Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

imagine-imaging-photo

 

        Σκέψεις για τις σχέσεις φωτογραφίας – ζωγραφικής.



Η φωτογραφία δεν είναι κατ’ ανάγκη picture ή image, ούτε είναι εικόνα (λατρευτική), θα μπορούσε όμως να γίνει πίνακας με συγκεκριμένη διαδικασία.
Με δικά μου λόγια, πίνακας - picture paint, ζωγραφιά, ζωγραφικό έργο τέχνης είναι λέξεις, έννοιες για κάθε τι που έχει δημιουργηθεί δια της ψυχής, της νόησης και της χειρός.
Είχε γίνει αποδεκτό, μας είχανε πείσει, μέχρι την έλευση της φωτογραφίας, πως το εικαστικό έργο τέχνης δεν μπορεί να προκύψει αυτόματα με τη χρήση κάποιας μηχανής. Όμως και καμιά σημαντική φωτογραφία δεν είναι αποτέλεσμα που θα προκύψει απλά από το πάτημα ενός κουμπιού. Είναι επομένως αφορισμός και υπερβολή να θεωρούμε τη φωτογραφία υποδεέστερη της ζωγραφικής, και υπάρχουν πλέον πάρα πολλές θαυμάσιες φωτογραφίες που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει.
Η φωτογραφία είναι και αυτή τέχνη, ωστόσο διαφέρει σε αρκετά σημεία από τη ζωγραφική αλλά στο βάθος είναι στενός συγγενής πρώτου βαθμού.
Υπάρχουν αρκετά κοινά, όπως πχ το πλαίσιο-κάδρο, δυο διαστάσεις, «εικόνα» παράσταση, σύνθεση ή θέμα, ένα οπτικό αποτύπωμα, φόρμες, σκιές, χρώματα, μήνυμα ίσως κλπ.
Αν γενικεύσουμε το αποτέλεσμα, και οι δυο τέχνες παράγουν αποτυπώματα, κάποιοι χρησιμοποιούν τον όρο εικόνα – image γενικότερα, που έχουν γίνει μηχανικά από τη φωτογραφική μηχανή, ή δια χειρός οδηγούμενης από τη φαντασία του ζωγράφου.
Και οι δυο τέχνες αντλούν θέματα από την ορατή πραγματικότητα, αλλά όχι πάντα.
Η ζωγραφική ερμηνεύει το ορατό, αλλά η φωτογραφία το καταγράφει όπως φαίνεται από το φως που δέχεται.
Η φωτογραφία εξαρτάται άμεσα και περισσότερο από τη πραγματικότητα (δύναμη και αδυναμία), παρά η ζωγραφική.



Με τη πάροδο και τη πρόοδο και οι δυο τέχνες προσπαθούν να αυτονομηθούν από την ορατή πραγματικότητα κατά περίπτωση και δημιουργό ανάλογα και με τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής. Πχ ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος άλλαξε άρδην την κοινωνική δομή και την αισθητική του κόσμου. Επόμενο ήταν να αλλάξουν και οι ζωγράφοι και οι φωτογράφοι τη θεματολογία τους και το τρόπο δημιουργίας.
Εικόνα - image, ήτανε αρχικά το ομοίωμα ενός πράγματος (ζώα, κυνήγι κλπ), η οπτική του ερμηνεία, που έχει γίνει από τον άνθρωπο επάνω σε μια επιφάνεια.
Στην αρχή (ζωγραφική των σπηλαίων) ο άνθρωπος χρησιμοποίησε υλικά όπως το κάρβουνο, χρωστικές έτοιμες από τη φύση, ή ακόμη και το αίμα!
Μέσα από μια περίπλοκη διαδικασία, μυαλό και μάτι οδηγούν το χέρι να μετασχηματίσει στοιχεία από την ορατή πραγματικότητα, ή από ένα όραμα, σε μια εικόνα χρησιμοποιώντας μια επιφάνεια δυο διαστάσεων, αρχικά δίχως πλαίσιο και όρια πχ σε ένα βράχο της σπηλιάς που κατοικούσε.
Οι περιορισμοί του κάδρου (συγκεκριμένες διαστάσεις) προέκυψαν με τη πρόοδο των τεχνών από τα τυποποιημένα μεγέθη χαρτιού, καμβά, υλικών γενικότερα.




