Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2017

Ναι, και λοιπόν;



Η αρχή του τέλους, και το τέλος μιας αρχής.

Αρχή, και τέλος, μιλάμε για το ίδιο πράγμα ιδωμένο από ένα «νεκρό» σημείο, ένα αδρανές σημείο όπου κάτι τέλειωσε, ή μόλις άρχισε ένα μεγάλο ΤΙΠΟΤΑ.
Τελικά το αποτέλεσμα είναι αποχή, αδράνεια, αδιαφορία, αδυναμία, δίχως νόημα ασχολία, αιώρηση στο κενό, απλή παρατήρηση δίχως καμιά διάθεση παρέμβασης υπέρ, ή κατά, άσκοπη εργασία.
Τι θέλω να πω;
Θυμάμαι πως άρχισα να ασχολούμαι με τη φωτογραφία, στη συνέχεια με τη συγγραφή κειμένων για τη φωτογραφία, πως έψαχνα κάθε τι που είχε σχέση με τη φωτογραφία, τους φωτογράφους, τις μηχανές, τους φακούς, τις τεχνικές, τη νέα τεχνολογία, τα σχετικά με τις εμπορικές κινήσεις κυριαρχίας στην αγορά του ενός, ή του άλλου κατασκευαστή κλπ.
Δεν έμενε χρόνος να σκεφτώ πολλά πράγματα πέρα από τη, φωτογραφία.
Μια ημέρα, το 2010 μου είπανε:
«Πρέπει ή να σε απολύσουμε, ή να σου μειώσουμε το μισθό, ή να μειώσουμε τις ώρες που εργάζεσαι για την εταιρία. Εμείς όμως δεν θέλουμε να απολύσουμε κανένα».
Μάλιστα είπα.
Το σκέφτηκα, και απάντησα ταχύτατα σαν σαμουράι που είχα εκπαιδευτεί. Χρειάστηκα μόλις επτά αναπνοές για να απαντήσω πως σε δύσκολους καιρούς το να μειώσουμε την εργασία είναι λάθος γιατί το αποτέλεσμα θα είναι πτώση της ποιότητας που προσφέρουμε στον αναγνώστη. ‘Άρα, μειώστε μου το μισθό.
Έτσι έμεινα ενεργός για λίγο καιρό ακόμη. Προβλέποντας ένα άσχημο τέλος σύντομα, κατάφερα να εργαστώ με αμοιβή μέχρι και το τέλος Μαΐου του 2011.
Τη πρώτη Ιουνίου 2011 με κάλεσαν και πάλι στα ανώτερα επίπεδα της εταιρίας, στα γραφεία τους, και μου είπανε:
-«δεν μπορούμε να σε πληρώνουμε άλλο, δεν χρειαζόμαστε αναγκαστικά τις υπηρεσίες και τις γνώσεις σου, πρέπει επομένως να σταματήσεις να εργάζεσαι για την εταιρία, λυπόμαστε»!
Εγώ να δείτε!
Το περίμενα, αλλά αν και ήμουν έτοιμος, για λίγους μήνες μετά ήμουν χαμένος στο διάστημα…
Είχα κάποιες προσωπικές ενεργές ιστοσελίδες- blog, τις διατηρώ ακόμη και έτσι δεν ξέκοψα απότομα από τη φωτογραφία. Αντίθετα ασχολήθηκα όσες περισσότερες ώρες μπόρεσα, ανάρτησα σκέψεις, ιδέες, συμβουλές, κατάφερα να αποφύγω τη κατάθλιψη.
Σιγά, σιγά, αργά αλλά σταθερά, μάθαινα τα μαύρα νέα από συνάδελφους που έχαναν την εργασία τους, άντεξα μέχρι που έλαβα τη σύνταξή μου και τώρα τι κάνω;
Τραβώ ελάχιστες φωτογραφίες, ασπρόμαυρες κυρίως, δεν βρίσκω κανένα νόημα να γράφω και να δίνω μαθήματα για το πώς πρέπει να τραβάμε φωτογραφίες, βλέπω γύρω μου την ελαφρότητα και τη βαρβαρότητα και σκέφτομαι για κάθε συμπέρασμα θετικό ίσως στο οποίο καταλήγω αυτό που είχε πει κάποια στιγμή ο φίλος μου ο Αλέξης σε μια συζήτηση πολύ σοβαρή.
Ναι, καλά, πολύ ωραία όλα αυτά. Ναι, και λοιπόν;
