Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2021

Για τη Φώφη...

 25 Οκτωβρίου 2021, ημέρα πένθους.

Με λύπη έμαθα πως έφυγε σήμερα από τη ζωή μια κοπέλα, μια κυρία, μια γυναίκα, μια πολιτικός, μια μάνα, μια εκλεγμένη εκπρόσωπος του Ελληνικού λαού.

Εδώ και χρόνια , κάθε φορά που πήγαινα στη κάλπη "σταύρωνα", επέλεγα γυναίκες από εμπιστοσύνη και συμπάθεια για τη γυναίκα, για το "νέγρο του κόσμου" κατά τον Λένον. Μπας και αλλάξει κάτι...

Στη χώρα μας δεν έχουμε και πολλές γυναίκες εκπρόσωπους ακόμη και σήμερα που είναι υποχρεωτική η συμμετοχή τους στους καταλόγους με τους υποψήφιους.

Η κυρία Φώφη Γεννηματά, μια πραγματική κυρία της πολιτικής, η αισιόδοξη "Φώφη" μας, δεν είναι πλέον εδώ, δεν είναι μαζί μας. Δεν είναι πλέον μάχιμη. Ήταν χαρά να τη βλέπεις να μιλάει με τα μάτια, κι όταν ύψωνε φωνή και ανάστημα; ήταν Ελληνίδα!

Άσχετα από πολιτικές θέσεις, γυναίκες Ελληνίδες, να ξέρετε, γίναμε φτωχότεροι σήμερα, και πρέπει όλοι οι άντρες να σταθούν, να στέκονται πάντα στο πλευρό σας, καθώς που ετάχθηκαν. 

Ο Θεός να την αναπαύσει, πραγματικά λυπήθηκα σήμερα.

Γιάννης Γλυνός

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2021

Η σπίθα που δεν σβένει

 

Στις 22 του Σεπτέμβρη μάθαμε από τα ΜΜΕ ότι ο εμπνευστής  της “Σπίθας”, έφυγε από τη ζωή. Ωστόσο ο Μίκης θα μείνει ως ανεξίτηλη εγγραφή στη μνήμη του κόσμου κυρίως  για τη μουσική του. Λίγοι νομίζω θα θυμούνται το συγγραφικό του έργο.

Δεν είναι μόνο οι Έλληνες που ενθουσιάζονται με τη μουσική του, είναι και η παγκόσμια κοινότητα που τον λάτρεψε ακούγοντας δίσκους και συναυλίες. Είναι και οι ταινίες στις οποίες είχε τη μουσική επένδυση.

Ποιος πχ δεν θυμάται το Ζορμπά και το συρτάκι, το Ζ, τη κατάσταση πολιορκίας, τον άνθρωπο με το γαρύφαλλο, Φαίδρα, Σέρπικο, κλπ.

Αισθάνομαι πολύ μικρός σήμερα. Όταν λοιπόν κάποιος δεν έχει κάτι σημαντικό να πει, ποιο καλά θαρρώ, είναι να σωπαίνει. Η φωτογραφία που υπηρέτησα όπως πάντα σιωπά!

Ούτε τη πολιτική σκέψη του Μίκη, ούτε τη  θαυμάσια μουσική  του τέχνη μπορώ να περιγράψω  με τον αδύναμο λόγο μου, και τις βουβές μου φωτογραφίες.

 









Φωτογραφία και μουσική.

Η τέχνη της μουσικής σε σύγκριση με τη τέχνη της φωτογραφίας σαφώς υπερέχει στα σημεία καθώς ως γνωστό καμιά φωτογραφία δεν φωνάζει, δεν ενθουσιάζει, δεν συγκινεί και δεν προτρέπει το κόσμο σε ανώτερα έργα.

Και τώρα τι ζητάω; Να αφήσω αυτό το κόσμο λιγάκι ποιο καλό από ότι το βρήκα!

Τη μουσική μονάχα να την ακούω μπορώ, δεν κατέχω πως να γράψω ή να παίξω μουσική. Μπορώ μόνο να την ακούω ως τα βάθη της ψυχής μου.

Έχασα πολύτιμο χρόνο από τη ζωή μου χάρη σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα βάρβαρο και ανούσιο. Έμαθα μόνος μου να φωτογραφίζω, να βλέπω, και να ακούω μουσική χάρη σε μερικούς θαυμάσιους δημιουργούς, όπως ήταν ο Μίκης.

Τώρα (2021) νιώθω προστατευόμενο είδος, προς εξαφάνιση και το ποτάμι πίσω δεν γυρνά! Όμως υπάρχουν άνθρωποι που ακόμη νομίζουν πως η γη μας είναι επίπεδη! Ίσως  ο κόσμος μας χρειάζεται επειγόντως επανεκκίνηση με ποιο καλούς όρους, λιγότερη βλακεία και δίχως απληστία.

Θα ήθελα λοιπόν εφόσον και πάλι καήκανε τα δάση μας και τα βουνά μας, να θυμίσω πως η τέχνη λειτουργεί αυτόνομα από τη πραγματικότητα, από αυτό που νομίζουμε όμορφο, αρμονικό, κλασσικό, άσχημο, αποκρουστικό κλπ.

Η φωτογραφία, ή οι φωτογραφίες που θα αναρτηθούν όπως τα καμένα πεύκα: συνθετικά, φωτογραφικά, σημαντικά, δείχνουν αυτό που πάντα φοβόμουν.

Πως δηλαδή, ακόμη και η καταστροφή, η βία, το θανατικό, η φωτιά μπορούν να οδηγήσουν τα μυαλά μας να δημιουργήσουν ¨τέχνη από το μηδέν¨.  Εκ της στάχτης γεννιέται η τέχνη. Για το λόγο αυτό καίνε τα μυαλά και την αισθητική μας με κάθε διαθέσιμο μέσον. Μήπως ίσως και ξυπνήσουμε μιαν ημέρα.

Φόβος υπάρχει να μας αρέσει το αποτέλεσμα ξεχνώντας τη κόλαση που προηγήθηκε. Να για παράδειγμα ο Νέρων και οι επόμενοι πυρομανείς!

Αυτό δεν είναι καμιά δικαιολογία για να κάψουμε ότι απόμεινε προκειμένου να δημιουργήσουμε έργα τέχνης.

Ο Μίκης έφυγε, η Σπίθα που άναψε θα καίει κυρίως με τη μουσική του όσο υπάρχουμε ως έθνος για να φωτίζουμε της γης τους κολασμένους. Τα κείμενά του λίγοι θα τα θυμηθούνε, κι αν τα έχουνε διαβάσει.

Σχετικά με αυτό το μικρό βήμα που ορίζω  είναι πλέον στιγμές ολοένα ποιο πολλές που κάτι μου λέει πως: αρκεί μέχρι εδώ.

Ίσως δηλαδή και  να σας λείψω, να με αναζητήσετε, αλλά να μη με δείτε ξανά.

Να το κάνω λοιπόν σαν τον ερυθρόδερμο αρχηγό;:

-ο αυτοδίδακτος μίλησε.

 


Γιάννης Γλυνός

Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

Σχετικά με την έβδομη τέχνη.

Προσοχή:

 κείμενο αρκετά μεγάλο, όπως και η τέχνη του σινεμά!

Σκέψεις-εισαγωγή.

Θα ήθελα να αρχίσω το μονόλογο και πάλι για τη φωτογραφία, αλλά τα προβλήματά της σήμερα αισθάνομαι πως είναι ένα τίποτα, είναι πραγματικά ασήμαντα μπροστά σε αυτά του κινηματογράφου και των «εργατών» αυτής της θαυμάσιας τέχνης.

Αυτά που θέλω να πω για το κινηματογράφο, είναι απόψεις, μνήμες, αισθητικοί προβληματισμοί, αναζητήσεις, σκέψεις, κλπ. Δεν γνωρίζω αν ως φωτογράφος θα μπορέσω να μεταφέρω τις σκέψεις μου σε κατανοητή μορφή γραπτού λόγου. Ασκήθηκα να δείχνω την ορατή πραγματικότητα και στην ανάγκη μονάχα γράφω τις σκέψεις μου, κάτι σαν σημειώσεις για να μη ξεχνώ. Η λογοτεχνία, με τη καθαρή σημασία της έννοιας, ποτέ δεν με ενθουσίασε και δεν τα κατάφερα να γράψω ούτε καν μια έκθεση στο σχολείο. Αντίθετα, με τη πραγματεία έμαθα να τσεκάρω πολλαπλά τους λογικούς συνειρμούς. Έτσι για όσα θα εκθέσω, καλό είναι να μάθει ο πιθανός αναγνώστης τις σχέσεις μου με το κινηματογράφο, την εικόνα και το λόγο.