Η έννοια της εικόνας στη ζωγραφική παραπέμπει στη θρησκευτική κυρίως εικόνα και ξεκίνησε ως ανάγκη για θρησκευτική και λατρευτική εκδήλωση (ευχή για καλό κυνήγι, εξευμενισμό των ανεξήγητων φυσικών φαινόμενων και των θεών για παράδειγμα).
Η εικόνα διαφέρει από το ζωγραφικό πίνακα που είναι το επόμενο στάδιο της ζωγραφικής ως προς το ότι το εικονιζόμενο θέμα δεν προσεγγίζεται πλέον δογματικά και λατρευτικά, αλλά οπτικά και αισθητικά. Έχει δηλαδή απελευθερωθεί ο πίνακας από το λατρευτικό στόχο. Ένας ζωγραφικός πίνακας για παράδειγμα δεν έχει θέση σε ένα ιερό ναό. Μια εικόνα αγίου όμως βρίσκεται ακριβώς εκεί που πρέπει. Είναι άσχετο αν κάποιοι επιλέγουν να κρεμάσουν και εικόνες στο σπίτι τους από αγάπη στον άγιο ή την αγιογραφία.
Ο νεότερος ζωγραφικός πίνακας, είναι απελευθερωμένος και από την εικόνα-ομοίωμα ως προς κάτι υπαρκτό και αναγνωρίσιμο.



Όσο για τη πιστή καταγραφή της ορατής πραγματικότητας υπάρχει πλέον ο ειδικός που είναι η φωτογραφία από το 1830 και ειδικά μετά το 1900. Έτσι η ζωγραφική διάλεξε τους δικούς της δρόμους ειδικά μετά το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Στην ιστορία της ζωγραφικής έχουν καταγραφεί διάφορες κοινωνικές και αισθητικές τάσεις. Ωστόσο τα πρώτα χρόνια από το 1830 μέχρι το 1900, η φωτογραφία κατακτά το ευρύ κοινό αν και υπάρχει έντονος ανταγωνισμός καλλιτεχνικός, ιδεολογικός και οικονομικός στις ανώτερες τάξεις καθώς η ασχολία με τα εικαστικά (ζωγραφική, χαρακτική, φωτογραφία) παραμένει ακριβό σπορ.
Όσο για τη ζωγραφική, πάντα ήταν ακριβή, ήταν μόνο για τις ελίτ και ήταν υποταγμένη στον ακαδημαϊσμό με ικανότατους μεν τεχνίτες-ζωγράφους δημιουργούς, υπηρετούσε όμως την άρχουσα τάξη, τους βασιλείς και πλούσιους. Κανείς εργαζόμενος η μικροαστός δεν ήταν σε θέση να απολαύσει ένα πίνακα, πόσο μάλλον να τον αγοράσει. Αλλά και τα πρώτα χρόνια η ασχολία με τη φωτογραφία δεν ήταν ούτε εύκολη ούτε οικονομική διέξοδος για τους κοινούς θνητούς που ασφυκτιούσαν κάτω από την υπερ-εκμετάλλευση και τις άθλιες συνθήκες ζωής.



