχέση με τις διαστάσεις και αποστάσεις ανάμεσα σε αστέρια του σύμπαντος.
Οι ποιό διαδεδομένες διαστάσεις φωτογραφικών εκτυπώσεων σε εκατοστά είναι 13χ18, 18χ24, 30χ40, 70χ100, μετά από 40 περίπου χιλιόμετρα μακριά από τη γη, ψηλά στον ουρανό, δεν υπάρχει βαρύτητα, και από τους δορυφόρους που έχουμε τοποθετήσει εκεί βλέπουμε τι γίνεται σε κάθε περιοχή της γης. Προσοχή, όχι σημείο, αλλά περιοχή με ακρίβεια και ανάλυση μέχρι και ενός τετραγωνικού μέτρου! (Google Earth Pro).
Και να που μάθαμε πως αυτό που βλέπουμε το βράδυ στον ουρανό να λάμπει, τη στιγμή που το κοιτάζουμε πραγματικά έχει εξαφανισθεί εδώ και χρόνια (επιεικώς). Δηλαδή, το φως ταξιδεύει! (300.000μ/δευτερόλεπτο στο κενό).
Για να θέσω λίγο έξω από εμάς το πρόβλημα, ας κοιτάξουμε έξω από εμάς, ένα ζουζούνι, ένα ψαράκι, ένα χελιδόνι, ένα κοριό. Το ίδιο σύμπαν που μας περιβάλλει, περιβάλλει και όλα όσα ζουν επί της γης. Όσα όμως δεν έχουν το δικό μας μυαλό και τις αισθήσεις δεν το γνωρίζουν πολύ απλά. Ίσως το σύμπαν να περιβάλλει και άλλες μορφές ζωής, σε άλλους πλανήτες, άλλα ηλιακά συστήματα, σε άλλους γαλαξίες.
Αλλά τι σημασία έχει για τη ζωή τους και τη ζωή μας αν δεν επηρεάζει το σύμπαν με ορατό και αντιληπτό από το δικό μας μυαλό και τη ζωή που φιλοξενεί;
Η φωτογραφία, διδάσκει όπως και η ιστορία ένα σημαντικό πράγμα. Ευτυχώς που οι μετρήσεις του γνωστού μας σύμπαντος δίνουν τόσο τρομακτικά τεράστια νούμερα, ικανά να ανακόψουν την απληστία των μικρών μας μυαλών. Ποτέ δεν θα μπορέσει ένας και μόνος άνθρωπος να πάρει τόσες πολλές φωτογραφίες, συνεχώς ώστε να καταγράψει όλα όσα συμβαίνουν στη δική μας γη, πόσο μάλλον στο εγγύς διάστημα που μας περιβάλλει.
Ωστόσο, έχουμε συλλέξει πλέον τόσες πολλές φωτογραφίες και βίντεο για το πλανήτη μας (κομμάτια χώρου-χρόνου που είναι μέσα στο όρια των δικών μας δυνατοτήτων κατανόησης). Έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε περισσότερο έννοιες όπως: σύμπαν, διάστημα, καινό, χρόνος, γαλαξίας, αστέρια, γη, κλιματική αλλαγή κλπ. 
Κατέχουμε για τη γη τόσες πληροφορίες που αν συγκεντρωθούν και δοθούν σε ένα άτομο, ίσως προκύψει τεράστιο πρόβλημα.
Παλιά, λίγα χρόνια πριν κατασκευαστούν φακοί, τηλεσκόπια και μικροσκόπια, θεωρούσαμε καινό τα πάντα όλα όσα μας περιέβαλαν επειδή απλά δεν τα βλέπαμε!
Ωστόσο, η τεχνολογία μας ίσως μας κάνει πραγματικά θεούς σε σύγκριση με άλλους πρωτόγονους κατοίκους του σύμπαντος, αν βρεθούν.