 Αμέτρητες ταινίες.

Έχω δει, έχω παρακολουθήσει αμέτρητες ταινίες από μικρός. Υπήρχε χρονικό διάστημα που έβλεπα 3 και 4, και 5, και 6 την εβδομάδα. Μερικές φορές, έβλεπα δυο ταινίες την ημέρα, για να τις προλάβω όλες!  

Δεν είχα καμιά μόρφωση θεωρητική, ή αισθητική, απλά έβλεπα, ή μάλλον παραδινόμουν στη μαγεία της μεγάλης οθόνης, όπως όλα τα παιδιά και οι νέοι της γενιάς μου. Δεν είχαμε και πολλές επιλογές τότε (1963-1975).

Τα ποιο σημαντικά φωτογραφικά μαθήματα για κάδρο, φωτισμό, αισθητική κλπ, τα πήρα από καλές ταινίες, να μην παραθέσω τώρα κινηματογραφιστές, φωτογράφους, σκηνοθέτες κλπ από παραγωγές των ετών 1965 και μετά.

Ανάλογης σημασίας ήταν και τα μαθήματα πολιτικής αγωγής, δημοκρατίας, κοινωνίας που πήρα, και παίρνω από τις ταινίες.

Πληροφοριακά, το 1966 τελείωσα τις στενές επαφές μου με το δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης, μια και καλή. Μια έντονη γεύση πίκρας, ξινίλας και απογοήτευσης μου απόμεινε από τη μέση εκπαίδευση.

Δεν θα υπερβάλλω, αλλά τα περισσότερα πράγματα για τη φωτογραφία, και ειδικά τη τεχνική και διαφημιστική φωτογραφία τα έμαθα βλέποντας κινηματογραφικά έργα. Μετά το 2010, μείωσα αναγκαστικά τις επισκέψεις μου στις κινηματογραφικές αίθουσες, έμεινα από εργασία, μέχρι να βγει η σύνταξη, τα επόμενα δυο χρόνια «έζησα» με 350 €/ το μήνα!

 Τα συστατικά της έβδομης τέχνης.

Θα πρέπει εδώ και τώρα να πω ότι όλοι γνωρίζουμε και αποδεχόμαστε νομίζω, ότι μια κινηματογραφική ταινία, από την αρχή μέχρι το τέλος, έχει σχεδιασθεί, οργανωθεί, συντεθεί, σκηνοθετηθεί και ολοκληρωθεί (οικονομική επένδυση, ή καταστροφή;) με ένα στόχο: να γίνει/γίνεται του έργου η προβολή δημόσια σε μεγάλη οθόνη, με ή χωρίς ήχο (αν είναι βουβή παραγωγή), με στόχο τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή θεατών (ότι προκύψει) ή επιλεγμένη - μερίδα κοινού, σινεφίλ (λέσχες, συλλόγους, σχολές κλπ). Δεν μπορεί κανείς να περιμένει το φιλμ "ο τελευταίος πειρασμός" ή "αυτός που πρέπει να πεθάνει" να δεχτεί θετικά σχόλια από λίγους φανατικούς! Επομένως θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος ο δημιουργός για ανάλογες, ίσως και απρόβλεπτες αντιδράσεις, όπως και έγιναν...

Αυτά που δεν μπορούν να προβλεφθούν και να σχεδιαστούν εκ του ασφαλούς, είναι: πότε, πού, πως θα γίνει η προβολή, το κοινό που θα παρακολουθήσει το «έργο», ούτε αν θα έχει αποδοχή, ή απόρριψη.

Επίσης, συχνά ο κόσμος εκλαμβάνει μόνο το σενάριο (φιλολογική υπόθεση-κείμενο) ως κινηματογραφικό έργο τέχνης. Αυτό όμως είναι άδικο και παράλογο (όπως η ζωή μας) γιατί το σενάριο είναι μικρός μόνο συντελεστής του όλου δημιουργήματος. Η έβδομη τέχνη είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, συχνά και απρόβλεπτων, που συντελούν στη δημιουργία του έργου τέχνης και την αποδοχή του.

Αρχικά: είναι η μαγεία της σκηνοθεσίας, η υπόθεση ή σενάριο, το κυρίως θέμα, είναι η ηθοποιία, η μουσική, τα σκηνικά, η φωτογραφία, το απώτερο μήνυμα. Πιότερο απλό είναι το ντοκουμέντο, ίσως. Είναι πολύ πιθανό μια τιμή της συνάρτησης να υπερισχύσει, να υπέρ-καλύψει σημασιολογικά τις άλλες, συμβαίνει συχνά. Είναι όμως το σύνολο των συντελεστών που θα κάνει μια ταινία να κατακτήσει το τίτλο του έργου τέχνης και να σαρώσει ενδεχόμενα όλα τα βραβεία, ή να θαφτεί, έστω και αν πραγματικά δεν της άξιζε η πρόωρη ταφή.

 Όλοι βαδίζουν στη κόψη του ξυραφιού, το γνωρίζει ο καλός ο σκηνοθέτης μας, οραματίζονται οι αγαπημένοι ηθοποιοί, συνεργάζονται όλοι. Τέλος ρισκάρει το κεφάλαιό του ο παραγωγός.

Αυτά είναι γνωστά, ωστόσο τα αναφέρω για να μη νομίσει κανείς πως δεν γνωρίζω να κρίνω και να αποδέχομαι τα μεγάλα κινηματογραφικά έργα, ή τα μικρότερα ως προς την εμπορική επιτυχία, αλλά και σημαντικότερα από καλλιτεχνική άποψη.

Αν από το κινηματογραφικό έργο, αποστερήσουμε άμεσα, ή έμμεσα, τη μεγάλη οθόνη, τη δημόσια προβολή, δεν θα υπάρξει στη συνέχεια αισθητικός καυγάς και δημιουργικός διάλογος. Θα πρέπει ο καθένας, για δικό του λογαριασμό, να ανακαλύψει το μονοπάτι προς τη πρώτη στενή επαφή με το έργο. Αυτό απλά σημαίνει, ο καθείς και τα όπλα του, αλλά είναι πολύ πιθανό ποτέ να μην προσεγγίσουμε το μεγαλείο αυτής της τέχνης. Θα πείτε μα όλες οι ταινίες είναι θαυμάσιες; Είναι έργα τέχνης;

Νομίζω πως ακόμη και μια μέτρια, ελαφριά ίσως ταινία, κάτι θα αφήσει στο θεατή. Κάλλιστα μπορεί ένα φιλμ να μην είναι ισάξιο πχ του φιλμ «7η σφραγίδα», ή «ο λόγος», ή «avatar», ή « la strada» κλπ, αλλά ο καθένας καλός σκηνοθέτης όλο και κάτι θα έχει να πει, ο κάθε καλός ηθοποιός κάτι θα δώσει, ο φωτογράφος κλπ. Ο κάθε συντελεστής δηλαδή, αν έχει επιλεγεί με αισθητικό κριτήριο, θα μας φωτίσει κάτι από το μυστήριο της τέχνης, και ειδικά της κινηματογραφικής τέχνης.

 Τα μέσα μετάδοσης και αναπαραγωγής.   

Η ιστορία μπορεί να πάρει μεγάλη έκταση, αλλά το σημαντικό είναι πως κάθε βράδυ, από το 2010 και μετά θα παρακολουθήσω μια καλή ταινία από ένα δίσκο ακτίνας- DVD. Πριν είχα κασέτες VHS, δίσκους Laser και φυσικά όσο άντεχε η τσέπη και η μέση πήγαινα στους ναούς της κινηματογραφικής τέχνης, τις αίθουσες δηλαδή. Ήμουν πολύ καλός πελάτης, αλλά ήταν και εποχές που ο κινηματογράφος ήταν μοναδική διασκέδαση και σημαντική ευρείας μόρφωσης για τους νέους. Πολιτική, αισθητική, μουσική, λόγος, φωτογραφία, ηθοποιία, σενάρια, σκηνοθεσία, τι να θυμηθώ; Να πω ότι όταν ήμουν νέος δεν γνώριζα τι ακριβώς κάνει ο σκηνοθέτης; Και ποιος ενδιαφερόταν; Αυτό που μέτραγε ήταν «ο γίγαντας της δράσης», και η σέξι «μοιραία γυναίκα», η υπόθεση! Δεν υπάρχει όμως κάτι ποιο ιδανικό, κανόνας, συνταγή ίσως, από τη προβολή στη μεγάλη οθόνη, με το σωστό ήχο, και τη καλή μηχανή προβολής για να δει κυριολεκτικά και μεταφορικά κανείς μιας ταινία. Και έχω αμέτρητες εμπειρίες από προβολές. Αυτό δεν νομίζω ότι θα αλλάξει.