Οι ζωγράφοι, και οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι ήταν επόμενο να μη δουν με καλό μάτι αυτό το λαϊκό εκδημοκρατισμό της τέχνης μέσα από τη φωτογραφία. Αλλά είχαν απολέσει και την όποια επαφή με τον ευρύ κοινωνικό ιστό από την ώρα που δεν μπορούσε ο “ιστός” αυτός να αγοράσει ένα έργο τους. Για πρώτη φορά η φωτογραφική μηχανή προσφέρει τη δυνατότητα να μπορεί να δημιουργήσει ο καθένας φωτογραφίες που έστω να ομοιάζουν σε πίνακες, ή να ανοίγουν ένα καινούριο δρόμο στην εικονογράφηση, τη διαφήμιση, την ενημέρωση, τις εκδόσεις, τη μόρφωση, την έρευνα και τη προσωπική δημιουργία-καλλιτεχνία, γιατί όχι;
Αν αρχίσουμε να κρίνουμε τη φωτογραφία τότε και τώρα, αυτή η εχθρική και υπεροπτική στάση θα πρέπει να υπολογιστεί πολύ σοβαρά καθώς δεν έχει εξαφανισθεί.
Αλλά δεν ήταν μόνο η φωτογραφία που αντιμετώπιζε δυσκολίες. Ήταν και σημαντικοί νεωτεριστές ζωγράφοι όπως ο Van Gogh που έζησε μια ζωή κόλαση, πέθανε παρεξηγημένος και πτωχός. Πούλησε μονάχα ένα πίνακα όσο ζούσε και σήμερα οι πίνακές του έχουν ανυπολόγιστη αξία.
Αξίζει να αναρωτηθούμε στο σημείο αυτό: ποιο είναι το απώτερο νόημα της τέχνης; Ποιόν βοηθάει;, ποιόν εξυπηρετεί;
Από την ιστορία της ζωής του, προκύπτει πως η ζωγραφική ήταν η μοναδική του αγάπη και η διέξοδος για να νιώσει άνθρωπος πριν τρελαθεί εντελώς.
Παρακαλώ, κρατήστε το αυτό και να το θυμηθείτε όταν αναρωτηθείτε γιατί φωτογραφίζουμε.



Η αμεσότητα καταγραφής μιας φωτογραφίας ακολούθησε τους ρυθμούς της ζωής της βιομηχανικής επανάστασης, το κόστος της φωτογραφίας αν και υψηλό αρχικά (μέχρι και το 1930), ήταν καταφανώς μικρότερο του ζωγραφικού πίνακα, ακόμη και ενός χαρακτικού ανατύπου. Ο κόσμος άρχισε να αγοράζει φωτογραφικές μηχανές, χημικά, φιλμ, χαρτιά και να συλλέγει φωτογραφίες είτε ως αναμνηστικές είτε ως απόδειξη ότι υπήρξε, είτε ως καθαρά προσωπικές αισθητικές δημιουργίες, και να το απολαμβάνει.
Σήμερα (2020) το κόστος της φωτογραφίας είναι ελάχιστο, μόνο η αγορά της μηχανής και ενός καλού φακού κοστίζει σε σημείο που το κοινό να δυσκολεύεται να τα αποκτήσει. Εκατομμύρια φωτογραφικές μηχανές κάθε τύπου και κινητά τηλέφωνα στα χέρια του κοινού λειτουργούν ως εκατομμύρια μάτια που συλλέγουν και καταγράφουν πληροφορίες και δημιουργίες.
Ως έργο τέχνης ήταν αδιανόητο να δεχτούν οι μεγαλοαστοί, οι άρχοντες και οι πλούσιοι τη φωτογραφία, που είχαν ενοχληθεί τρομερά από τη δημιουργική της δύναμη και τη δημοκρατική εξάπλωσή της.



