Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

τα γραπτά μένουν, αλοίμονο!



Τί ακριβώς είναι η φωτογραφία;
Αν δεν γνωρίζετε και διαβάσετε το βιβλίο της Σούζαν Σόνταγκ, θα λάβετε μιαν απάντηση από εχθρική για το αντικείμενο και τους φωτογράφους, έως απαράδεκτα ταπεινωτική και ρατσιστική.
Αν όμως σας αρέσει η φωτογραφία και ξέρετε έστω και λίγα, τότε το σοκ θα είναι ποιο μεγάλο, μια και η θέση της είναι, σύμφωνα με όσα γράφει, καθόλου θετική ή έστω ανεκτική. Εγώ προσωπικά αυτό ένοιωσα διαβάζοντας το βιβλίο δυο και τρεις φορές με ολοένα και ποιο μεγάλη οργή. Κι ας πρόσεχε τι έγραφε και σε ποιό κλάδο απευθύνεται. Θα μπορούσε για παράδειγμα εξ αριστερών ορμώμενη να έγραφε για τους πολιτικούς, τους δημοσιογράφους, τους γιατρούς, τους ντανταϊστές, τις πόρνες, τους έμπορους, ή τους νταβατζήδες. Λέμε τώρα.
Θα πρέπει ή να κόψετε τις φλέβες σας, επειδή ψάχνετε λίγη ομορφιά και ίσως ένα χόμπι, επειδή καταφέρατε να αποκτήσετε μια φωτογραφική μηχανή, ή να σκεφτείτε ένα τρόπο αντίδρασης, αυτόν που διάλεξα εγώ.


Πήρα στα χέρια μου το βιβλίο (1996), το διάβασα μέχρι τέλος σημειώνοντας με μολύβι αυτά που με πρώτη ανάγνωση λες  “ε δεν πάει άλλο, θα το σκίσω”. Λίγες σελίδες μου γλύτωσαν και δεν έχουν καμιά υπογράμμιση. Στο τέλος το εκσφενδόνισα, αλλά μετά μερικές ώρες το περιμάζεψα. Είπα, μη βιάζεσαι, ξαναδιάβασέ το.
Τι να πει κανείς και σε τι να σταθεί όταν δεν υπάρχει κεφάλαιο, στην κυριολεξία, που να μη σκέφτηκα και να μην υπογράμμισα την εχθρική και αστήρικτη ίσως ψυχολογικά, λογική της κυρίας αυτής. Λέω ίσως, γιατί μπορεί να έχει κάνει έρευνες με ψυχιάτρους και ψυχολόγους σχετικά με το τι θεό πιστεύουν οι ανά τον ελεύθερο κόσμο φωτογράφοι και το γιατί διάλεξαν αυτή τη τόσο δύσκολη τέχνη για να εκφράζονται και τεχνική για να ζουν από αυτή. Δεν γνωρίζω καμία έρευνα που να καταγράφει βαθύτερα, γιατί ο φωτογράφος τραβάει φωτογραφίες.
 Θα πάρω σα βάση λοιπόν τη ύπαρξή μου.
Ανακάλυψα ότι μου αρέσει να βλέπω, να βρίσκω την ομορφιά όπου μπορώ, έμαθα να εμφανίζω και να τυπώνω, να επιλέγω, να κρίνω με τον αυστηρότερο τρόπο (πιστεύω), αυτά που φωτογραφίζω, να καδράρω ακόμη και χωρίς μηχανή, να χαίρομαι το αποτέλεσμα, να σέβομαι τον άνθρωπο, τη φύση το περιβάλλον, να αγαπώ τον τόπο μου και να τον πονάω. Η παρατήρηση έγινε το μέσο μάθησης όπως και το διάβασμα, όλα αυτά και πολλά άλλα από την στιγμή που πήρα τη πρώτη μου φωτογραφική μηχανή (μια ρώσικη πλαστική 35 χιλιοστών, με 300δρχ το 1967). 