Αλλά υπάρχει πάντα και η πιθανότητα κάπου αλλού να υπάρχουν πραγματικά τεχνολογικοί θεοί συγκριτικά με εμάς, η ακόμη να βρούμε που πραγματικά μένει ο δικός θεός, ο δημιουργός όλων. Όλα είναι θέμα μυαλού και αντίληψης ίσως, εμείς μόνο να τραβάμε φωτογραφίες και να κοιτάζουμε το αόρατο που δεν βλέπουν όσοι δεν ασχολούνται με τη φωτογραφία. Όσο για το σύμπαν; ευτυχώς ακόμη δεν το φτάνουμε... Και έτσι καίμε τα δάση μας, αποτελειώνουμε τις πρώτες ύλες της γης και απλώνουμε χέρι δηλαδή εκεί που φτάνουμε!
Γιατί τόσο η ιστορία όσο και οι φωτογραφίες μας δείχνουν πως ο άνθρωπος είναι βίαιος, άπληστος, καλός αλλά και εξαιρετικά κακός συνάμα. Τοποθετεί ο άνθρωπος τους θεούς του ψηλά κάπου στον ουρανό, και αυτός δεν ξέρει που, για να μη τους φτάνει, γιατί όταν το φτάνει το θεό του, τον σκοτώνει, τρώει το σώμα του και πίνει το αίμα του.
Είναι μια διόλου θετική άποψη που σχημάτιζαν οι "άγριοι" για τους χριστιανούς ιεραπόστολους. Ακόμη και οι Βίκινγκς δυσκολευόντουσαν να πιστέψουν τους παραλογισμούς της Αγίας Γραφής, και προτιμούσαν τη δική τους Βαλχάλα.
Και πάλι αν έρθει ο άνθρωπος σε επαφή με κάποιο άλλο θεό, αν το καταλάβει, και πάλι τα ίδια θα κάνει. Αλλά τι θα μπορούσε να σκεφτεί ένας εξωγήινος αν έβλεπε τι κάνουμε στους αδύναμους; θα κατανοούσε το θρησκευτικό μας μένος; Η μήπως θα μας έβαζε σε μια γυάλα για να μας παρατηρεί όπως εμείς τα έντομα;
Οι φωτογραφίες που έχουμε στα 200 χρόνια της φωτογραφίας, αποδείχνουν πάρα πολλά για το ποιόν του ανθρώπου. Όσο για το σύμπαν; ποιο καλά να το αφήσουμε ήσυχο εφόσον μας ανέχεται. Οι φωτογραφίες του αρκούν για να κατανοήσουμε τις ακατανόητες χαώδεις διαστάσεις του. Ο μικρός ανθρωπάκος με τη φωτογραφική του μηχανή το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να δείχνει με τις φωτογραφίες του όσα βλέπει, αν τα βλέπει, αλλά δεν μπορεί να μας πει και να περιγράψει.
Γιάννης Γλυνός


* Το έτος φωτός είναι μονάδα μέτρησης μήκους, η απόστασης.
Χρησιμοποιείται στην αστροφυσική, εφόσον οι αποστάσεις της Γης από τους υπόλοιπους πλανήτες είναι τέτοιες που έπρεπε να υπάρχει ειδική μονάδα μέτρησης. Ως έτος φωτός ορίζεται η απόσταση που θα καλύψει ένα φωτόνιο κινούμενο στο κενό σε ένα έτος, δηλαδή 365,25 ημέρες που αποτελούνται από 86.400 δευτερόλεπτα η καθεμιά.
Τα φωτόνια είναι τα ταχύτερα σωματίδια στο σύμπαν και κινούνται με ταχύτητα περίπου 300.000 χλμ. το δευτερόλεπτο. Είναι μια ταχύτητα που αν κάποιος κάποιος θα μπορούσε πετύχει, θα έκανε το γύρο της Γης ακολουθώντας τον ισημερινό, 7,5 φορές μέσα σε ένα δευτερόλεπτο!
Η μετατροπή του έτους φωτός σε χιλιόμετρα μοιάζει εξωπραγματική. Κι αυτό γιατί ένα έτος φωτός ισούται περίπου με 9,5 τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα!
Τα πιο απομακρυσμένα "σημεία" του Σύμπαντος, φτάνουν σε απόσταση 92 δισεκατομμυρίων ετών φωτός με τη προϋπόθεση ότι το σύμπαν θα παραμείνει σταθερό όσο διαρκεί τουλάχιστο η μέτρηση.