Να θυμηθούμε πρέπει επίσης πότε δόθηκε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες μας. Μιλάμε δηλαδή για άλλοθι δημοκρατίας και σε δόσεις. Όσο για τη δυσκολίες στη δημιουργία ενός ζωγραφικού πίνακα παρατηρούμε μια ολοένα μεγαλύτερη δεινότητα που συνοδεύεται όμως από ένα προσεταιρισμό της ζωγραφικής από την άρχουσα τάξη που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τη κομματική τέχνη των Ναζί και των Σοβιετικών. Όλα διαθέσιμα στην υπηρεσία του θέματος, του σκοπού, της μεγάλης ιδέας.
Με τη πάροδο του χρόνου η ζωγραφική έγινε μουσειακή, απόμακρο είδος, αλλά εμπορεύσιμο, ευκαιρία για επένδυση, επίδειξη και κέρδος. Δεν άργησε να ακολουθήσει και η φωτογραφία με τις χαμηλές τιμές , που ωστόσο δεν συμβαδίζουν με την ευκολία αναπαραγωγής και την ευρεία της διάδοση στο κοινό.
Ήταν επόμενο ορισμένοι ανήσυχοι ζωγράφοι να θελήσουν να ξεφύγουν από αυτό το βρόγχο του θανάτου, να δημιουργήσουν κάτι που η φωτογραφία δεν μπορούσε. Έτσι την περίοδο που κυριαρχεί η καθαρή, κλασσική, πραγματική φωτογραφία (1955-1980), δηλαδή η χρυσή εποχή της φωτογραφίας και των μεγάλων φωτογράφων, καταγράφονται και οι παρουσίες ζωγράφων που αφήνουν στην άκρη όλα όσα είχαν καταξιωθεί, καταργούν το “θέμα” που αντιγράφει κάτι γνωστό, κατανοητό, αναμενόμενο, μουσειακό, ακαδημαϊκό, λάδι η πορτρέτο, τοπίο, κλπ. Στρέφονται προς μια τέχνη καθαρά προσωπική, ανθρωποκεντρική, που συχνά αδιαφορεί εντελώς για τα κοινωνικά προβλήματα εφόσον και η κοινωνία αδιαφορεί για μια τέχνη που δεν κατανοεί και δεν μπορεί να αγοράσει.



Εδώ και πολλά χρόνια μόνο οι έχοντες μπορούν να αγοράσουν πίνακες και έργα τέχνης. Όλοι αυτοί θεωρούν τη φωτογραφία άνευ ενδιαφέροντος, μέχρι που κάποιοι επενδυτές αποφάσισαν πως και οι φωτογραφίες ειδικά των φωτογράφων που έφυγαν από τη ζωή, μπορεί να γίνουν εμπόρευμα! Αυτό ήτανε!
Αν κάποιος σήμερα μπορεί να αγοράσει ένα πίνακα, ή μια φωτογραφία μόνο και μόνο επειδή πραγματικά του αρέσει, θα είναι ο απόλυτος φιλότεχνος!
Θα αναφέρω μόνο ζωγράφους που αγάπησα, το Van Gogh, Γκωγκέν, Τζάκσον Πόλλοκ, Πωλ Κλεε, Καντίνσκυ για να γίνει κατανοητό πως βλέπω τη ζωγραφική. Δεν αναφέρω τους χαράκτες γιατί είναι ακόμη ποιο προσωπική και δυνατή η απόλαυση των έργων τους, πράγμα που δεν είναι αποδεκτό ευθέως από τους κλασσικούς ζωγράφους και φιλότεχνους.