 Μακάριοι οι έχοντες οικιακό κινηματογράφο, αλλά…

‘Ένα διάστημα ευημερίας, επέτρεψε σε αρκετούς την απόκτηση οικιακού κινηματογράφου. Ήταν μια δύσκολη διαδικασία, πέρασε την ιδέα στο κόσμο που μπορούσε να αποκτήσει όλα τα σχετικά (αίθουσα, καθίσματα, μηχανήματα, προβολέα, ποπ –κόρν, κρυφό φωτισμό), πως τώρα θα μπορεί δια παντός να απολαμβάνει τα μαγικά έργα της ανθρώπινης διανόησης και τεχνικής επιδεξιότητας. Όμως αυτό έδιωξε κόσμο από τις μεγάλες αίθουσες, μείωσε τα εισιτήρια ακόμη και για τις καλές ταινίες. Ακόμη και οι εμπορικές, ειδικά αυτές, ατύχησαν. Τώρα όλοι περίμεναν να βγει το έργο σε DVD για να το αγοράσουν και να το δουν στη δική τους αίθουσα, με τη δική τους παρέα. Η ψηφιοποίηση είχε το «καλό» της ευκολίας αναπαραγωγής και συλλογής ταινιών ακόμη και σε ένα μικρό διαμέρισμα, αλλά αποστέρησε από τους ανθρώπους του κινηματογράφου έσοδα. Έχασαν πολλά εισιτήρια οι κινηματογράφοι, αρκετοί έκλεισαν, ήρθαν και τα μνημόνια, οι απολύσεις, οι μειώσεις μισθών και συντάξεων. Η τελευταία φορά που μπήκα σε κεντρική αίθουσα, ώρα 8-10, ήμαστε «τρεις και ο κούκος»! κυριολεκτικά. Ως φωτογράφος λοιπόν, γνώρισα πάρα πολλούς φίλους του κινηματογράφου που απόκτησαν τη δική τους αίθουσα μέσα στο σπίτι τους, φωτογράφισα πολλές αίθουσες μικρές μεν, αλλά πλήρεις τεχνικών δυνατοτήτων. Έτσι, όταν έσβηναν τα φώτα και ξεκινούσε η προβολή, μπορούσε να έχει ο θεατής την πλησιέστερη προς τη κανονική αίθουσα αίσθηση και απόλαυση. Αλλά είναι άλλο θέμα η πρόσβαση στο έργο τέχνης, και άλλο η παραγωγή του.

Οι αίθουσες πέρασαν από τη τρομακτική κρίση, στη πλήρη καταστροφή με το κορονοιό.

 Ο Ελληνικός κινηματογράφος και η παραγωγή.

Δεν έχω στατιστικά στοιχεία-δεδομένα, ωστόσο έχω μια αίσθηση νομίζω επαρκή.

Η παραγωγή, ειδικά η εθνική παραγωγή που ήδη είχε περιοριστεί κυρίως από ανθρώπους που είχαν περισσή αγάπη και ελάχιστα χρήματα για «πέταμα», πέρασε στη διαδικασία της αποχής, της απαξίωσης. Έτσι κι αλλιώς όμως έχω καταγράψει εδώ και πολλά χρόνια, τη δυσκολία να αποδεχτεί ο Έλληνας θεατής ένα έργο απλό, ταπεινό, με ελάχιστα στολίδια και εφέ, ίσως ασπρόμαυρο, σίγουρα κάτι ανάμεσα σε film noir, και κοινωνικό δράμα, κάτι σαν ένα χαστούκι, ή, σαν μήνυμα στις αποκοιμισμένες και προκατασκευασμένες μας απόψεις.

Ο μέσος Έλληνας θεατής δεν θέλει προβληματισμό και μαυρίλα, δεν θα πληρώσει εισιτήριο ούτε θα «σπαταλήσει» χρόνο από τη μίζερη ζωή του για να απολαύσει τι;

Θα προτιμήσει την διασκεδαστική ταινία με θέμα μουσική, νιάτα, ρομάντζο, γέλιο, φάρσα, παντρολογήματα, αναμάσημα των γνωστών και πεπατημένων συνταγών.

Είχε δίκιο η Εστέρ Βιλλάρ στη κρίση της για την εκ του ασφαλούς επιλογή της πεπατημένης σε ότι επιχειρεί ο άνθρωπος. Ωστόσο δεν είχε κατά νου το σινεμά, αλλά τις σχέσεις ανδρών-γυναικών.

Λίγοι κινηματογραφόφιλοι δεν φέρνουν την άνοιξη. Αλλά και οι «συνάδελφοι» καλλιτέχνες συχνά αποδείχτηκαν φαρμακερά φίδια, μαύρη αντίδραση σε κάθε προσπάθεια να βγει στις αίθουσες κάτι διαφορετικό, συναισθηματικό, ευαίσθητο. Κι ας έχει ατέλειες και αδυναμίες του ταλαντούχου πρωτάρη. Θέλουμε κάτι νέο κι ας είναι το σενάριο καταθλιπτικό και ο χρόνος αργός, και η ηχοληψία προβληματική λόγω κόστους. 

Η θεματολογία του Ελληνικού κινηματογράφου δεν αξιώθηκε του πλούτου και των μέσων των υπέρ-παραγωγών τύπου Hollywood. Κατάφερε όμως να επιπλεύσει και το πέτυχε με έργα ευχάριστα, εύπεπτα, επιφανειακά χαρούμενα, φαρσοκωμωδίες, δίχως δυσκολίες και  προβληματισμό. Αλλά ευτυχώς έχουμε και αριστουργήματα, των οποίων ο αριθμός τους συγκριτικά με τα εμπορικά έργα δεν είναι αμελητέος. Είναι και θέμα άποψης όμως.

Γιατί στη χώρα μας συμβαίνει ότι συμβαίνει σχετικά με την έβδομη τέχνη και τη τέχνη γενικότερα; 

Γιατί σχεδόν ποτέ δεν δίδαξε κανείς στο κοινό, στο λαό, στο θεατή πως η τέχνη, οποιαδήποτε τέχνη, δεν είναι μόνο διασκέδαση. Έτσι ο λαός δικαίως θέλει να ξεσκάσει, αλλά είναι κακός σύμβουλος και κριτής αν ο δημιουργός ακολουθήσει μόνο το μάρκετιν, τη μόδα,  την ελαφρότητα και τη διασκέδαση, πάση θυσία. Εδώ υπάρχουν μεγάλα προβλήματα. Ιδού ο δρόμος της αρετής, ιδού και της κακίας!  Μετριότητας θα πω επιεικώς. Υπάρχει ένα πρόβλημα όμως. Αν στη καλλιτεχνική φωτογραφία η αποτυχία γίνεται μάθημα με μικρό συνήθως οικονομικό κόστος, στο κινηματογράφο, δημιουργείται τεράστιο πρόβλημα καθώς εμπλέκονται πάρα πολλοί παράγοντες (μεταβλητές). Ανάλογα και η παραγωγή της εμπορικής φωτογραφίας δεν επιτρέπει λάθη και αστοχίες.

 Όλα είναι έσοδα- έξοδα;

Το κόστος παραγωγής, τα εισιτήρια, η διανομή, τα ΜΜΕ και οι κριτικοί του κινηματογράφου, οι αίθουσες, η ψηφιακή αντιγραφή, και τελικά η λησμονιά του καλού έργου εφόσον δεν υπάρχει πρόσβαση μετά τη πρώτη προβολή, κι αν αυτή δεν αποβεί καταστροφή. Τελικά όλοι προβάλουν, αναμασάνε και σχολιάζουν το σενάριο! Ως φωτογράφος, μπορώ να διαβεβαιώσω πως όσοι έρθουν στα εγκαίνια μιας έκθεσης, φωτογραφίας, ή ζωγραφικής, δεν θα ασχοληθούν ξανά. Τώρα ισχύει το ίδιο για το κινηματογράφο, απλά δεν έχω επίσημα στοιχεία για το κατά πόσο συχνές είναι οι κατ΄ επανάληψη επιλεκτικές  θεάσεις από το ίδιο αρχικό κοινό των κινηματογραφικών ταινιών. Σημειώνω τη τεράστια δυσκολία να βρω και να δω ταινίες για τις οποίες έμαθα ότι υπάρχουν μόνον από μια συνέντευξη, η από ένα trailer στο u-tube, η από τη φιλμογραφία, κι αν έχει ασχοληθεί κάποιος στην ανοιχτή εγκυκλοπαίδεια. Όσο για τις γνωστές και αξιόλογες που έχω συλλέξει και έχω δει, αυτές για εμένα, σώθηκαν! Είμαι όμως ένας!