Μάταια είχα προσπαθήσει να τον πίσω με τρανταχτά νομίζω επιχειρήματα πως κάτι από όλα αυτά που συζητήσαμε κάτι ίσως να άξιζε πχ τέχνη, οικονομία, ιστορία, εργασία, μουσική, φωτογραφία, τεχνική, πολιτική κλπ.
Μα και πάλι απαντούσε ο φίλος.
-Ναι, και λοιπόν; Τι έγινε;
Με είχε φέρει πολλές φορές σε δύσκολη θέση, δεν λέω.
Σήμερα όμως, λέω και εγώ πως: "ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης".
Παρατηρούσα πχ πρόσφατα ένα μερμήγκι που είχε πιάσει γερά στα σαγόνια του ένα τεράστιο για το δικό μέγεθος υπόλοιπο από κάποιο αποξηραμένο φυτό. 
Προσπαθούσε να βρει με τις φερόμενες το δρόμο του προς τη φωλιά, αλλά φαινότανε, και ήτανε χαμένο εντελώς.  Έκοβε άσκοπες βόλτες φορτωμένο το δικό του σταυρό.
Ήτανε ποιο τυχερό ωστόσο από το Χριστό.
Το σημάδεψα για να μη το μπερδέψω με τα άλλα, αν και ήταν  αβοήθητο και πολύ μακριά για τα δικά του μέτρα από κάθε συνοδοιπόρο και εργάτη. Σημασία έχει πως δίχως λογική και δίχως σκέψη, δίχως να βλέπει που πάει έκανε το μερμήγκι αυτό που είχε ταχθεί με μόνη βοήθεια τα ίχνη που το ίδιο, ή άλλα μερμήγκια είχαν αφήσει σε ότι κινητό ή ακίνητο είχε απομείνει στη γη. Ήταν ήδη Νοέμβριος και όλοι τρέχανε να μαζέψουνε τροφή. Μα και εγώ ελιές και ξύλα μάζευα, σκέφτηκα. Άρα;φίλος.
Με τη μικρή διαφορά πως εγώ είμαι στη κορφή υποτίθεται της εξέλιξης και το μερμήγκι πολύ χαμηλά. Περίεργο όμως, αυτή η σκέψη δεν με βοήθησε πολύ, ήμουν κατάκοπος ήδη και μεγάλος σε ηλικία παλεύοντας ακόμη για τροφή.
Και το ερώτημα γεννιέται αμείλικτο και αδυσώπητο. Γιατί τα κάνουμε όλα αυτά;
Το αποτέλεσμα είναι ένα. ΕΠΙΒΙΩΣΗ.
Η μόνη διαφορά ανάμεσα στα μερμήγκια, τις μέλισσες και τις άλλες πολυπληθείς κοινωνίες σε σχέση με τις ανθρώπινες αγέλες είναι πως εμείς είμαστε άπληστοι και καταστρέφουμε το περιβάλλον. Νομίζουμε πως θα σωθούμε με τη τέχνη και τη δημιουργία, τη προσφορά και το έργο αγάπης προς ότι αφήσαμε κατεστραμμένο πίσω μας.
Το αποτέλεσμα είναι πως αν και βλέπουμε που πάμε, αν και σχεδιάζουμε, αν και εργαζόμαστε πουλώντας ακόμη και τη ψυχή μας στο διάβολο, τελικά αν σκύψουμε να δούμε τα μερμήγκια, δεν νομίζω πως έχουμε παραπάνω πιθανότητες έτσι όπως με άμετρη σοφία λειτουργεί η φύση.
Ίσως το ποιο μεγάλο λάθος της δημιουργίας να είμαστε εμείς.
-Ναι, και λοιπόν;
-Τι ναι, και λοιπόν;
Στη μοναξιά της κορυφής θα είναι πάντα κάποιος που σκέπτεται και προσπαθεί πάντα να βρει το γιατί γίνονται όλα αυτά, όπως γίνονται. Μα ακόμη κι αν το βρει, μόνος του κανείς τίποτα δεν μπορεί να καταφέρει από αυτή τη σοφία. Τι νόημα έχει λοιπόν να κάθομαι και να γράφω για τη φωτογραφία όπως εγώ νομίζω πως πρέπει να είναι αν όλοι οι άλλοι νομίζουν ή θέλουν κάτι διαφορετικό;
-Ναι, και λοιπόν;
-Άντε πάλι και λοιπόν. Βρέστε τα υπόλοιπα μόνοι σας, και εγώ μόνος μου τα βρήκα.
Γιάννης Γλυνός
Νοέμβριος 2017