Κατά πόσο ομοιάζει στο πραγματικό το εικονιζόμενο θέμα της ζωγραφιάς τους δεν είναι περιοριστικό ή αισθητικό πρόβλημα για τους πίνακές τους που μερικοί είναι απαλλαγμένοι από κάτι αναγνωρίσιμο από τον ορατό κόσμο μας. Χρώματα ακόμη και αδιάλυτα (όπως βγαίνουν από το σωληνάριο), γραμμές, “μουτζούρες” επάνω σε μια επιφάνεια κατά προτίμηση μεγάλη, εκρηκτικά χρώματα η χρώματα που αναπτύσσονται αρμονικά, ή χαοτικά, σχέδια που δεν παραπέμπουν σε κάτι γνωστό κλπ. Βασανισμένα έργα αλλά και γεμάτα φρεσκάδα, ωστόσο θέλανε το χρόνο τους. Ακόμη ο Van Gogh παρουσιάζει ένα σχέδιο και χρώματα που κανείς σώφρων δεν μπορεί να δεχτεί ότι ομοιάζουν με τη πραγματικότητα.
Όλους τους πολέμησε το κατεστημένο που δεν ανέχεται εύκολα ανατρεπτικούς νεωτερισμούς αν δεν αποκτήσουν πρώτα μουσειακές αξίες προς επένδυση!
Η φωτογραφία αντίθετα με τη ζωγραφική κάθε είδους, είναι μια πολύ σύντομης διάρκειας (1/125 του δευτερολέπτου αρκεί) μηχανική καταγραφή του ειδώλου (φωτός) που ανακλά ένα αντικείμενο, μια φόρμα, ή μια επιφάνεια προς το μάτι-φακό της μηχανής. Μια φωτογραφία λαμβάνεται με τη βοήθεια της φωτογραφικής μηχανής επάνω σε μια ευαίσθητη επιφάνεια στο φως (φιλμ/αισθητήρας). Η μηχανή που παρεμβάλλεται ανάμεσα στο μάτι του παρατηρητή και το αντικείμενο ελέγχεται πλήρως από το φωτογράφο ως προς την επιλογή της θέσης του φακού της μηχανής στο χώρο, το χρόνο έκθεσης, τις ειδικές ρυθμίσεις και τον προγραμματισμό της.
Σε γενικές γραμμές η φωτογραφία, ειδικά η έγχρωμη, υπό προϋποθέσεις φυσικά, προσφέρει τη ποιο πιστή και αντικειμενική καταγραφή της ορατής πραγματικότητας σε σχέση με την εικόνα, η τον πίνακα και αποκτάται πολύ ποιο άμεσα, μηχανικά και εύκολα συγκριτικά.
Είναι επομένως λογικό η θαυμάσια αλλά απόμακρη ζωγραφική που προσπάθησε να καταγράψει το ορατό με οποιοδήποτε τεχνική να κάνει στην άκρη και να δώσει τόπο στη φωτογραφία αφού κανείς πλέον δεν μπορούσε να την αγοράσει.
Ωστόσο, ακόμη και η φωτογραφία είναι η εικόνα του αντικειμένου κι όχι το ίδιο το αντικείμενο. Αυτό είναι κοινό γνώρισμα της εικόνας, του πίνακα και της φωτογραφίας και μερικές φορές περιπλέκει τα πράγματα όταν χρειαστεί να κρίνουμε το εικαστικό έργο τέχνης ως προς το είδος του.
φωτογραφία με φίλτρο υπερυθρο, μηχανή sony S85

Πως θα κρίνουμε επομένως αυτό που βλέπουμε; Ως φωτογραφία ; Η ως ζωγραφιά; Η μήπως ως κάτι καινούριο; Όπως ψηφιακή εικόνα;- digital image - imaging.
Από αυτή την άποψη μπορούμε να μιλάμε γενικότερα για την έννοια image – και τη διευρυμένη σήμερα βιομηχανία του imaging που περιλαμβάνει και τη ψηφιακή φωτογραφία.
Υπάρχει αρκετή σύγχυση εννοιών γύρω από θέματα τέχνης και θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι και οι φωτογραφίες, ειδικά οι αξιόλογες, λειτουργούν αυτόνομα.
Οι φωτογραφίες ούτε εικόνες είναι, ούτε πίνακες, αλλά βασικά είναι ένα νέο αυτόνομο είδος. Είναι φωτογραφίες και αυτό θα έπρεπε να αρκεί καθώς είναι αρκούντως ξεχωριστές και διαφορετικές στην όψη από κάθε έργο που έχει δημιουργηθεί «δια χειρός».
Ισοπεδωτικά και γενικόλογα μπορούμε να ονομάσουμε τις φωτογραφίες και “εικόνες” ή “πίνακες”, ωστόσο οι έννοιες αυτές παραπέμπουν σε άλλα εικαστικά προϊόντα αν θελήσουμε να είμαστε ακριβείς και να σεβόμαστε τη γλώσσα μας.
Οι ξένοι όμως με ευκολία και πολύ συχνά ονομάζουν τις φωτογραφίες τους «pictures», αντί να τις πουν photos / photographs που είναι πολύ ποιο εύστοχο. Εμείς παπαγαλίζουμε ξεχνώντας πως φωτογραφία=γραφή φωτός, δηλαδή καθαρά ελληνική έκφραση.



Μπορεί η φωτογραφία στο σύνολό της να θεωρηθεί υπό-κατηγορία της εικόνας με τη λογική του πίνακα (image, picture) εφόσον είναι πιθανό να τη κρεμάσουμε σε ένα τοίχο. Ωστόσο ως αυτόνομο είδος διαθέτει σημαντικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, για τα οποία έγινε αποδεκτή από το ευρύ κοινό.

Τα βασικότερα είναι:

α) η εύκολη αμεσότητα λήψης χωρίς πολλές γνώσεις (θεωρητικά),

β) το «αντικειμενικό» πάγωμα του χώρου-χρόνου,

γ) η σχεδόν εντελώς πιστή καταγραφή της ορατής πραγματικότητας, αλλά υπό όρους,

δ) η ευκολία μαζικής αναπαραγωγής.

Αυτές είναι μοναδικές δυνατότητες

η πλάτη της κοπελιάς μου










για τις οποίες καθιερώθηκε η φωτογραφία ευρέως στο κόσμο και ανταγωνίσθηκε εξ αρχής τη ζωγραφική.
Ειδικά σε θέματα οικονομικής, γρήγορης και πιστής καταγραφής της πραγματικότητας φάνηκαν οι όποιες «αδυναμίες» και ιδιαιτερότητες της ζωγραφικής. Η φωτογραφία έγινε μια νέα παγκόσμια οπτική γλώσσα καθώς απλά και μόνο δείχνει δίχως να ομιλεί, δεν κραυγάζει, δεν καθοδηγεί το θεατή που μπορεί μόνος του να ερμηνεύσει αυτό που βλέπει.
Για να έρθουμε τώρα στη κοινωνική σημασία της φωτογραφίας και της ζωγραφικής, και οι δυο τέχνες κάτω από την ονομασία imaging, έχουν υποταχθεί πλήρως στο σύστημα εκμετάλλευσης και χειραγώγησης του κοινού δια των οικονομικών εφαρμογών όπως: διαφήμιση, ρεπορτάζ, ενημέρωση, ΜΜΕ, μόδα, εκπαίδευση, τηλεόραση κυρίως, περιοδικά εφημερίδες, gallery, βιομηχανικό σχέδιο, δημοσιότητα, κλπ.
Δηλαδή δεν άλλαξε τίποτα από την εποχή της ακαδημαϊκής τέχνης των ολίγων πέρα από το ότι ο καθένας νέος, η ώριμος, ή μεσήλικας μπορεί πλέον να τραβάει φωτογραφίες, ή να ζωγραφίζει αν θέλει εύκολα, με το φακό του τηλεφώνου η της μηχανής, η με ένα πινέλο η κάρβουνο η μελάνι (έστω και μουντζούρες) δίχως σπουδές που κοστίζουν τραβάνε σε πολλά χρόνια. Και φυσικά δεν χρειάζεται κανενός την έγκριση.
Αυτό είναι μια πραγματική αλλαγή άσχετα αν παράγει αποτελέσματα αμφίβολης αισθητικής (κατά τους φιλόλογους και ακαδημαϊκούς της τέχνης). Αυτή θα έρθει με την εμπειρία, αν βοηθήσει και η εκπαίδευση (υποχρέωση του κράτους).



Ένα από τα αισθητικά προβλήματα που ταλανίζει τους φωτογράφους, είναι το κατα πόσον είναι δυνατό να είναι τέχνη κάτι που αντιγράφει τη φύση και την ορατή πραγματικότητα.
Να λοιπόν κάτι που έγραψε ο Van Gogh:
-Είσαι πολύ μικρός άνθρωπε να νομίζεις ότι ο εξωτερικός κόσμος δεν έχει καμιά ζωγραφική αξία αυτός καθαυτός και ότι παίρνει καλλιτεχνικό νόημα από τη στιγμή που τον βλέπεις εσύ.
Αν κοιτάξεις με περισσότερη προσοχή τη γύρω πραγματικότητα, θα βρεις ότι έχει μια δική της 
υπόσταση και ζωή το ίδιο αξιόλογη με τη δική σου!