Ο ψηφιακός  επιχρωματισμός.

Εδώ καταγράφω τη πλήρη ασέβεια προς τη κινηματογραφική τέχνη, ειδικά τα μεγάλα ασπρόμαυρα έργα της, και ακόμη ειδικότερα τα ελληνικά.

Τολμούν να μετατρέπουν κλασσικές ασπρόμαυρες ταινίες, ακόμη και από αυτές τις εμπορικές, που έκοψαν αρκετά εισιτήρια την εποχή στους. Τις μετατρέπουν σε έγχρωμες, και τις καταστρέφουν! Έτσι, ακόμη και το έσχατο επιχείρημα ότι υπήρξε «ο μπακαλόγατος» η αλλιώς «της κακομοίρας» ένα έργο τέχνης τοπικής κάποιας αξίας (δεν είναι παγκόσμια επιτυχία), καταρρίπτεται θριαμβευτικά υπέρ του φτηνού εντυπωσιασμού και χάρη της τεχνολογίας. Δεν θα είχα καμιά απολύτως αντίρρηση να γίνει remake μια κλασσική Α.Μ. ταινία με νέους ηθοποιούς. Δέχομαι το τόλμημα μήπως και προκύψει κάτι καινούριο.

Εμπρός λοιπόν, όποιος έχει τα κότσια υπάρχουν χιλιάδες ασπρόμαυρα φιλμ! Η αγορά διψάει! Και η τέχνη δεν προκύπτει από παρθενογένεση λένε...Μήπως όμως είναι άλλο τέχνη γενικά, και άλλο έργο τέχνης-αριστούργημα ειδικότερα; Όχι δηλαδή, να μου πει κάποιος, υπάρχει πιθανότητα να δούμε στη μεγάλη οθόνη έγχρωμη μια ταινία της underground δημιουργού Μάγιας Ντέρεν, ή τον Αλέξανδρο Νιέφσκυ;

Άλλη μια παρατήρηση: σήμερα, «ο μπακαλόγατος» στο είδος του είναι πλέον κλασσική τέχνη  για πολλούς Έλληνες. Και δεν υπάρχει τρόπος να τους αλλάξεις άποψη, αλλά και δεν έχει νόημα, γιατί προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι ο  κινηματογράφος είναι τέχνη σημαντική, η σημαντικότερη, και ιστορία, και μάθημα, και πληροφορία, και αισθητική, και διασκέδαση ( αν θέλετε), και εργασία και ζωή για τους εργάτες της τέχνης που σήμερα βλέπουν το «χριστό φαντάρο» από τη πείνα, την αβεβαιότητα και την ανέχεια. Και ναι, είμαι αντίθετος και αγανακτισμένος από τον επιχρωματισμό των ασπρόμαυρων έργων κινηματογραφικής τέχνης, είτε σημαντικής είτε ασήμαντης, δεν έχει σημασία. Το έργο τέχνης δεν μπορεί να αντιγραφεί! Μπορεί όμως να εμπνεύσει! Κι αν κάποιος έχει ασχοληθεί με το ασπρόμαυρο στοιχειωδώς, θα έχει καταλάβει πως  αφήνει πολλά περισσότερα στη φαντασία από ότι το έγχρωμο! Σε ταξιδεύει το Α.Μ. αισθητικά εντελώς διαφορετικά από το χρώμα. Ας γίνει λοιπόν μια σύγχρονη μεταφορά-επανέκδοση! Μα και εδώ υπάρχει πρόβλημα και πολλές φορές δεν θα το μάθουμε έγκαιρα.

Παράδειγμα τρανταχτό:

Έχω αποκτήσει τις «δέκα εντολές», τις έγχρωμες, του Σεσίλ Ντε Μιλ. Και η έκπληξη: στη συσκευασία των DVD υπήρχε και η πρώτη έκδοση, βουβή και ασπρόμαυρη. Μπορεί λοιπόν να εντυπωσιάστηκα όταν πρώτη φορά παρακολούθησα την έγχρωμη με τα εκπληκτικά εφέ (ήταν ίσως το 1967). Ωστόσο, πραγματικά με καθήλωσε, πρόσφατα, το 2019 η ασπρόμαυρη που ήταν δώρο στη συσκευασία! Απίστευτο; Άγνοια της ιστορίας; Ακόμη ένα "μεγάλο" έργο, ο πρώτος, ο παλιός , ο καλός βιβλικός Μπεν Χουρ. Ήταν μια υπέρ-παραγωγή (παραγωγή 1959, προβολή στην Ελλάδα 1962) με πολλά βραβεία. Έγινε λοιπόν το 2016 ένα τραγικό και αδιάφορο remaik παρά τα πολλά εφέ και τεχνολογικά μέσα. Ένας μόνο καλός ηθοποιός και τα όμορφα άλογα, δεν μπόρεσαν να φέρουν αποτέλεσμα. Να γιατί το μυστήριο της τέχνης, παραμένει και ούτε στο βιβλίο του ο Τσβάιχ το φωτίζει, απλά προσπαθεί να το περιγράφει. Οι λόγοι όμως που κυρίως γράφω τις σκέψεις μου σήμερα φανούν ίσως ποιο «περίεργοι». Έχω προσπαθήσει πολλές φορές να δω ταινίες παραγωγής μετά 2010,  αλλά δεν τα καταφέρνω. Εφόσον δεν μπορώ να πάω στις αίθουσες, ούτε να παρακολουθήσω τις όποιες  επιλεκτικές προβολές στη τηλεόραση την οποία δεν την υποφέρω, έχω τεράστιο πρόβλημα ενημέρωσης. Και αυτό είναι ένα μόνο. Πριν από χρόνια, τυχαία, παρακολούθησα στη TV μια συγκλονιστική συζήτηση, και είχα γίνει έξαλλος! Βρήκα πρόσφατα τη συζήτηση- ρεπορτάζ στο U-Tube . Η παρουσίαση αφορούσε μια ταινία της συγχωρεμένης σκηνοθέτριας, της κυρίας Φρίντας Λιάπα! Ήταν για το φιλμ: «τα χρόνια της μεγάλης ζέστης» και για τη τέχνη του σινεμά.

Λοιπόν, ακούστε αυτό, ανόητα, μικρόψυχα, μικρά ανθρωπάκια, που δεν έχετε απολύτως καμιά σχέση με τη τέχνη. Αν σε κάθε ταινία, πραγματικά γινόντουσαν όσα δείχνει ο φακός, ή αφήνει ίσως και να εννοηθούν, αν πραγματικά γινόντουσαν όλα αυτά, δεν θα υπήρχε κινηματογραφική μαγεία και θα είχαμε λύσει το πρόβλημα του υπέρ-πληθυσμού. Και τότε δεν θα ανησυχούσε ο Eric Pianka! Έτσι λοιπόν κανένα παιδάκι δεν βασανίστηκε για να γυριστεί η ταινία. Πάει και τελείωσε. Το είχε δηλώσει δημοσίως και με τόλμη η συχωρεμένη η κυρία Λιάπα.

Ωστόσο ο προβληματισμός μου επανήλθε έντονος καθώς στάθηκε αδύνατο να βρω και να αποκτήσω ένα δίσκο DVD με τη ταινία, η να δω το φιλμ για να μπορέσω να κρίνω εγώ, και όχι να μου επιβάλλει κανείς την άποψή του για το κατά πόσο το έργο της ήταν καλλιτεχνικό , ή όχι. Έτσι, από αντίδραση και μόνο, τη δέχομαι ως μεγάλη δημιουργό κι ας μην έχω δει καμιά ταινία της. Και φυσικά για όλες τις απρεπείς και ανόητες δηλώσεις ουδείς ζήτησε συγνώμη, ποτέ. Προφανώς η ταινία λογοκρίθηκε, και παραμένει στο πυρ το εξώτερο!  Εδώ λοιπόν υπάρχει το τεράστιο πρόβλημα με τη σύγχρονη παραγωγή. Πώς να βγει στις αίθουσες ανάλογη ταινία; Τι αποδοχή θα έχει; Αρκεί ένα trailer? Πως θα βγάλει τα έξοδά της; Και στη συνέχεια, για πόσο καιρό θα είναι εξαφανισμένη; Ένας "ειδικός" να πει μια άποψη αρνητική, πάει και τελείωσε. Συνήθως έχουν να πουν για τις ελληνικές ταινίες πως είναι αργές, θλιβερές, γεμάτες μαυρίλα, ατέλειες και απογοήτευση. Αλλά με τι έργα τις συγκρίνουν; Μήπως η ζωή μας διαφέρει;

Αρκετές ταινίες βλέπω να τις κρίνουν στα δίκτυα κοινωνικής ενημέρωσης, όμως οι απόψεις είναι απόψεις, και δεν είναι τίμιο να θάβει ένας που δεν συμφωνεί μια ταινία ως αποτυχία! Και το βασικό είναι πως κρίνουν αυτό που κατά το μέτρο της αισθητικής τους αντιλαμβάνονται, δηλαδή μόνο το σενάριο! Μα και βέβαια μια ταινία που ο σκηνοθέτης θέλει να προβάλλει τρομακτικά ζητήματα γυναικείας χειραφέτησης όπως είναι η «Πολυξένη», θα αντιμετωπίσει τη χλεύη και τη μαύρη αντίδραση. Ακόμη και σήμερα το 2021. Κι όμως διαβάζω πως η Πολυξένη αρέσει, αλλά πού είναι; Ως έργο τέχνης, η ταινία πραγματικά αξίζει; Ή δεν αξίζει; Δεν πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στο δημιουργό να τη δείξει; Αν δεν τη δούμε πως θα κρίνουμε; Η μήπως δεν πρέπει να τη δούμε; Και στο κάτω-κάτω όποιος δεν θέλει να μη τη δει! Ανάλογα δεν μπορώ να βρω ούτε «το ακίνητο ποτάμι» αν και υποπτεύομαι τι θέλει να πει το έργο από το τίτλο του. Υπάρχει και το δόλωμα, δηλαδή το trailer. Υπάρχει και η παραφιλολογία για το σενάριο που προσφέρεται ως δέλεαρ. Κατάφερα λοιπόν και βρήκα τη «Πολυξένη», σε αισχρή ποιότητα και ανάλυση. Την είχε δείξει η ΕΡΤ. Πήρα μια πρόγευση. Το ότι είχα διαβάσει το σενάριο και τις κριτικές, δεν μπορώ να πω ότι με βοήθησε, απλά μου κίνησαν τη περιέργεια τα σχόλια, και η ηθοποιός! Και ευτυχώς, έχω αναπτύξει τις αντιστάσεις μου στο ρεύμα και τις απόψεις των πολλών. Απλά θέλω να δω τη ταινία γιατί «διάφορες τιμές της συνάρτησης» με ταρακούνησαν. Θέλω να τη βρω σε ψηφιακή μορφή για να την έχω τις μακριές κρύες νύχτες του χειμώνα. Κι αν ποτέ νιώσω αισιοδοξία πως όλα είναι μια χαρά (και δυο τρομάρες), να λάβω όλο το αντίδοτο, κι όχι σε δόσεις!  Θα βγει όμως σε οπτικό δίσκο;

 Επικοινωνία;

Άλλο σημαντικό πρόβλημα που υπάρχει με τους καινούριους  «εργάτες» της τέχνης, ή του πνεύματος. Δεν είναι εφικτή η επικοινωνία. Οι όποιες συνεντεύξεις αποκρύπτουν επιμελώς όλες τις σχετικές πληροφορίες, δεν έχουν blog, e-mail, ταχυδρομική διεύθυνση, έστω ένα τηλέφωνο να καταγράφει μηνύματα, κι ας μην απαντηθούν.  Σχετικά με τα θέματα επικοινωνίας, πάνε χρόνια, από το 1999 νομίζω, που έχω στείλει  θετικά μηνύματα σε καλλιτέχνες, καθώς θεωρώ πως αντί χειροκροτήματος ένας καλός  αλλά ειλικρινής  λόγος μετράει πάντα θετικά. Όμως ελάχιστοι έχουν προβλέψει για κάτι ανάλογο, και ακόμη ποιο λίγοι θα απαντήσουν. Πώς να ξεχάσω ένα εξαιρετικό Σκωτσέζο φωτογράφο όταν μου απάντησε με ένα ευχαριστώ και πως μπορώ ακόμη και να αντιγράψω όσες φωτογραφίες του μου άρεσαν! Πράγμα που δεν έκανα φυσικά, έχω κρατήσει τη σελίδα του όμως. Σίγουρα μια συνέντευξη βοηθάει το καινούριο δημιουργό, ηθοποιό, ζωγράφο, γλύπτη, φωτογράφο, λογοτέχνη. Όμως η απομόνωσή και η αδυναμία επικοινωνίας από τους οπαδούς, θεατές, θαυμαστές, ακροατές, η αποκοπή από το έργο τέχνης μετά τη πρώτη κυκλοφορία, την έκθεση, τη συναυλία, τα πρώτα 1000 ανάτυπα, προκαλεί μια άνευ προηγούμενου τροχοπέδη στην εξάπλωση της καλής τέχνης και ειδικά της τέχνης του κινηματογράφου, και φυσικά τροχοπέδη στο μόρφωση. Τι να τη κάνω την παραγωγή ταινιών τέχνης, δίχως αίθουσες και θεατές; Δίχως εκπαιδευμένους πολίτες; Τι μπορεί να ελπίζει από τη τέχνη φτωχός άστεγος και ο πρόσφυγας, η «Χ» Πολυξένη της ομώνυμης ταινίας;

Τη κυρία Φρίντα Λιάπα , τη «γνώρισα» μονάχα από όσα ειπώθηκαν σε εκείνη τη συνέντευξη. Το λιγότερο που μπορώ να κάνω κατόπιν εορτής, είναι να της αφιερώσω αυτά τα λιγοστά ειλικρινή λόγια ενός αυτοδίδακτου θεατή και για να βοηθήσω τους νέους. Όσο για κάποια ταινία της ελπίζω να τη βρω για να τη δω. Ωστόσο η ζωή της και το έργο της σταμάτησαν νωρίς. Έχω την αίσθηση πως μονάχα πίκρα της δώσαμε εδώ, στη πατρίδα της. Μοναξιά και πίκρα είναι η μοίρα των δημιουργών ίσως.

 Τίνος είναι το παιδί;

Αναρωτιέται κανείς μετά από 3-4 χρόνια, ποιανού είναι το έργο τέχνης; Τελικά, για ποιο το κάνουμε το έργο; Έχω μερικά blog, όποιος θέλει μπορεί να δει φωτογραφίες μου, να επικοινωνήσει μαζί μου, να με ρωτήσει τι κάνω, να κρατήσει ψηφιακές φωτογραφίες μου, να μάθει για φωτογραφία, κινηματογράφο κλπ.

Θα ήθελα να πω σε όλους τους «εργάτες» της τέχνης, κάντε ένα δικό σας blog, είναι εύκολο και θα μπορεί να σας βρει αυτός που σας αγάπησε. Και μη μου πει πλέον κανείς πως με τόσα Smartphone που παίζουν όλη την ημέρα δεν έχει πρόσβαση σε e-mail, Facebook κλπ.

 

Γιάννης Γλυνός

  

Τετάρτη 7 Απριλίου 2021

"να πηγαίνω στο σκολειό, να μαθαίνω γράμματα"....

 

Συγχωρώ, μα δε ξεχνώ

Αρχική σύνταξη: 6η 4ου του 2021, αναμνήσεις από την 6η τάξη, του 6ου γυμνασίου αρρένων, που αποφοίτησε του 1966.

Θυμάμαι ονόματα «καθηγητών», ανθρώπων που θέλω διακαώς να τους ευχαριστήσω εδώ και πολλά χρόνια. Θέλω να τους πω δυο λογάκια για όλα όσα δεν μπόρεσαν να μου επιβάλλουν ως «γνώση»: Λούης, Τσίρος, Απάτσι, Σκόπιμο. 
Χάρη σε αυτούς είχα εφιάλτες πολλά χρόνια μετά...ίσως και μετά το 1980!
Πέρα από αυτούς τους καλούς κυρίους, υπήρχαν και άλλοι, αλλά ήταν εντελώς άχρωμοι ως εκπαιδευτικοί, τους ξέχασα. Ωστόσο, άπαντες στην απόδοση βαθμών ήτανε “σπάγκοι”. Ούτε δανεικά να ζητούσαμε! Αποτέλεσμα; ελάχιστοι από τη τάξη του κλασσικού πέρασαν στο ακαδημαϊκό!
Μα, αν αυτό δεν ονομάζεται αποτυχία του εκπαιδευτικού συστήματος, πως αλλιώς μπορεί να το πει κανείς;
Μονάχα ο γυμναστής μας ήταν κύριος, από άλλο πλανήτη, καλός και υπομονετικός, μας έβαζε άνετους βαθμούς στο δικό του μάθημα. Αλλά μάλλον οι γυμναστές είναι από άλλη πάστα, άσε που διδάσκουν κάτι πραγματικά αξιοθαύμαστο και χρήσιμο. Είναι οι γυμναστές ποιο κοντά στη φυσική ζωή και ποιο μακριά από το παραλογισμό της εκπαίδευσης όπως την έχουν διαμορφώσει.
Και δεν ήταν μόνο οι χαμηλοί βαθμοί, αλλά ακούγαμε και ειρωνείες γιατί δεν μαθαίναμε όσα αδιάφορα και ανούσια, σχεδόν άχρηστα μας μετέφεραν από την δοσμένη ύλη του υπουργείου. Ειδικά η διδασκαλία της ιστορίας μας, το ποιο εύκολο και χρήσιμο μάθημα, ήταν τραγική. 
Κανένας δεν τολμούσε να ρωτήσει το παραμικρό. Και ποτέ δεν φτάσαμε ούτε στα ¾ της ύλης του βιβλίου! Μιλάμε για τη νεότερη ιστορία μας ρε φίλε!
Μια φορά μόνο και για “ολίγους” μήνες είχαμε τη τύχη να μας φέρουν αποσπασμένο έναν άξιο καθηγητή της ιστορίας, που δεν ξέρω πως πραγματικά τους ξέφυγε και δεν το τοποθέτησαν στη πολυπληθή Γαύδο!
Μα και τα νέα Ελληνικά ήταν σε διαρκή καραντίνα! Για να καταλάβετε, δεν θυμάμαι ούτε ποιος μας έκανε το μάθημα. 
Όταν μιλάμε για μάθημα "Νεα Ελληνικά", μη φαντασθείτε κάτι τρομερό, εμείς γράφαμε έκθεση βασικά. Γιατί για ανάγνωση και σχολιασμό νέων Ελλήνων συγγραφέων ποτέ δεν είχαμε ώρες διαθέσιμες. Όμως μας «βαθμολογούσαν απλόχερα» στην έκθεση ιδεών και δεν μας λέγανε πως θα πρέπει να τη γράψουμε!
Αν θυμάμαι, μονάχα ο Άρης (που έγινε αργότερα δημοσιογράφος) κατάφερνε να πάρει όχι άριστα, αλλά ανθρώπινο βαθμό. Και τον ζηλεύαμε φυσικά.
Πως γινόταν το μάθημα; Πολύ απλά μας έλεγαν, βγάλτε ένα χαρτί και γράψτε μια έκθεση με θέμα: “αποταμίευση” πχ….η «τι γνωρίζετε για το ΝΑΤΟ». 
Μα, να σου γράψω για το ΝΑΤΟ, αλλά δεν πρέπει πρώτα να μάθω για το 2ο παγκόσμιο πόλεμο; Μήπως κάτι για το πρώτο πρώτο; 
Εμείς μόλις και προλάβαμε τη μάχη του Μάρνη!
Που τα θυμάμαι; Έλα ντε, απόκτησα μνήμη ελέφαντα!
Στη 5η και 6 τάξη, του 6ου αρρένων, μίσησα τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη!
Αλλά τον ανακάλυψα πάλι και τον αγάπησα λίγα χρόνια αργότερα, στην Ε.Α, αλλά και μετά, όταν απόκτησα μερικά βιβλία του.
Τα μαθηματικά; άλλη τρέλα.
Χημεία; Έμεινα στο H2O. Όμως, λίγα χρόνια μετά, το 1974, έκανα μόνος μου τις συνταγές και τις εμφανίσεις των φιλμ και των φωτογραφιών μου.
Να πω και για τα θρησκευτικά; 
Θα το πω όσο ποιο ήπια μπορώ. 
Έμαθα πολύ αργότερα, από ένα καθηγητή μαθηματικό και πολύ καλό φίλο κάτι για τη Παλαιά Διαθήκη και τις αντιδράσεις ομάδας 150 καθηγητών που τους εξύψωσε στην εκτίμηση που τους είχα. Αλλά δεν είναι του παρόντος, και προφανώς κανείς  τους δεν ήταν στο 6ο. 
Τα απλά πράγματα που μάθαμε στο φροντιστήριο για να μπούμε όσοι τυχεροί, ή άτυχοι στην ανώτατη παιδεία, στο δημόσιο σχολείο μας ήταν terra incognita.
Κανείς δεν ήθελε να μας μιλήσει για αυτά...
Η γεωγραφία και η κοσμογραφία;
-Τι κάνετε; πως είστε; 
-Καλά ευχαριστώ.
Κάτι πήγε να γίνει με τη τριγωνομετρία, αλλά στράβωσε άδοξα!
Τι να τη κάνουμε τη γεωγραφία και τη κοσμογραφία; «Άχρηστη γνώση»!
Μα κι όταν κάναμε την υπέρβαση, και γράφαμε πρόχειρο διαγώνισμα, ή λέγαμε στη προφορική εξέταση περισσότερα από όσα έγραφαν τα βιβλία, και πάλι ο μέγιστος βαθμός ήταν ο ελάχιστος. Μόνο δυο συμμαθητές μου πήραν 15 στο απολυτήριο και δεν ήταν σπασίκλες!
Πως να ξεχάσω το επεισόδιο με  “τα προϊόντα της βορείου θαλάσσης”;
-Πείτε μας κύριε Δ…...τι γνωρίζετε για τα προϊόντα της βορείου θαλάσσης;
Και η απάντηση:
- μπακαλιάροι, σαρδέλες, ρέγγες, κύριε καθηγητά.
- αρκεί, καθίστε κύριε Δ…., για να μη σας βάλω 3, σας βάζω 4! είπε οργισμένος ο καθηγητής.
Η συνέχεια ήταν μονόδρομος! Έγινε χαμός, χάχανα και καζούρα.
Και εσείς κύριε Γλυνέ; τι γνωρίζετε για το θέμα μας; Αυτό το «κύριε» μου έκοψε λίγο τα γόνατα! Ήταν αυστηρή η ερώτηση στην αφεντιά μου, προεξόφληση ίσως της αποτυχίας μου.
Και η δική μου θριαμβευτική απάντηση:
- σαρδίνη, αρίγη, βακαλάος, που τρέφονται με κριλ που τρέφεται με πλαγκτόν το οποίο υπάρχει άφθονο στα παγωμένα και καθαρά νερά της βορείου θαλάσσης.
Αρκεί, μπράβο παιδί μου, πήγαινε στη θέση σου: θα σου βάλω 13, γιατί ο προηγούμενος βαθμός σου ήταν 12!
Μιλάμε, έσκισα!
Πήγα να του πω: κύριε καθηγητά, και τη προηγούμενη φορά στα προφορικά με τσακίσατε, και στο πρόχειρο διαγώνισμα με φιλέψατε πλουσιοπάροχα. Αλλά ο θεός με φώτισε και το βούλωσα.
Τις αποβολές τις είχανε στο τσεπάκι!
Άλλα χάχανα...δικαιολογημένα ίσως, γιατί άντε να ζητήσεις στο μπακαλικάκι της γειτονιάς σου μια αρίγη και 125 γραμμάρια σαρδίνες!
Αλλά τότε ήταν 1965-66. Σήμερα ούτε το λεξικό διόρθωσης του κειμενογράφου δεν τις αναφέρει αυτές τις λέξεις.
Να είναι καλά ο Μπαμπινιώτης!
Η ενηλικίωση.
Οι μαθητές της 6ης τάξης, του 6ου γυμνασίου αρένων, της χρονιάς 1966, έγιναν πολίτες, χρήσιμοι στη κοινωνία. Κάποιοι μορφώθηκαν με δικά τους μέσα, όπως πχ εγώ. Κάποιοι πέρασαν στην ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση παρά τους τραγικά χαμηλούς βαθμούς απόλυσης του κολαστηρίου μας.
Κάποια "κούτσουρα" αποδείχτηκε πως μπόρεσαν να μάθουν πάρα πολλά, σαφώς περισσότερα από όσα είχε ποτέ φανταστεί ο σύλλογος των καθηγητών μας. 
Εγώ πχ, πήγα σε σχολή γραφιστικής, έγινα αυτοδίδακτος φωτογράφος χάρη σε μια τεράστια βιβλιοθήκη που απόκτησα και χάρη στο διαδίκτυο, αργότερα με έκαναν συντάκτη τεχνολογίας της φωτογραφίας, και διευθυντή φωτογραφικού τμήματος. Κατάφερα ότι έγινα  ερευνώντας τας γραφάς εκτός διδακτέας ύλης. Διάβασα οικονομία και ψυχολογία και ιστορία, απόκτησα μια συλλογή από κινηματογραφικά έργα και δίσκους μουσικής, και συνεχίζω...
Ο συμμαθητής μου ο Στέφανος, έγινε σκηνοθέτης και εξαιρετικός φωτογράφος και συντηρητής έργων τέχνης. Ο Άρης έγινε δημοσιογράφος. Ο Μάνος τραπεζικός, και ο Κ…..το ίδιο. Υπάρχουν και άλλοι που δεν έχω επαφή, αλλά βρήκαν το δρόμο τους και εύχομαι να ζουν καλά.
Έχω τέλος πάντων συγκρατήσει τα περισσότερα ονόματα των συμμαθητών μου.
Σήμερα, όλοι οι παλιοί συμμαθητές μου πέρασαν τα 73 έτη από γεννήσεως και λιγοστεύουν ακολουθώντας τη φύση και το κύκλο της ζωής.
Τα στραβά του εκπαιδευτικού μας «συστήματος» θέλω να τα θυμίσω στους νεότερους γιατί είχα εφιάλτες για πολλά χρόνια μετά.
Ακόμη και ως «ελεύθερος» άνθρωπος είχα απωθημένα και τραύματα που τα ξεπέρασα εφαρμόζοντας όσα έμαθα από την «εισαγωγή στη ψυχανάλυση» του Σ. Φρόιντ , που διάβασα όσο υπηρετούσα.
Το ποιο μεγάλο σχολείο τελικά ήτανε η θητεία.
Αναρωτιέμαι σήμερα, γιατί στα κομμάτια στα αρχαία δεν πήρα ποτέ μου πάνω από 13 όταν μπορούσα να μεταφράσω όλα τα κείμενα, να βρω τα συντακτικά τεχνάσματα, όταν δεν έκανα ορθογραφικά λάθη, έβγαζα εύκολα το νόημα και τη περίληψη. Όσο για την ιστορία; δεν αφήνω βιβλίο για βιβλίο ακόμη σήμερα, κι όμως ο ποιο μεγάλος βαθμός που πήρα ήταν 16!
Έχω ακόμη μια ερώτηση κι ας γνωρίζω πως δε θα πάρω απάντηση: από μικρός λοιπόν, από τη δεύτερη κι όλα τάξη δημοτικού, μου άρεσε το διάβασμα, το λάτρευα. Ειδικά τα ιστορικά κείμενα, και τα λογοτεχνικά. Στο γυμνάσιο κάθε ημέρα διάβαζα μέχρι αργά το βράδυ κάποιο βιβλίο. 
Γιατί λοιπόν, παρά το ότι το πρώτο μήνα κάθε σχολικής χρονιάς, είχα διαβάσει όλο το βιβλίο -συλλογή νέων ελληνικών κειμένων, δεν θυμάμαι τίποτα από τη διδαχή των νέων ελληνικών; Ίσως και να μην ήμουν πραγματικά μέσα στη τάξη! Θυμάμαι τα κείμενα, τη διδασκαλία δεν θυμάμαι.
Γιατί δεν μας είπε κανείς διαβάστε «κούτσουρα» και αυτό το βιβλίο μπας και γίνετε άνθρωποι;
Μου άρεσε η λογοτεχνία, κι όμως δεν πήρα ποτέ μέσο όρο πάνω από 12 άντε 13! 
Ζήτω το σύστημα!
Μετά από χρόνια, έμαθα πως το σύστημα μας θέλει βλάκες, πειθήνια όργανα, εργάτες, δεν το ενδιαφέρει η γνώση, αλλά η πειθαρχεία παντός κατώτερου προς πάντα ανώτερο.
Έτσι, λίγοι επέπλεαν στο κάτεργο που ήταν κτισμένο δίπλα -κολλητά στις φυλακές του Βαριώτη! Για παραδειγματισμό; Τυχαίο;
Ήταν τα καλύτερά μου χρόνια, και μου έμαθαν επιτυχώς να μην ονειρεύομαι….
Το δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης λιγοστή γνώση και μου φόρτωσε εφιάλτες!
Και για το τέλος, φύλαξα ίσως το πλέον ενδιαφέρον για τους διδάσκοντες, αν αγαπάνε αυτό που πάνε να κάνουν.
Έγινα και δάσκαλος φωτογραφίας από αγάπη στους ανθρώπους και τη φωτογραφία. Είχα αρκετούς φίλους και μαθητές, που ακόμη «δάσκαλε» με φωνάζουν στο δρόμο. Διατηρώ μερικά blog με φωτογραφίες, και κείμενα σαν αυτό που διαβάσατε μόλις τώρα. Φυσικά και κάνω λάθη διατύπωσης και σύνταξης, αλλά μήπως και το Δημοσθένη το καταλάβαινε κανείς τότε ή τώρα; Εδώ δεν καταλαβαίνουν το κοσμοκαλόγερο, το μπάρμπα Αλέξανδρο!
Δεν είναι το εκπαιδευτικό σύστημα που μας καταπίνει όλους, ούτε το πόσο καλοί είμαστε στο είδος μας. Το βόλεμα, η νιρβάνα, και το «εγώ θα αλλάξω τον κόσμο» μας ευνουχίζει. Εγώ για παράδειγμα μόνος μου έμαθα να λύνω και να δένω υπολογιστές, γραφικά με basic, γενικότερα γραφικά με υπολογιστές, επεξεργασία εικόνας (τα βασικά), word, excel, power point, jumla, Αγγλικά, κλπ.
Δεν αγαπάμε τους νέους μας, τα παιδιά μας, τους μαθητές μας, δεν τα βοηθάμε αν κρίνω από αυτά που έζησα, και ζω, και βλέπω. Μα δεν τα ξέρω όλα, ελπίζω κάποιοι να κάνουν αυτό που τάχθηκαν με αγάπη, τολμώ, προσπαθώ, σκαλίζω, αμφισβητώ, ακούω τις αυθεντίες, αλλά διατηρώ το δικαίωμα άποψης, γνώμης, απόφασης.
Τώρα που το σκέφτομαι πώς να ήμουν καλός μαθητής τότε;
Το σύστημα είναι ίδιο για όλους τους δάσκαλους και καθηγητές του δημόσιου, όμως γιατί θυμόμαστε και αγαπάμε μέχρι το τέλος της ζωής μας κάποιους; Ε; γιατί;
Ως ένας μέτριος, πρώην μαθητής του γυμνασίου, αλλά αεί διδασκόμενος,  αφιερώνω αυτό το κείμενο στους ανά τους αιώνες λιγοστούς αλλά άξιους δασκάλους.
Γιάννης Γλυνός