Η φωτογραφία, η μουσική και ο κινηματογράφος (ο κολλητός της φωτογραφίας), είναι οι μορφές τέχνης που ανακάλυψα μόνος μου. Τελειώνοντας το τότε γυμνάσιο ήξερα μόνο τα δικά μας γράμματα και Αγγλικά. Το κράτος μας την εποχή εκείνη όλα τα φωτογραφικά τα είχε δασμολογικά στα είδη πολυτελείας. Δεν είχαν καμιά απολύτως φωτογραφική  αισθητική γνώση ή κοινωνική ιδεολογία, ήμουν μαθητούδι. Να λοιπόν μια πτυχή της φωτογραφίας που της ξεφεύγει της συγγραφέως. Και δεν νομίζω πως σε όλο το κόσμο ήμουν ο μοναδικός φωτογράφος. Γνωρίζω αρκετούς ακόμη.
Η συμβολή της φωτογραφίας στη διαμόρφωση γνώσης.
Η άποψή της είναι εντελώς εσφαλμένη και τα παραδείγματά της μας λένε συνεχώς ότι η γνώση από τις φωτογραφίες είναι λάθος, για κλάματα δηλαδή. Η σχέση της φωτογραφίας  με το κινηματογράφο δεν την απασχολεί παρά μόνο όταν πρόκειται για επιχειρήματα που θα καταλήξουν σε αρνητικά συμπεράσματα και θέσεις. Το ίδιο αντλεί επιχειρήματα από τη λογοτεχνία και τη ζωγραφική. Ακόμη και εκεί που πάει να βρει κάτι καλό, στο τέλος το συμπέρασμά της είναι αρνητικό. Από όσα διάβασα για αυτήν, ήταν αριστερής τοποθέτησης, έτσι για την ιστορία.


Δεν λέει κουβέντα για τον “Πολίτη Κέην” και την έξοχη φωτογραφία του, ούτε για τον Σβεν Νκβιστ, της φταίει όμως η “Κίνα” του Αντονιόνι, γιατί θίχτηκαν οι Κινέζοι. Έχει δίκιο. Δεν είχε γίνει όμως η σφαγή στη πλατεία Τιέν Αν Μεν.
Δεν έχει αντίρρηση στο κατευθυνόμενο μάτι, δεν φαίνεται όμως να γνωρίζει τη παροιμία του λαού μας “σ’ όλα υπάρχει νόμος, στα μάτια όχι όμως”, αλλά εμάς τους Έλληνες μας λυπόνται οι ξένοι.
Ούτε ανθρωπιά, ούτε ιστορία, ούτε παράδοση διαθέτουμε εδώ και 3.000 χρόνια και βάλε. Θα μου πείτε και που να ξέρει ο καθένας τις Ελληνικές παροιμίες, εντάξει.
Για τον Στάλιν, για το ΓΚΟΥΛΑΓΚ, για τον ΜΑΟ, για τον Χίτλερ και γενικότερα για το πού οδηγεί η βία και ο απόλυτος έλεγχος του ανθρώπινου νου, δεν της είπε κανείς; τις φωτογραφίες από τα κρεματόρια των Ναζί  και το ολοκαύτωμα των Ισραηλιτών δεν τις “απόλαυσε”; Γιατί δεν υπάρχουν αντίστοιχες φωτογραφίες από τις εκκαθαρίσεις του Στάλιν; γιατί έχουμε τόσο υλικό από τη φρίκη του Βιετνάμ; και πως είναι δυνατό να μην αποτελούν μήνυμα κατά της βίας και του πολέμου αυτές οι φωτογραφίες. Πόσοι φωτορεπόρτερ έχουν πέσει από σφαίρες και ξύλο πάνω στην “δουλειά” και βασανιστήρια από αυτούς που δεν δέχονται την ελεύθερη διακίνηση ιδεών; μηλιά.
Γράφει σε ένα σημείο ότι οι αναγνωριστικές φωτογραφίες που τραβιούνται σε καιρό πολέμου έχουν σαν αποτέλεσμα το θάνατο ανθρώπων. Σύμφωνοι, αλλά αν έχουμε πόλεμο και αν είναι του εχθρού οι απώλειες τότε θα πρέπει να έχω πρόβλημα αν πιστεύω ότι η φωτογραφία είναι κακό πράγμα. Η τέχνη δεν σώζει ζωές, τις ομορφαίνει. Δεν αρνείται ότι η φωτογραφία είναι τέχνη, καταλήγει όμως πως είναι η χειρότερη τέχνη από όλες, πως τα έργα της έχουν μικρή και λανθασμένη αξία και οι καλλιτέχνες φωτογράφοι γενικά, εκμεταλλεύονται τους ανθρώπους.
Απίστευτο; Οι φωτογράφοι είναι εκμεταλλευτές;
Μιλάμε για φιλοσοφία της πεντάρας!