Αυτή η σκέψη, παρατήρηση αν θέλετε, αφορά και τη φωτογραφία και τους φωτογράφους.
Ναι είναι τέχνη να βλέπεις και να ανακαλύπτεις την ομορφιά που σε περιβάλλει, γιατί ζεις στο παράδεισο και συνεχώς σε κάθε ευκαιρία το μετατρέπεις σε κόλαση ανθρωπάκο!
Αλλά κάποιοι δεν θέλουνε οι άνθρωποι να ζουν ανθρώπινα. Έτσι οι δημιουργοί αντιδρούν δημιουργώντας ο καθένας με τα όπλα του.
Μπορεί να γίνει η να μοιάσει σε ζωγραφικό πίνακα, ή σε μια εικόνα, η φωτογραφία αλλά πρέπει να χάσει αρκετά από τα ειδικά χαρακτηριστικά της με βασικότερο την πιστή, ψυχρή και αντικειμενική (όσο γίνεται) ομοιότητα ως προς την ορατή πραγματικότητα. Από κάθε φωτογραφία, σε γενικές γραμμές ο κόσμος περιμένει καταγραφή, κι όχι ερμηνεία του πραγματικού.
Αρχικά οι πρώτοι φωτογράφοι ασχολήθηκαν με τις εικονογραφικές-ζωγραφικές δυνατότητες της φωτογραφικής μηχανής και της φωτογραφίας, έτσι προσπάθησαν με σχετική ευκολία (ατέλεια φακού και υλικών) να αποδώσουν ατμόσφαιρα και αισθητική σε διαβαθμίσεις του γκρίζου ως το θέμα να είχε αποδοθεί από ζωγράφο. Οι πρώτες φωτογραφίες ομοίαζαν περισσότερο σε ασπρόμαυρες χαράξεις-ζωγραφιές-σχέδια. Μη ξεχνάμε πως αρκετοί από τους πρώτους φωτογράφους αλλά και μετά, ήταν αρχικά ζωγράφοι.



Σήμερα έχουμε ακόμη μια μεγάλη διαφωνία και ένταση ανάμεσα σε ζωγράφους και φωτογράφους καθώς ζωγράφοι χρησιμοποιούν, φωτογραφικές μηχανές και φωτογραφίες ως σημεία αναφοράς για να δημιουργήσουν πίνακες. Αλλά έχουμε και φωτογράφους που χρησιμοποιούν τη φωτογραφική μηχανή και τα ενσωματωμένα έτοιμα ειδικά προγράμματα (αλγόριθμοι) προκειμένου να βγάλουν άμεσα, μηχανικά και γρήγορα φωτογραφίες που να ομοιάζουν περισσότερο σε ζωγραφικούς πίνακες παρά σε πιστές φωτογραφίες της ορατής πραγματικότητας.
Έχουμε δηλαδή πλήρη ελευθερία χρήσης του μέσου για δημιουργικούς σκοπούς. Όμως τόσοι οι οπαδοί της «πραγματικής» φωτογραφίας, όσο και οι ζωγράφοι κάθε σχολής και αντίληψης βάλλουν κατά παντός νεωτεριστή, ειδικά αν είναι φωτογράφος και τολμήσει να μιμηθεί τη ζωγραφική.
Είμαι αυτοδίδακτος φωτογράφος, έχοντας κάνει επί τρία έτη ελεύθερο σχέδιο, χρώμα, ζωγραφική, σκίτσο και χαρακτική δεν κατανοώ το γιατί θα έπρεπε σήμερα να φωτογραφίζω μονάχα ως φωτογράφος οπαδός της πραγματικής φωτογραφίας της εποχής του 1960-1980.

Γιάννης Γλυνός