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2021

burn-queimada-καμένα

 Στων βουνών την ολόμαυρη ράχη....

Η λογοτεχνία αποφάνθηκε: “τα δέντρα πεθαίνουν όρθια”!

(τίτλος θεατρικού έργου)




Εγώ είμαι φωτογράφος κι όχι λογοτέχνης. Προσπαθώ κουτσά-στραβά, πέρα από τις φωτογραφίες να βάλω σε τάξη εγγράφως και κάποιες σκέψεις.
Έτσι λοιπόν, το πεύκα δεν πεθαίνουν όρθια, λαμπαδιάζουν. Ότι απομείνει, το κόβουν κοντά στη ρίζα.

Ο Προκρούστης ήταν ποιο ευγενικός τελικά.
Πολύ αργά, στο πέρασμα του χρόνου, σχηματίζεται το αυτοδημιούργητο όμορφο δασάκι, έργο της φύσης και του θεού.
Μα, όταν μπει φωτιά, πολύ γρήγορα γίνεται μπουρλότο. Έργο του κατ΄ εικόνα και ομοίωση.
Άντε τώρα βρες ποιος έκανε τι.
Μα ίσως λέω, και να μη θέλεις να το βρεις!
Η φύση απεχθάνεται τα κενά, είναι άναρχη και υπερήφανη, υπακούει στο δικό της ένστικτο.
Όμως γονατίζει κάτω από τη μπότα της απληστίας, για τη δική μας την οικονομική “πρόοδο”...
Μετά το μπουρλότο, απομένουν οι μαύροι κορμοί στην ολόμαυρη ράχη.


Είναι όμως ακόμη όμορφα, λεβέντικα, όρθια σκέλεθρα, με αμέτρητα πλοκάμια λες σαν χέρια τα κλαδιά, απλωμένα να ζητάνε μάταια βοήθεια από ψηλά.
Ίσως και να υπάρχει λίγη ζωή μετά θάνατο!
Αν και κατακαμένοι οι κορμοί, μοιάζουν να χορεύουν, να θένε να φτάσουν στα σύννεφα, στον ουρανό, να ξεφύγουν μια και για πάντα από τους απάνθρωπους όλους εμάς.
Εγώ, είμαι ένα ελάχιστο, μικρό κέντρο του σύμπαντος, φωτογράφος είμαι, έτσι τα βλέπω, και προσπαθώ να τα δείξω. Στην ανάγκη, επιστρατεύω και το γραπτό λόγο για τη περίπτωση που κανένας δεν βλέπει τίποτα άλλο από μαύρο.

Οι φωτογραφίες και η ιστορία του χορού των κατακαμένων πεύκων.

Έναν μύθο θα σας πω:
Πρόπερσι, κάηκε το καλοκαίρι ένα όμορφο δασάκι επάνω σε ένα γήλοφο. Ήταν το δεύτερο στη ίδια περιοχή και σε απόσταση ούτε χίλια μέτρα από το προηγούμενο. Περίεργο;
Ότι απόμεινε ένα χρόνο μετά, το δίσεκτο και καταραμένο 2020, έδωσε ακόμη και καμένο “όμορφες” νομίζω φωτογραφίες, ασπρόμαυρες, δραματικές, που τουλάχιστον μετέφεραν το  μήνυμα:
-μα γιατί με κάψατε; τι σας έκανα;
Τα καμένα κούτσουρα έστησαν δικό τους χορό, όχι του Ζαλόγγου, αλλά της απελπισίας, της καταστροφής. 



Μερικές φορές λοιπόν, αισθάνομαι ευλογημένος γιατί βλέπω...όπως βλέπω.
Αλλά σύντομα σκέφτομαι πως ίσως είμαι και κολασμένος γιατί δεν προσπερνώ, αλλά στέκομαι σε αυτά που οι άλλοι αφήνουν πίσω τους αδιάφοροι.
Καταραμένος αισθάνομαι γιατί βλέπω ίσως μόνο εγώ αυτό το λεβέντικο πυρρίχιο χορό και το φωτογραφίζω με το δικό μου τρόπο.
Στις φωτογραφίες που πήρα δεν ξέρω, αλλά ένιωσα πως ήθελαν να φύγουν οι κορμοί, να γλυτώσουν από τις φλόγες, μα δεν μπόρεσαν. Ήταν ριζωμένα τα πεύκα βλέπετε

Το χρονικό.

Παρατήρησα πρώτη φορά τους καμένους κορμούς αρχές του Νοέμβρη του 2020.
Ήταν την ημέρα που πήγαμε να δούμε τις ελιές μας δυο χιλιόμετρα ποιο πέρα.
Ωστόσο δεν είχα υπόλοιπο χρόνου λόγο καραντίνας. Έπρεπε να επιστρέψω γρήγορα πίσω και δεν έβγαλα φωτογραφίες.
Βλέποντας μόνο το τοπίο απλά τις οραματίστηκα, αν αυτό σας λέει κάτι. Έκλεινα τα μάτια μου το βράδυ, και ήτανε μπροστά μου, σάμπως τα κλαδιά να στρέφανε σε εμένα, να με καλούν να πάρω φωτογραφίες. Σκέφτομαι τώρα πως παλιά φωτογραφίζανε τους αποθαμένους, λες να υπάρχει σχέση;
Πήγα ξανά για άσκηση- βάδισμα λίγες ημέρες μετά έχοντας και μηχανή. Τώρα είχε επιβλητικά σύννεφα με μικρά ασθενικά ανοίγματα κατά διαστήματα, μα δεν υπήρχε πουθενά γαλάζιος ουρανός.
Οι κορμοί ήταν μαύροι σε ειδικά επιλεγμένο σκούρο γκρι φόντο με εναλλασσόμενους όγκους και τόνους. Είναι όλα όπως έπρεπε να είναι , σκέφτηκα.
Για τις φωτογραφίες επέλεξα τη πλέον δραματική αυτόματη δυνατότητα καταγραφής που διέθετε η παλιά ψηφιακή Leica.
Ωστόσο, βλέποντας την επόμενη τις φωτογραφίες με προσοχή, ήθελα να πάω και πάλι να τις βγάλω με απογευματινό ήλιο και γαλάζιο ουρανό, ίσως και έγχρωμες, για να είναι πιστότερες ως ντοκουμέντο.
Αλλά δεν μπόρεσα. Μπήκαμε και στις γιορτές, μεσολάβησαν σημαντικά γεγονότα...
Τελικά, κατάφερα να πάω πάλι στο τόπο στις 23 Γενάρη του 2021.
Και, το “θαύμα” είχε γίνει! Σβήσανε και την ανάμνηση!
Δεν υπήρχαν οι κορμοί.
Είχαν όλοι κοπεί κοντά στη ρίζα και είχαν απαχθεί.



Προφανώς θα έχουν γίνει εμπόρευμα σε κάποια μάντρα ξυλείας! Θα καταλήξουν σε κάποιο τζάκι. -”Ο θάνατός σου, η ζωή μου” μου φώναξε μια φωνή από πολύ μακριά.
Μιλάμε για τη τέλεια καταστροφή, φυσική και αισθητική, απαραίτητη ίσως για την αναδάσωση μετά τη φωτιά. Αλλά η καταστροφή καταγράφηκε στις φωτογραφίες.
Ούτε οι ξεροί κορμοί, ούτε τα κλαδιά απόμειναν.
Μόνο τα αποκαΐδια, λίγα καρβουνιασμένα πεσμένα κλαδιά και λιγοστά κουκουνάρια, είχαν μείνει στην έρημη μαύρη γη.
Σκέφτηκα πως άργησα πολύ!
Αλλά πάλι είχα σε αρχεία τους κορμούς που χορεύανε!
Πήρα μερικές έγχρωμες φωτογραφίες τώρα και σκέφτηκα πως ίσως ξαναγίνει το μικρό δάσος εκεί. Έτσι αν ζήσω, θα αξιωθώ ίσως να δω ξανά τις φωτογραφίες και να τις συγκρίνω στο πέρασμα του χρόνου.
Αλλά ποιος θα θυμάται σε λίγο τι υπήρχε εδώ;



Τις φωτογραφίες ωστόσο δύσκολα ξεχνώ. Είμαι “καταδικασμένος” να ζω με αυτές και να θυμάμαι όλα τα σχετικά: συντεταγμένες (τόπο), φωτισμό (εποχή), μηχανή, φακό, τεχνική, ατμόσφαιρα, αισθήματα κλπ.
Ωστόσο, το κακό έχει γίνει και όσοι περνάνε από εκεί θα ξεχάσουν το δασάκι και τους καμένους κορμούς που χορέψανε το χορό της φωτιάς. Όσο για τους νέους; θα βλέπουν τη στέρφα γη, αν δεν φυτρώσει πάλι κάτι.
Έχω φωτογραφίες από ανάλογες περιπτώσεις που έγιναν προσπάθειες αναδάσωσης στη Πεντέλη και αλλού. Αλλά μόλις τα δεντράκια έγιναν 2-3 μέτρα, κάηκαν και πάλι.
- “από μόνα τους” πάντως όχι.
Ακόμη και στο μαύρο τους το χάλι, καμένα και πεθαμένα, τα δέντρα έχουν πολλά να μας δώσουν…
Χάσαμε το πράσινο, την ομορφιά, τη σύνθεση, την αρμονία και το οξυγόνο, χάσαμε ακόμη και τους καμένους κορμούς.
Δέστε τις φωτογραφίες και θαυμάστε!
Όμως να ξέρετε, προβληματίστηκα τρομερά σχετικά με το τι είναι τέχνη, και ειδικά η φωτογραφική τέχνη. 










Συγνώμη αν σε αγάπησα πολύ, γιατί όποιος αγαπάει παιδεύει

















Δρόμος στο πουθενά









25 Γενάρη του 2021.

Και επειδή φυσικά η ζωή συνεχίζεται, και τον Ιούλιο 2022 είχαμε μερικές χιλιάδες στρέματα καμένα, γιατί: 
-"το περίστροφο εκπυρσοκρότησε μόνο του", 
- οι φωτιές μπαίνουν αφ-εαυτού τους,  τους τη δίδει των δασών ο καύσων, δεν αντέχουν άλλο δεν φουντώνουν....
Εσείς αντέχετε;


Γιάννης Γλυνός