Η τεχνική φωτογραφία σώζει ζωές με το παραπάνω και τη συμβολή αυτή της φωτογραφίας δεν την σχολιάζει. Δεν ξέρει, ή αγνοεί; Δέστε τα βιβλία ιατρικής, φυσικής, μηχανικής, ηλεκτρονικών. Αλήθεια τι έχει να πει η κυρία για τον τρόπο κατασκευής κυκλωμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών; Το 1973 δεν γνώριζε ίσως όλο το φάσμα των φωτογραφικών δυνατοτήτων, αυτό όμως δεν συγχωρεί τον αφορισμό ότι οι φωτογράφοι είναι απλοί παρατηρητές και οι  φωτογραφίες δεν συμβάλλουν τελικά στη δημιουργία καλύτερων συνειδήσεων και καλύτερης ζωής. Η κακή εφαρμογή και χρήση όλων των πραγμάτων φέρνει τα κακά αποτελέσματα. Το “παν μέτρο άριστον” δεν βλέπει ότι δεν έχει πλέον εφαρμογή παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις παγκοσμίως. Το πως θα ζούσαν οι άνθρωποι χωρίς τη δυνατότητα να απολαύσουν αυτό που τους αρέσει, δεν βλέπω να την απασχολεί. Από τη στιγμή που μερίδα ανθρώπων τη “βρίσκει με τη φωτογραφία” και όχι με τα ναρκωτικά, δεν βλέπω γιατί θα πρέπει η μερίδα αυτή να θεωρείται προβληματική. Ποιός επιτέλους είναι αυτός που θα μας λέει συνεχώς ότι αυτό είναι αξιοπρεπές και το άλλο όχι; Και αν οι θέσεις: “οι φωτογράφοι δεν προσφέρουν” (κάποιοι θίγονται), “οι φωτογραφίες λένε ψέματα” (η αλήθεια καίει), “οι φωτογράφοι δεν είναι καλοί άνθρωποι” (επειδή ξεσκεπάζουν αυτά που θέλουμε να είναι κουκουλωμένα) και πολλές ακόμη ανοησίες που περιέχονται στο βιβλίο, δεν είναι ρατσισμός, τότε τί είναι; 

 
Για την εκμετάλλευση του έργου των φωτογράφων δεν φαίνεται να “πήρε κάβο”.
Ένα έχω να πω. Δεν είμαι τίποτα, έχω ανάγκη και το μερμηγκάκι, μου αρέσει αυτό που έκανα σαν εργασία, σαν τέχνη για προσωπική ευχαρίστηση. Και ποτέ δεν απαίτησα αμοιβή μεγαλύτερη από την ελάχιστη ηθικά επιτρεπτή, ή από κάποιο που δεν είχε. Το βιβλίο όμως αυτό δεν το δέχομαι, όχι γιατί θίγομαι, αλλά γιατί δεν δέχομαι την εικόνα που περνάει για τη φωτογραφία και τους Έλληνες συναδέλφους μου, τους ανά τον κόσμο επαγγελματίες και ερασιτέχνες φωτογράφους. Για την Αμερική, δεν πιστεύω ότι η κατάσταση είναι όπως βγαίνει μέσα από το βιβλίο, όσο για τη Κίνα, θα το εξέδιδε σίγουρα με έξοδά του, το εκεί “δημοκρατικό” καθεστώς της εποχής της που ποτέ δεν άφησε να ανοίξει ούτε μύτη κινέζου!
Για δύο λόγους μόνο αξίζει να διαβάσει κανείς αυτό το βιβλίο-ντροπή. Να μάθει πως σκέφτονται (αν σκέφτονται και με τι σκέφτονται), οι εχθροί της φωτογραφίας, ο πρώτος λόγος. Ο δεύτερος λόγος είναι η πικρή αλήθεια για τη δύναμη της εικόνας και το που τραβάει η διαφήμιση. Εδώ τα λέει “έξω από δόντια" και συμφωνώ. Αλλά η φωτογραφία, δεν είναι μόνο διαφήμιση, και δεν είναι η φωτιά καταστρεπτική, αλλά η χρήση της.
Κατά τα άλλα το βιβλίο συνιστάται για διάβασμα και υπογραμμίσεις κατά βούληση. Όσο καιρό το διάβαζα έχανα τον ύπνο μου, βλέπετε είναι η αντίθετη γνώμη που κεντρίζει το ενδιαφέρον.

 
Παρακαλούνται ωστόσο οι σεναριογράφοι όταν περιλαμβάνουν ρόλους φωτογράφων στα έργα τους, να ρωτάνε και κανένα φωτογράφο. Η εικόνα που βγαίνει προς το κοινό, είναι υποτιμητική για τους φωτογράφους, λάθος για το πως τραβιούνται ή δημιουργούνται οι φωτογραφίες και κάθε άλλο εκτός από τίμια.

Το έγραψα πρώτη φορά τον Αύγουστο του 1996
Σήμερα, 2015 η Σόνταγκ δεν ζει πλέον.

Γιάννης Γλυνός
Φωτογράφος

Δεν υπάρχουν σχόλια: